Κεντρικό ζητούμενο της ημερίδας ήταν να διαφωτίσει τους συμμετέχοντες σχετικά με το ζήτημα της ανάπτυξης στην Ελλάδα και τους τρόπους απεγκλωβισμού της ελληνικής οικονομίας από την επίμονη και μακροχρόνια στασιμότητα. Η ημερίδα πραγματοποιήθηκε με αφορμή την έκδοση του βιβλίου που έχει επιμεληθεί ο καθ. Παναγιώτης Πετράκης με τίτλο: «A new Growth Model for the Greek Economy: Requirements for Long-Term Sustainability» με τη συνεργασία 32 διακεκριμένων ακαδημαϊκών και ερευνητών. Το βιβλίο συνθέτει τις διαφορετικές απόψεις επιστημόνων και ερευνητών από το χώρο της οικονομίας με σημαντικές θέσεις σε πανεπιστήμια και οργανισμούς της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Χαιρετισμό στην ημερίδα απηύθυνε ο Μελέτιος Αθανάσιος Δημόπουλος, πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών ενώ μίλησαν, ο Παναγιώτης Πετράκης, καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, Harolds James, καθηγητής Ιστορίας και Διεθνών Υποθέσεων και Καθηγητής στην έδρα Ευρωπαϊκών Σπουδών Claude and Lore Kelly του Πανεπιστημίου Princeton, ZSOLT DARVAS ανώτερος εταίρος του Ινστιτούτου Bruegel των Βρυξελλών, του Ινστιτούτου Οικονομικών της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών και του Πανεπιστημίου Corvinus της Βουδαπέστης, Paolo Manasse, καθηγητής Μακροοικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Klaus Schrader, ανώτερος οικονομολόγος και υποδιευθυντής του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Ινστιτούτο Παγκόσμιας Οικονομίας του Κιέλου, καθώς και ο Μιχαλης Χαλίασσος, κάτοχος της έδρας Μακροοικονομικής και Χρηματοοικονομικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Goethe της Φρανκφούρτης και ιδρυτής και διευθυντής του Ερευνητικού Δικτύου του Κέντρου Ερευνών Οικονομικής Πολιτικής (CEPR).Την ημερίδα συντόνισε ο δημοσιογράφος Αργύρης Παπαστάθης.
Οι ομιλητές απάντησαν σε φλέγοντα ερωτήματα σχετικά με την ελληνική οικονομία, τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξή της και την έξοδο από την οικονομική κρίση.
Ο καθηγητής Παναγιώτης Πετράκης, αναφερόμενος στην εξέλιξη της κρίσης, ανέπτυξε τις τέσσερις φάσεις από τις οποίες έχει διέλθει μέχρι σήμερα. Η τωρινή φάση, κατά τον κ. Πετράκη, συντίθεται από τη σταδιακή προσπάθεια ανάπτυξης ενός μοντέλου εσωτερικής υποτίμησης, βασισμένου στις επενδύσεις και τις εξαγωγές, το οποίο θα αντικαθιστούσε το μοντέλο κατανάλωσης το οποίο είχε επικρατήσει μέχρι το 2009. Όπως τόνισε ο καθηγητής, το μοντέλο που είναι βασισμένο στις επενδύσεις και τις εξαγωγές, ταιριάζει σε οικονομίες χωρίς προβλήματα αποθεματοποίησης χρέους, με κανονικές πληθωριστικές πιέσεις και αποτελεσματική νομισματική πολιτική. Αυτά όμως δεν ισχύουν στην ελληνική οικονομία ενώ ισχύουν με ορισμένες αποκλίσεις για τις περισσότερες άλλες οικονομίες της ευρωζώνης. Έτσι, ο κ. Πετράκης ανέφερε ότι η οικονομική διοίκηση της Ευρώπης χρειάζεται μεγαλύτερη συναίνεση στο δρόμο προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έτσι ώστε να συμμετάσχουν σε αυτήν όλοι οι λαοί της Ευρώπης.
