Κατ’ αρχάς ένα φορολογικό σύστημα οφείλει να είναι αυτό που εννοεί ο όρος: δηλαδή σύστημα. Βασική προϋπόθεση είναι η σταθερότητα των αρχών και των ρυθμίσεών του ώστε να εγγυάται την προβλεψιμότητα τόσο εκ μέρους των φορολογικών αρχών όσο και εκ μέρους των φορολογουμένων.
Ένα φορολογικό σύστημα οφείλει να είναι απλό χωρίς πολυδαίδαλες διαδικασίες κατά την υλοποίηση της φορολογικής πολιτικής με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές άλλη να είναι η πρόθεση του νομοθέτη και αλλιώς να υλοποιείται μία συγκεκριμένη ρύθμιση.
Ένα φορολογικό σύστημα οφείλει να διέπεται από την αρχή της φορολογικής δικαιοσύνης έτσι ώστε να ανταποκρίνεται και στη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της φοροδοτικής ικανότητας.
Ένα φορολογικό σύστημα οφείλει να εξυπηρετεί την αναπτυξιακή πορεία και την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας. Τα φορολογικά κίνητρα και οι λεγόμενες φορολογικές δαπάνες πρέπει να είναι διαφανή ενώ παράλληλα οφείλουν να είναι ενσωματωμένα στον αντι-κυκλικό χαρακτήρα της δημοσιονομικής πολιτικής γενικότερα.
Η φορολογική πολιτική οφείλει να ασκείται με τέτοιον τρόπο ώστε η επαφή του φορολογούμενου πολίτη με τις φορολογικές αρχές να είναι ελάχιστη εάν όχι ανύπαρκτη.
Ως προς την ταμειακή του, τέλος, λειτουργία ένα φορολογικό σύστημα οφείλει να μειώνει στο ελάχιστο το διοικητικό κόστος είσπραξης των βεβαιωμένων φορολογικών εσόδων. Συχνά, μάλιστα, αυτό το κόστος είσπραξης μεταμορφώνεται σε περιττό διοικητικό βάρος για τους φορολογούμενους πολίτες.
Φορολογία Εισοδήματος και Περιουσίας για Επιχειρήσεις
1 Μείωση του φορολογικού συντελεστή που σήμερα είναι 26% από το «πρώτο ευρώ» και αντίστοιχη μείωση του συντελεστή προκαταβολής φόρου.
2 Σταδιακή προσαρμογή του εταιρικού συντελεστή φορολόγησης, με αντίστοιχη αναπροσαρμογή στο φόρο επί των διανεμόμενων κερδών. Στις περιπτώσεις των ατομικών επιχειρήσεων, και των προσωπικών εταιρειών με απλογραφικά βιβλία θα πρέπει να αναζητηθούν εναλλακτικές μορφές φορολόγησης, είτε στο πλαίσιο της εταιρικής φορολόγησης με αφορολόγητο όριο είτε στην κλίμακα των μισθωτών με προοδευτική κλίμακα και δυνατότητα συλλογής αποδείξεων διότι βρίσκονται σε δυσμενέστερη φορολογικά κατάσταση από τις λοιπές κεφαλαιουχικές οντότητες. Ειδικά, οι ΟΕ και ΕΕ που έχουν υποχρεωτική διανομή κερδών φορολογούνται αυτόματα με 26% + 10% (επί του υπολειπόμενου 74%) =33% , βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση.
3 Θεσμοθέτηση αφορολόγητου ποσού με συλλογή αποδείξεων για όλες τις επαγγελματικές ομάδες. Ο αποκλεισμός των ελεύθερων επαγγελματιών από τη δυνατότητα συλλογής έχει δημιουργήσει κοινωνικές ομάδες δυο ταχυτήτων και έχει οδηγήσει στην απαξίωση του μέτρου.
4 Κατάργηση του ΕΝΦΙΑ για ακίνητες περιουσίες που χρησιμοποιούνται από τις επιχειρήσεις ως συντελεστές παραγωγής, όπως και για τις περιπτώσεις εκείνες που έχουμε υποθηκευμένες αξίες και δανειακά βάρη (αφορά ιδιώτες και επιχειρήσεις με δάνεια). Απαραίτητη προϋπόθεση για το νέο φόρο ακινήτων είναι η άμεση αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών.
5 Η διασταύρωση των φορολογικών δηλώσεων θα πρέπει να γίνει εφικτή με τη χρήση του ηλεκτρονικού περιουσιολογίου. Μόλις γίνει η ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων, το σύστημα θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα αυτόματης διασταύρωσης των δηλωθέντων εισοδημάτων, των παρακρατηθέντων φόρων, της κινητής και ακίνητης περιουσίας, των τεκμηρίων, των δηλωθεισών δαπανών για έκπτωση φόρου και τα οικονομικά στοιχεία που προκύπτουν από δάνεια, καταθέσεις και πιστωτικές κάρτες. Η εμπλοκή ιδιωτών λογιστών στην αναγνώριση των προσωπικών αποταμιεύσεων θα δημιουργήσει ζητήματα ηθικού κινδύνου, έλλειψης εμπιστοσύνης και κινήτρων απόκρυψης.
