Δεν μας εκπλήσσει πλέον τίποτα, στεκόμαστε παγεροί απέναντι στην ανάγνωση της γυναικοκτονίας όταν αυτή αποκαλυφθεί, συνεχίζουμε να έχουμε την οργή που είχαμε στην πρώτη υπόθεση, εκείνη της Ελένης Τοπαλούδη, που άνοιξε τον δρόμο για να χρησιμοποιούμε αυτό τον όρο, όμως πια δεν πέφτουμε από τα σύννεφα.
Ξέρουμε και προσπαθούμε να εξηγήσουμε στους γύρω πόσο δύσκολο είναι να είσαι γυναίκα. Φοβόμαστε για τις φίλες μας και ορισμένες φορές φοβόμαστε και τους συντρόφους μας. Πλέον ο φόβος και η αμφιβολία είναι βαθιά ριζωμένα μέσα μας. Δεν εμπιστευόμαστε κανέναν εύκολα, μας προστατεύουμε και αυτό γιατί δεν θέλουμε να δούμε το όνομα μας στα δελτία ειδήσεων.
Οι περισσότερες έχουμε υπάρξει θύματα, είτε σωματικής είτε ψυχολογικής κακοποίησης και αυτό το καταλαβαίνεις από μία συζήτηση που κάνουμε μεταξύ μας και το τι ακούγεται γύρω από την φράση «τοξική σχέση». Έχουμε υποστεί από κάποιον σε κάποια φάση της ζωής μας την καταπίεση.
«Μην φορέσεις αυτό το ρούχο», «μην βγεις με τις φίλες σου» και την δεχτήκαμε γιατί αυτό πιστέψαμε πως είναι το φυσιολογικό.
Όμως, τώρα πια η κατάσταση ξέφυγε. Μπορεί να ήταν έτσι επί χρόνια, αλλά στο σήμερα μέσω των των social media να μαθαίνουμε την κάθε υπόθεση και πλέον δεν αντέχουμε.
Oι περισσότερες και κυρίως οι γυναίκες των προηγούμενων γενεών δεν μπορούν να διακρίνουν τα στοιχεία που μπορεί να οδηγήσουν σε μια γυναικοκτονία γιατί μπορεί και οι ίδιες να τα αξιολογούν ως «φυσιολογικά» σε σχέση με το πώς έχουν μεγαλώσει.
Ακόμη μια γυναικοκτονία στη χώρα μας. «Αυτή τη φορά…». Πλέον συνηθίζουμε το τέρας. Συνηθίζουμε να ακούμε για γυναίκες που ένιωσαν ασφαλείς, αγάπησαν, αγκάλιασαν, φίλησαν άντρες, οι οποίοι έμελλε να τις προδώσουν με τον πιο φρικτό, απάνθρωπο, βίαιο τρόπο. Βλέπουμε τις φωτογραφίες τους πριν το κακό, να χαμογελούν στο φακό, με τον μέλλοντα δολοφόνο τους δίπλα. Αποστροφή.Τι νιώθω στο άκουσμα της λέξης γυναικοκτονία; Οργή νιώθω, περισσότερη και από τη στενοχώρια. Και ένα σφίξιμο στο στομάχι. Και μια αγωνία για το ποια θα είναι η επόμενη. Γιατί αυτή φαίνεται πως είναι η κανονικότητα στην Ελλάδα του 2024. Όχι αν θα είναι, αλλά ποια θα είναι. Και πόσο θα αργήσει να είναι.
Η «γυναικοκτονία» (femicide στα αγγλικά) είναι όρος διεθνής που έχει υιοθετηθεί από τον ΟΗΕ, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Να επισημάνουμε αρχικά ότι δεν ορίζεται ως «γυναικοκτονία» κάθε φόνος, κάθε δολοφονία γυναίκας. Ο όρος «γυναικοκτονία» δηλώνει τη δολοφονία γυναίκας επειδή είναι γυναίκα, είναι σύντροφος, μπορεί σύζυγος, είναι μητέρα ή κόρη. Δεν θα έχουμε «γυναικοκτονία» αν κάποιος εισβάλει π.χ. στην τράπεζα, στο πολυκατάστημα και προβεί σε ένοπλη ληστεία με θύματα γυναίκες. Ούτε αν κάποιος σκοτώσει γυναίκα για διαφορές επί ακίνητης περιουσίας.
Η«γυναικοκτονία» δεν είναι μόνο έγκλημα κατά της ζωής, είναι έγκλημα κατά του γυναικείου φύλου και αποτελεί το αποκορύφωμα μιας έμφυλης βίας.
Αποτελεί συνεπώς ολοκλήρωση και αποκορύφωση ενός φάσματος συνεχούς βίας, που ξεκινάει από το σεξιστικό μπούλινγκ, τη σεξουαλική παρενόχληση, τον βιασμό, την ενδοοικογενειακή βία κτλ.
Βασικό χαρακτηριστικό του άνδρα που διαπράτει γυναικοκτονία είναι η ανασφάλεια, σε συνδυασμό με την πολύ χαμηλή αυτοπεποίθηση και τα έντονα συμπλέγματα κατωτερότητας. Το οξύμωρο είναι ότι οι άντρες αυτοί πολλές φορές παρουσιάζουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα: μία πλαστή εικόνα αυτοπεποίθησης, σιγουριάς και ασφάλειας.
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό των προσωπικοτήτων αυτών είναι η ανικανότητα τους να αγαπήσουν και να σχετιστούν με αμοιβαιότητα. Για να αγαπήσει κάποιος βαθειά θα πρέπει να μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι το αντικείμενο αγάπης του υπάρχει ως ξεχωριστή οντότητα και όχι ως υποχείριο ή προέκταση του εαυτού του. Οι άντρες αυτοί παρουσιάζονται αρχικά ως πολύ περιποιητικοί και φροντιστικοί. Είναι «πάντα εκεί», πρόθυμοι να ικανοποιήσουν όλες τις ανάγκες της συντρόφου τους. Ωστόσο, αυτό είναι ψεύτικο. Η δοτικότητα του «κακοποιητικού άντρα» δεν αντανακλά ένα πηγαίο και αυθεντικό αίσθημα αγάπης και ευγνωμοσύνης, αλλά είναι μία προσπάθεια να αποκομίσουν δευτερογενή οφέλη. Με άλλα λόγια, δίνουν όχι γιατί επιθυμούν να δώσουν, αλλά γιατί επιθυμούν να σαγηνεύσουν το αντικείμενο αγάπης.
(Η Ιφιγένεια Θεοχαρίδη είναι Ψυχολόγος -Θεατρολόγος Συντονίστρια ΝΕ Θεάματος-Ακροάματος ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ, ΟΜ Θεάτρου)