Κομβικό σημείο του κειμένου, είναι αφενός η ενοποίηση όλων των ταμείων Κύριας Ασφάλισης, αφετέρου η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μία ποσοστιαία μονάδα για εργοδότες και κατά μισή μονάδα για εργαζόμενους. Από την αύξηση των εισφορών, το υπουργείο Εργασίας προσδοκά έσοδα άνω των 400 εκατ. ευρώ ετησίως, γεγονός που αν γίνει αποδεκτό από τους θεσμούς, θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να οδηγήσει σε διατήρηση των κύριων συντάξεων στα ίδια επίπεδα. Οι θεσμοί όμως έχουν ήδη εκφράσει τη διαφωνία τους επί του συγκεκριμένου θέματος.
Για το λόγο αυτό επανακάμπτει η πρόταση για επιβολή φόρου στις τραπεζικές συναλλαγές άνω των 1.000 ευρώ (ένα τοις χιλίοις), που επίσης όμως προβληματίζει η αποτελεσματικότητά του. Ο λόγος είναι ότι η επιβολή των capital controls, έχει επηρεάσει ακριβώς το σκέλος των συναλλαγών, οι οποίες από το όριο και άνω, έχουν περιοριστεί σημαντικά.
Στο σκέλος των επικουρικών συντάξεων, φαίνεται ότι η κυβέρνηση συναινεί στην περικοπή τους για να υπάρξει αντίστοιχη μείωση στο έλλειμμα του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ). Μόνο που η περικοπή αυτή θα γίνει από τα 170 ευρώ και άνω, γεγονός που περίπου το 47% των επικουρικών συντάξεων. Ανοιχτό επίσης παραμένει το ενδεχόμενο να αυξηθεί κατά μία ποσοστιαία μονάδα η ασφαλιστική εισφορά και για το σκέλος της επικουρικής ασφάλισης.
Στο σκέλος της ενοποίησης των Ασφαλιστικών Ταμείων, ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει και η αντίστοιχη ενοποίηση των ασφαλιστικών εισφορών για όλους τους ασφαλισμένους, στα επίπεδα του ΙΚΑ. Με αυτό το δεδομένο, οι εισφορές θα ανέρχονται στο 20%, κάτι που αν συμβεί επηρεάζει αρνητικά κυρίως τους ασφαλισμένους – αγρότες του ΟΓΑ. Η χρονική διακύμανση κατά την οποία θα υπάρξει η αύξηση των εισφορών, παίζει καθοριστικό ρόλο, με τους θεσμούς να έχουν εκφράσει την απαίτηση η διαδικασία να έχει ολοκληρωθεί, το αργότερο έως το 2018.