6 Κατάργηση του Τέλους Επιτηδεύματος. Σε αντίθετη περίπτωση και με δεδομένο τον ανταποδοτικό του χαρακτήρα να αποτελέσει επιπρόσθετη πηγή χρηματοδότησης για τον ΟΑΕΕ.
7Η Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης αποτελεί ακόμη ένα μέτρο το οποίο θεσπίστηκε εν μέσω οικονομικής κρίσης προκειμένου να επιτευχθεί η τόνωση των κρατικών εσόδων, με συντελεστές που κυμαίνονται από 1% - 4% για έχοντες εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ. Οι επιβαρύνσεις του συγκεκριμένου μέτρου, (αν και μειώνονται κατά 30% για τα εισοδήματα της χρήσης 2014), συνετέλεσαν στην απομύζηση επιπλέον πόρων από ελεύθερους επαγγελματίες, μισθωτούς και συνταξιούχους. Ως εκ τούτου, ενδείκνυται με τη σταδιακή αποκατάσταση κάποιων βασικών οικονομικών μεγεθών, να αναθεωρηθεί – μέσω της περαιτέρω μείωσης των συντελεστών – είτε ακόμη και να καταργηθεί στο προσεχές χρονικό διάστημα.
8 Θεσμοθέτηση του αφορολόγητου αποθεματικού για τις μικρές επιχειρήσεις έτσι ώστε οι τελευταίες να χρηματοδοτήσουν με ίδια μέσα και χωρίς επιπρόσθετο διοικητικό κόστος τα μικρά επενδυτικά τους σχέδια.
9 Διόρθωση των στρεβλώσεων που δημιουργεί η φορολόγηση των ατομικών επιχειρήσεων με αντικειμενικά κριτήρια σε ένα οικονομικό περιβάλλον επταετούς ύφεσης .
10 Κατάργηση της διάταξης του Ν. 472/2013 όπου δεν υπάρχει δυνατότητα μεταφοράς ζημιάς από ατομικές μόνο επιχειρήσεις όταν φορολογούνται με την χρήση αντικειμενικών κριτηρίων .
ΙΙΙ. Φόρος Προστιθέμενης Αξίας
1 Να διατηρηθεί ο συντελεστής του ΦΠΑ σε χαμηλά επίπεδα – δηλαδή στο 13% ή ακόμα και χαμηλότερα. Η ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά ότι η θεσμοθέτηση ενός ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ μεγαλύτερου από το 13% θα περιορίσει ακόμα περισσότερο την κατανάλωση των νοικοκυριών και θα μειώσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Η συζήτηση περί ενιαίου συντελεστή αγνοεί τα συγκριτικά μειονεκτήματα της χώρας έναντι των όμορων ανταγωνιστικών χωρών (στους τομείς τουρισμού, εστίασης) που έχουν μεγαλύτερη νομισματική και φορολογική ευελιξία.
2 Η πρόβλεψη για χρήση πιστωτικής/ χρεωστικής κάρτας για συναλλαγές άνω των 300€ και συναλλαγές που θα συνδέονται με τη συλλογή αποδείξεων/λοταρία δε θα πρέπει να οδηγεί καταναλωτές και επιχειρήσεις σε επιπρόσθετα βάρη (πχ συνδρομές από τράπεζες, προμήθειες συναλλαγών επί τζίρου).
3 Εξαίρεση από το καθεστώς του ΦΠΑ επιχειρήσεων με ετήσιο κύκλο εργασιών κάτω των 20.000 ευρώ.
4 Συμψηφισμός οφειλών – συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ – μεταξύ ιδιωτών, επιχειρήσεων, Δημοσίου και ΝΠΙΔ για την οριστική επίλυση ενός χρονίζοντος προβλήματος, που φαλκιδεύει την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα και αφήνει απροσδιόριστες τις υποχρεώσεις του δημοσίου.
IV. Διοικητικά θέματα
1 Θα πρέπει να γίνει απόλυτα σαφής η διαδικασία και οι τεχνικές του έμμεσου προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΦΔ και ΚΦΑΣ. Σε αντίθετη περίπτωση, ο προσδιορισμός εναπόκειται στην κρίση του εκάστοτε φορολογικού υπαλλήλου, το οποίο πιθανότατα θα δημιουργήσει προβλήματα στην όλη διαδικασία. Πρέπει να προσδιοριστούν σαφείς κανόνες εμπλοκής και ελέγχου των υπηρεσιών.