Την άποψη ότι η Ελλάδα αποτελεί ειδική περίπτωση ως προς τον τρόπο που εφήρμοσε τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής σε σχέση με τις άλλες προγραμματικές χώρες (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος) εξέφρασαν ομόφωνα οι ομιλητές. Όπως σημείωσε ο καθ. Paolo Manasse, για να αντιληφθούμε τη σημερινή εικόνα της κρίσης θα πρέπει να εστιάσουμε στο παρελθόν και στα χρόνια όπου το αναπτυξιακό μοντέλο της ελληνικής οικονομίας βασιζόταν στις εισαγωγές και στο δανεισμό - παράγοντες που οδήγησαν σε μια μη βιώσιμη ανάπτυξη. Αναφερόμενος στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας, ο Zsolt Darvas εστίασε στο μέγεθος του δημοσίου τομέα, στην αύξηση των μισθών και τη μείωση της παραγωγικότητας ως παράγοντες που οδήγησαν στην παρούσα κατάσταση. Ωστόσο, δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στα λάθη που έγιναν από πλευράς Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αναφορικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Τέλος, εξέφρασε την αισιοδοξία του σχετικά με τη βελτίωση των ποιοτικών δεικτών, παρά το γεγονός ότι «μένει αρκετός δρόμος να διανυθεί». Την ανάγκη να υπάρχει ελπίδα και αναπτυξιακή προοπτική στα εφαρμοζόμενα προγράμματα εξέφρασε ο καθ. Μιχάλης Χαλιάσσος. Με τη σειρά του χαρακτήρισε την Ελλάδα, «ειδική περίπτωση» εστιάζοντας στην απουσία του ιδιωτικού παραγωγικού τομέα, ενώ αναφέρθηκε και στη δυσκολία εφαρμογής του προγράμματος, συνεπεία και του γεγονότος ότι ο ελληνικός λαός ήταν απροετοίμαστος να δεχτεί μειώσεις μισθών και συντάξεων και αύξηση της ανεργίας.
Στη συνέχεια, οι ομιλητές αναφέρθηκαν στη δημόσια συζήτηση σχετικά με τις συνθήκες secular stagnation και super-cycle του δημοσίου χρέους στο πλαίσιο των αποκλινουσών δρόμων ανάπτυξης στην Ευρώπη, καθώς και στο μελλοντικό ρόλο μικρών οικονομιών όπως η Ελλάδα. Ο καθ. Paolo Manasse, θεώρησε πως στην παρούσα κατάσταση, θα πρέπει να αυξηθεί η συνολική ζήτηση, η οποία θα πρέπει να υπερβεί την αποταμίευση σε παγκόσμιο επίπεδο. Αν υιοθετηθεί η θεωρία της παρατεταμένης στασιμότητας (secular stagnation), αυτό θα μπορούσε να γίνει μέσω αύξησης των επενδύσεων και μείωσης των δημοσίων δαπανών. Όμως βρισκόμαστε σε μια κατάσταση η οποία χαρακτηρίζεται από υπερβολικό χρέος.
Ο Klaus Schrader, τόνισε ότι δεν είναι εύκολο να διακρίνουμε ποια από τις δύο θεωρίες ταιριάζει στην Ελλάδα, ενώ σημείωσε ότι οι διαδικασίες μεταρρύθμισης προσπαθούν να αφυπνίσουν τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας. Έμφαση έδωσε στο γεγονός, ότι η Ελλάδα θα πρέπει να ενισχύσει την παραγωγικότητά της και να βρει ένα βιώσιμο επιχειρηματικό μοντέλο που να ταιριάζει με το ρόλο της οικονομίας στο μέλλον, ως μια χώρα που προσπαθεί να κερδίσει έδαφος ώστε να επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ο καθ. Μιχάλης Χαλιάσσος, υποστήριξε σε μεγαλύτερο βαθμό τη θεωρία της παρατεταμένης στασιμότητας, τουλάχιστον για τον ευρωπαϊκό νότο. Ωστόσο, εμφανίστηκε επιφυλακτικός, γιατί όπως εξήγησε, οι θεωρίες δεν μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τους όλες τις συνθήκες. Μέσα από την κρίση και την αβεβαιότητα που τη συνοδεύει, αναπτύχθηκαν παράγοντες που οδήγησαν σε μεγαλύτερες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και σε λιγότερες επενδύσεις από τους επενδυτές, όπως ανέφερε.
