Παρ’ ότι η κυβέρνηση δεν έχει επισήμως αποσύρει το σενάριο της πρόωρης πειραματικής εξόδου στις αγορές ακόμη και μέσα στο καλοκαίρι- αν και ο πρωθυπουργός προχθές όρισε ως «στρατηγικό στόχο» το 2018-, η αδιέξοδη συνεδρίαση του Eurogroup την περασμένη Δευτέρα και τα «ζουμερά» στοιχεία που διέρρευσαν απ’ αυτήν προφανώς δυσχεραίνουν την υλοποίηση αυτού του σχεδίου.
Θα πρέπει να μεσολαβήσει κάτι «θεαματικό» μέχρι τις 15 Ιουνίου, επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup και νέο ορόσημο για συμφωνία πιστωτών και ΔΝΤ, ώστε να δώσουν οι αγορές ομολόγων νέα ώθηση στο σχέδιο αυτό. Οι αποδόσεις των ελληνικών δεκαετών ομολόγων έχουν μείνει περίπου στάσιμες, με ελάχιστες διακυμάνσεις, εδώ και μια εβδομάδα, προδίδοντας μια μάλλον αδιάφορη και ψυχρή αξιολόγηση του αδιεξόδου που καταγράφηκε, με πρωταγωνιστές τους Σόιμπλε και Τόμσεν. Πρόκειται για στάση αναμονής των επενδυτικών κεφαλαίων που προεξοφλεί θετική έκβαση σε τρεις εβδομάδες; Ή μήπως αξιολογούνται λεπτομερέστερα τα δεδομένα που διέρρευσαν για τα τρία σενάρια του ESM για την εξέλιξη ΑΕΠ, χρέους και πρωτογενών πλεονασμάτων;
Τι μετρούν τα επενδυτικά κεφάλαια
Η αλήθεια είναι ότι τα κερδοσκοπικά κεφάλαια που επενδύουν στο κρατικό χρέος, διεσπαρμένο σε ομόλογα διάρκειας τριών, πέντε, δέκα ετών και σπανιότατα μεγαλύτερης, ελάχιστα ενδιαφέρονται για το που θα βρίσκεται η συνάρτηση του χρέους το 2035 ή το 2050. Οπωσδήποτε, όμως, παρακολουθούν εκτιμήσεις πιο βραχυπρόθεσμες, περίπου μέχρι μια δεκαετία από σήμερα. Αν πρόκειται να βγάλουν χρήματα από τα ελληνικά ομόλογα, τους ενδιαφέρει να ξέρουν τι θα γίνει σε τρία, πέντε, το πολύ δέκα χρόνια, που είναι η πιθανή διάρκεια ομολόγων μιας δοκιμαστικής εξόδου στις αγορές. Θα τους ενδιέφερε πολύ περισσότερο εκείνη η κατηγορία νέων ομολόγων που θα είχε πιθανότητα να περιληφθεί στο πρόγραμμα αγορών της ΕΚΤ.
Και στο πεδίο αυτό, τα σενάρια που έβαλε στο χαρτί ο ESM και «αποκάλυψε» στους πιστωτές, στην ΕΚΤ και στο ΔΝΤ για τη συνάρτηση «ΑΕΠ- χρέος- πλεονάσματα» θόλωσαν την εικόνα. Όχι μόνο γιατί προσφέρουν ως μοναδική εγγύηση «βιωσιμότητας» του ελληνικού χρέους την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να παράγει πλεονάσματα 2%-3,5% για δεκαετίες, πράγμα που λίγοι πιστεύουν. Αλλά κυρίως γιατί δεν δείχνουν την παραμικρή διάθεση των Ευρωπαίων πιστωτών να αφήσουν λίγο περισσότερο χώρο στα ιδιωτικά κεφάλαια που επενδύουν στα ομόλογα. Όταν για μια δεκαετία μετά το 2020 το ετήσιο κόστος τοκοχρεολυσίων του επίσημου τομέα, που κατέχει το 84% του ελληνικού χρέους, πιάνει το «ταβάνι» του 15% του ΑΕΠ, το ρίσκο μιας δικής τους επένδυσης σε ελληνικά ομόλογα αυξάνεται κι η προθυμία τους να τ’ αγοράσουν μειώνεται.
Οι εναλλακτικές της Φρανκφούρτης
Τι θα μπορούσε να αλλάξει κάπως αυτήν την αποτρεπτική εικόνα; Η ΕΚΤ. Στην πολύκροτη συνεδρίαση του Eurogroup ο Μάριο Ντράγκι, σύμφωνα με τα διαρρεύσαντα πρακτικά, δεν πήρε θέση στη διένεξη (ή στο στημένο παιχνίδι) Σόιμπλε και Τόμσεν, με αρκετούς ακόμη σε δεύτερους ρόλους. Όμως, με δεδομένο ότι η βάση διαπραγμάτευσης Βερολίνου και ΔΝΤ μέχρι το Eurogroup της 15/6 είναι το σχέδιο παραμονής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα με ετεροχρονισμό του δανεισμού που θα δώσει μετά το τέλος του προγράμματος, η ηγεσία της ΕΚΤ είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει μόνη της στην «ανεξάρτητη» αξιολόγηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που έχει υποσχεθεί ο Ντράγκι, χωρίς να περιμένει αυτή του ΔΝΤ, που αναβάλλεται για το τέλος του 2018. Αν, λοιπόν, η αξιολόγηση κλείσει οριστικά στις 15 Ιουνίου, έστω και με τον διαφαινόμενο συμβιβασμό Βερολίνου – ΔΝΤ, η Φρανκφούρτη θα πρέπει να αποφανθεί για τη βιωσιμότητα του χρέους και για την καταλληλότητα των ελληνικών ομολόγων να ενταχθούν στην ποσοτική χαλάρωση. Φυσικά, για να το κάνει αυτό θα πρέπει να απαιτήσει αυτή πια τις λεπτομέρειες για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα του χρέους, τις ίδιες που ζητάει το ΔΝΤ αλλά είναι διατεθειμένο να κάνει υπομονή μέχρι το 2018. Αν οι πιστωτές και ο ESM δεν δώσουν αυτά τα στοιχεία, η ΕΚΤ υποχρεώνεται να εξηγήσει δημόσια γιατί τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν μη επιλέξιμα. Αυτό, φυσικά, θα ενταφίαζε ή θα δυσκόλευε υπερβολικά το πείραμα της πρόωρης εξόδου στις αγορές. Ή θα το έκανε τόσο ακριβό, ώστε να μην αποτολμηθεί επανάληψή του πριν από το 2018.
Η εναλλακτική λύση είναι να διαπραγματευτεί η ηγεσία της ΕΚΤ με αυτή του ESM έναν «τεχνικό» συμβιβασμό, παράλληλο με τον «πολιτικό» συμβιβασμό με το ΔΝΤ, που θα της επιτρέψει να κηρύξει τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα, έστω και κατά το ολιγόμηνο παράθυρο που ανοίγει μέχρι την εκκίνηση της επόμενης, τρίτης αξιολόγησης. Σ’ αυτή την περίπτωση το σχέδιο «θερινή έξοδος στις αγορές» ανακτά το χαμένο έδαφος, με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας. Όλα όμως παίζονται σε μια λεπτή ρητορική ακροβασία, που ελάχιστα εφάπτεται με την οικονομική πραγματικότητα. Αλλά οι αγορές δεν θέλουν κάτι παραπάνω όταν οσμίζονται εγγυημένο κέρδος.