2 Στη διαδικασία αξιολόγησης της ενδικοφανούς προσφυγής, απαιτείται η σύσταση των περιφερειακών υπηρεσιακών επιτροπών που θα ελέγχουν τα στοιχεία των επιχειρήσεων σε τοπικό περιφερειακό επίπεδο. Θα πρέπει να εκπροσωπηθεί θεσμικά και ο επιχειρηματικός κόσμος, ώστε να υπάρχει και η άποψη της αγοράς για τον τρόπο διαχείρισης.
3 Σχετικά με το γεγονός ότι με το νέο νόμο οι ποινικές διώξεις συνεχίζονται, θα πρέπει να διερευνηθεί η πιθανότητα επαναφοράς του διοικητικού συμβιβασμού με ταυτόχρονη παύση της ποινικής δίωξης σε περίπτωση συμβιβασμού και καταβολής των προστίμων. Το ζητούμενο είναι η συμμόρφωση και η είσπραξη των διαφυγόντων ποσών του δημοσίου και όχι η φυλάκιση των φορολογουμένων.
4 Σε αντιδιαστολή με την αυστηρή διαδικασία επιβολής ποινών, έχουμε προτείνει τη δημιουργία μιας πρωτοβάθμιας Συμβουλευτικής Υπηρεσίας που θα ασκεί προληπτικό έλεγχο παρέχοντας προτάσεις, διεξόδους, λύσεις στις επιχειρήσεις και όχι ποινές για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης (αυτός ο ρόλος μπορεί να αποδοθεί σε νέες δομές συμβουλευτικής, κοινωνικούς εταίρους μέσω προγραμμάτων ΕΣΠΑ).
5 Εξορθολογισμός προστίμων και επιβαλλόμενων ποινών ανάλογα με το είδος της παράβασης και το διαφυγόν αποτέλεσμα. Τα υπερβολικά πρόστιμα για τυπικές παραβάσεις/μικρές καθυστερήσεις πρέπει αν αναθεωρηθούν.
6 Αξιοποίηση των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ), μέσω της μετατροπής τους σε χώρο διεκπεραίωσης φορολογικών υποθέσεων των πολιτών για υποθέσεις άμεσης διευθέτησης. Παράλληλα, να δοθεί κατεύθυνση αναδιοργάνωσης των φορολογικών υπηρεσιών, μέσω της δημιουργίας ειδικών μονάδων, οι οποίες θα έχουν ως αποκλειστικό αντικείμενο την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής συγκεκριμένων ομάδων φορολογουμένων, όπως των μεγαλοφειλετών του Δημοσίου και των ιδιοκτητών μεγάλης ακίνητης περιουσίας. Επιπρόσθετα, να δοθεί έμφαση στον καλύτερο έλεγχο των ενδοομιλικών συναλλαγών (διασταυρώσεις με διεθνείς βάσεις δεδομένων, ρόλος Επιτροπής Ανταγωνισμού) και σε κάθε περίπτωση πρέπει να εξαιρεθούν από την διαδικασία οι οντότητες με απλογραφικά βιβλία από τη υποβολή του κοστοβόρου φακέλου τεκμηρίωσης .
7 Σχετικά με την καταπολέμηση του παρεμπορίου, απαιτείται αποτελεσματικότερη παρέμβαση στα σημεία στα τελωνεία με σαρωτές ακτίνων Χ. Το παρεμπόριο και η παράνομη διακίνηση αγαθών αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Ειδικότερα, στην περιφέρεια και στα βόρεια σύνορα παρατηρείται το φαινόμενο, λόγω της έλλειψης στελέχωσης και υποδομών, να συντηρείται η παράνομη ή παράτυπη διακίνηση αγαθών.
Λοιπά Φορολογικά Θέματα
1 Να θεσμοθετηθεί αφορολόγητο έως τα 200.000 ευρώ ως προς το φόρο υπεραξίας μεταβίβασης επιχειρήσεων μεταξύ συγγενών Α΄ Βαθμού για λόγους συνταξιοδότησης και να απλοποιηθεί η διαδικασία μεταβίβασης σε περίπτωση ατομικής οντότητας με απλή δήλωση αλλαγής των δύο ΑΦΜ.
2 Να εξεταστεί η μείωση του φόρου υπεραξίας μεταβίβασης επιχειρήσεων και σε τρίτο εφόσον δεν υπάρχει φυσική διαδοχή έτσι ώστε να μεταβιβάζεται η επιχείρηση και σε κάποιον εργαζόμενο της.
