Η Ελλάδα, κυριολεκτικά και μεταφορικά, έχει χρησιμοποιηθεί ως δομικό υλικό ολοκλήρωσης της Ευρωζώνης στη διάρκεια των επτά μνημονιακών χρόνων. Εν ονόματι της «διάσωσής» της συγκροτήθηκαν αρχικά ο EFSF και στη συνέχεια ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), έστω κι αν στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκαν και στις άλλες «διασώσεις», αυτή αποτέλεσε την αφορμή του «αρραβώνα» Ευρωζώνης – ΔΝΤ, η εμπειρία της ελληνικής κρίσης χρέους αποτέλεσε το case study για τον εμπλουτισμό του Συμφώνου Σταθερότητας με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο και το Σύμφωνο για το ευρώ+. Στη διαδοχή όλων αυτών των αποφάσεων προηγείτο πάντα μια περίοδος αναποφασιστικότητας της γερμανικής ηγεσίας, που τελικά ευθυγράμμιζε τις τελικές αποφάσεις των 19 της Ευρωζώνης με τη δική της στρατηγική.
Η διάλυση του επτάχρονου «αρραβώνα»
Αυτό το σκηνικό επαναλαμβάνεται τώρα, με αφορμή το παζάρι για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Παρ’ ότι σ’ αυτή καθεαυτή την αξιολόγηση είναι βέβαιο ότι η ηγεσία του ΔΝΤ και ο Β. Σόιμπλε θα βρουν μια φόρμουλα συμβιβασμού που θα επιτρέψει στο ΔΝΤ να βαφτίσει «μεσοπρόθεσμα βιώσιμο» το ελληνικό χρέος, ο «αρραβών» Ευρωζώνης – ΔΝΤ βαίνει προς διάλυση. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών έχει επανειλημμένα θέσει στο τραπέζι την ιδέα μετεξέλιξης του ESM σε «Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο» (η προηγούμενη φορά ήταν τον περασμένο Ιανουάριο) και έχει αποκαλύψει ότι η ιδέα της εμπλοκής του ΔΝΤ στην Ευρωζώνη δεν ήταν δική του, αλλά ήταν η Μέρκελ που επέμενε σ’ αυτήν. Αυτή τη φορά, όμως, ο Β. Σόιμπλε μίλησε για μια εξέλιξη που μπορεί να συμβεί «βραχυπρόθεσμα». Το γεγονός ότι επέλεξε ως χώρο δημοσιοποίησης της σκέψης του την έδρα του ΔΝΤ και ότι αυτές οι «σκέψεις» συνοδεύτηκαν από μια ξαφνική επίθεση φιλίας προς την ελληνική κυβέρνηση για τις «πιο ρεαλιστικές εκτιμήσεις της σε σχέση μ’ αυτές του ΔΝΤ» υπογραμμίζει σημειολογικά ότι η εταιρική τους σχέση στην Ευρωζώνη έφτασε στο όριό της. Η γερμανική ηγεσία δεν θα πάψει να είναι ποτέ ένας στρατηγικός εταίρος του ΔΝΤ, ιδιαίτερα τώρα που η θεσμική παγκοσμιοποίηση χρειάζεται μια νέα πολιτική ηγεσία, αλλά η τεχνοκρατική εμπλοκή του Ταμείου στην Ευρωζώνη και είναι περιττή, αλλά και δεν είναι πια συμβατή με τον γερμανικό σχεδιασμό για την ολοκλήρωση της νομισματικής ένωσης. Παραδόξως, η οδυνηρή εμπειρία των τριών μνημονίων και των ατέρμονων αξιολογήσεων, ειδικά της τελευταίας, μπορεί να αποδειχθεί όχι μόνο εφαλτήριο απογαλακτισμού της Ευρωζώνης από το ΔΝΤ, αλλά και «μήτρα» του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου.
Η οικονομική διακυβέρνηση στον ESM
Η ολοκληρωμένη ιδέα του Β. Σόιμπλε, άλλωστε, για τη μετεξέλιξη του ESM δεν περιορίζεται στη μετατροπή του σε έσχατο δανειστή κρατών και συστημικών τραπεζών, αλλά στην ανάδειξή του σε «γενικό επιτελείο» της Ευρωζώνης. Για την ακρίβεια, κατά τον Β. Σόιμπλε, ο ESM πρέπει να γίνει η «ανεξάρτητη αρχή»- δηλαδή υπεράνω πολιτικού και κοινοβουλευτικού ελέγχου- που θα αναλάβει τον ρόλο που μέχρι σήμερα έχει η Κομισιόν: την επιτήρηση τω ν προϋπολογισμών και των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών της Ευρωζώνης. Αυτό είναι ένα ανοικτό πεδίο τριβών με την Κομισιόν του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, που αντιθέτως με τον Σόιμπλε, θέλει μια «πιο πολιτική» Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ικανή να διαχειρίζεται με ευελιξία τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας. Η συνταγή οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης που θα επιλεγεί, στο πλαίσιο της «Ευρώπης πολλών ταχυτήτων», είναι υπόθεση που θα κριθεί το διάστημα μετά τις γερμανικές εκλογές, βάσει του οδικού χάρτη που συμφωνήθηκε στην πανηγυρική σύνοδο της Ρώμης. Η γερμανική ηγεσία ευελπιστεί ότι στο μεταξύ θα έχει αποκρυσταλλωθεί η νέα πολιτική γεωγραφία στην Ε.Ε., με πρώτο και βασικότερο σταθμό τις γαλλικές προεδρικές εκλογές, που αύριο κρίνονται στον πρώτο γύρο. Το ότι ο Εμμανουέλ Μακρόν είναι ο εκλεκτός του Βερολίνου το έχει δηλώσει ήδη δημόσια ο Β. Σόιμπλε, έστω κι αν ιδεολογικά πρόσκειται στον Φιγιόν. Αλλά ο Μακρόν είναι ο πολιτικός που θα συγκατανεύσει προθυμότερα στη στρατηγική του Βερολίνου. Άνθρωπος του χρηματοπιστωτικού καρτέλ, αντιλαμβάνεται καλύτερα τη γερμανική φιλοσοφία της «ανεξάρτητης» και στεγανής πολιτικά διακυβέρνησης της νομισματικής ένωσης.