Ο καθ. Harold James υποστήριξε ότι υπάρχουν δύο θέματα που καθοδηγούν τη συζήτηση για την παρατεταμένη στασιμότητα: 1) οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης ιδιαίτερα σε αναδυόμενες οικονομίες και 2) οι νέες ευκαιρίες εξαιτίας της τεχνολογικής αλλαγής. Επίσης, τόνισε ότι απαιτούνται συστήματα που να κάνουν αξιόπιστες δεσμεύσεις, ώστε να μειώνεται η αβεβαιότητα και να βελτιώνονται οι προοπτικές για το δημόσιο χρέος και τη διαχείριση του δημόσιου τομέα. Ο Zsolt Darvas θεωρεί ότι υπάρχει μια πολύ μεγάλη στασιμότητα ή πτωτική τάση της παραγωγικότητας σε μεγάλες οικονομίες. Όπως εξήγησε, αν η ζήτηση είναι για παρατεταμένο διάστημα στάσιμη, τότε η παραγωγικότητα και το ΑΕΠ παραμένουν χαμηλά. Υπάρχει μια πολύ χαμηλή ανάπτυξη της παραγωγικότητας και αυτό οφείλεται και στις χαμηλές επενδύσεις.
Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα του δημοσιογράφου Αργύρη Παπαστάθη αναφορικά με το τέλος των μνημονίων στην ελληνική τραγωδία και το τι να αναμένουμε για την ελληνική ανάπτυξη στο μέλλον, ο καθ. Harold James ανέδειξε το ζήτημα της παραβίασης της «σύμβασης των γενεών» που παρατηρείται αυτή τη στιγμή. Ταυτόχρονα, επέμεινε στη δημιουργία κινήτρων ώστε να περιοριστεί η τάση των νέων να αναζητούν θέσεις εργασίας σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Ο καθ. Paolo Manasse, έδωσε έμφαση στην τεχνολογική ανάπτυξη που θα πρέπει να επιδείξει η χώρα, γεγονός που θα συμβάλει, όπως τόνισε, στο να εξέλθει από την ύφεση. Ο καθ. Μιχάλης Χαλιάσσος, αναφέρθηκε στο ρόλο της ποιοτικής εκπαίδευσης του εν δυνάμει παραγωγικού δυναμικού, ενώ ταυτόχρονα τόνισε και τη σημασία της διεύρυνσης της παραγωγικής βάσης και της αύξησης της παραγωγικότητας της χώρας προκειμένου να επέλθει ανάπτυξη. Ο Zsolt Darvas ανέφερε ότι θεωρεί απίθανο η χώρα να εξέλθει από το μνημόνιο το 2018 και ως πιθανότερα σενάρια προείδε, είτε την σύναψη τέταρτου μνημονίου, είτε την αναδιάρθρωση του χρέους - κάτι για το οποίο όμως, δεν φαίνεται να υπάρχει θετική διάθεση από τους Θεσμούς. Ο Klaus Schrader αναφέρθηκε στη σημασία της διασφάλισης από τους Θεσμούς της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, χωρίς αυτό να κλονίζει το ρόλο της εγχώριας διακυβέρνησης. Τόνισε δε, επιπλέον, την αναγκαιότητα επιστροφής των επενδυτών στη χώρα, τη δημιουργία νέου μοντέλου ανάπτυξης και τον προσανατολισμό στις εξαγωγές.