3 Πρόσφατα η Κυβέρνηση ψήφισε διάταξη με την οποία επιβάλλεται προκαταβολή φόρου 26% στις συναλλαγές ελληνικών επιχειρήσεων με εταιρείες που εδρεύουν σε χώρες με προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Ενώ η πρόθεση της Κυβέρνησης είναι και ορθώς να περιορίσει τις εικονικές και τριγωνικές συναλλαγές εντούτοις για ακόμη μια φόρα αυτή που τελικά θα την πληρώσουν είναι οι επιχειρηματίες εκείνοι που δραστηριοποιούνται και συναλλάσσονται επιχειρηματικά με καθ’ όλα νόμιμους τρόπους. Αυτοί θα στερηθούν ένα σημαντικό μέρος της ρευστότητας τους. Αυτοί θα επιφορτιστούν με νέα διοικητικά και γραφειοκρατικά βάρη για να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες. Θεωρούμε ότι άμεσα θα πρέπει η διάταξη αυτή να καταργηθεί και το πολύ σοβαρό αυτό ζήτημα να επανεξεταστεί ύστερα και από σχετική συζήτηση με την επιχειρηματική κοινότητα.
4 Σχετικά με την ανάγκη διεύρυνσης των ηλεκτρονικών συναλλαγών και τον αποτελεσματικότερο εντοπισμό της φοροδιαφυγής, η ΓΣΕΒΕΕ τάσσεται υπέρ του εκσυγχρονισμού των συστημάτων των ΜμΕ και της άμεσης διασύνδεσης με τις ΔΟΥ, επισημαίνει όμως ότι το κόστος μετάβασης δε θα πρέπει να βαρύνει τις επιχειρήσεις, και προτείνει ότι πρέπει να υπάρξουν αντίστοιχες προβλέψεις για φοροαπαλλαγές και μειώσεις φόρου. Επισημαίνεται, επίσης, ότι η δικλείδα για την αποτροπή της φοροδιαφυγής είναι κυρίως ο προληπτικός έλεγχος , οι ουσιαστικοί έλεγχοι, η φορολογική δικαιοσύνη και τα κατάλληλα κίνητρα προς καταναλωτές και επιχειρήσεις.
5 Αντίστοιχα, σχετικά με την υιοθέτηση του πορτογαλικού μοντέλου κλήρωσης- λοταρίας, θεωρούμε ότι σε ένα τέτοιο σύστημα θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη ίσης πρόσβασης/ συμμετοχής των πολιτών και των επιχειρήσεων στις διαδικασίες κληρώσεων. Τούτο σημαίνει επιδότηση του κόστους μετατροπής των φορολογικών μηχανών και πρόσβαση ειδικών ομάδων πληθυσμού στο ηλεκτρονικό χρήμα/ ηλεκτρονική διασύνδεση αποδείξεων μέσω κινητού. Δε θα πρέπει να αποκλειστούν ομάδες πληθυσμού από αυτή τη δυνατότητα.
Μέτρα για την επανεκκίνηση της Ελληνικής Οικονομίας – Ρυθμίσεις οφειλών προς το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία
Ευεργετικές θεωρεί η ΓΣΕΒΕΕ τις περισσότερες διατάξεις που εισήγαγε η συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης στο νομο «Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της Οικονομίας» που αφορούν στη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών. Ταυτόχρονα όμως είναι αρκετά ανελαστικό και ελλιπές ως προς τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών ενώ απέχει από τη διατύπωση μιας ολοκληρωμένης συνεκτικής πρότασης για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ΟΑΕΕ.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά στις φορολογικές ρυθμίσεις η ΓΣΕΒΕΕ υπογραμμίζει ότι διευκολύνονται οι οφειλέτες σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία, αναστέλλονται τα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης και απαλλάσσονται από ποινικές ευθύνες μεγάλη κατηγορία οφειλετών. Η ΓΣΕΒΕΕ όμως επισημαίνει τις εξής παραμέτρους που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη:
- Δεν προβλέπεται κάποιο εισοδηματικό κριτήριο, αναφορικά με το ύψος της οφειλής που δύναται να καταβάλλει ο οφειλέτης (πχ να μην υπερβαίνει το 20% του μηνιαίου εισοδήματος).
- Δεν υπάρχει πρόβλεψη για υποχρεωτικό συμψηφισμό οφειλών δημοσίου και ιδιωτών. Αντίστοιχα, δεν υπάρχει πρόβλεψη για απόδοση επιστροφών προς τους ιδιώτες από το δημόσιο.
- Δεν υπάρχει πρόβλεψη για μείωση των υπέρογκων προστίμων που προκύπτουν για τυπικές και διαδικαστικές παραβάσεις.
- Δε λαμβάνεται μέριμνα για όσους συνεπείς φορολογούμενους είχαν κάνει εκπρόθεσμες καταβολές οφειλών αλλά και προστίμων, προσαυξήσεων και για τους οποίους παραμένει μέρος της οφειλής.
Δεν περιλαμβάνεται ρύθμιση για τις οφειλές στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης παρά την εκφρασμένη άποψη της ΓΣΕΒΕΕ και της ΚΕΔΕ.