Όπως σημείωσαν, το επιχείρημα αυτό αποπειράται να απαλείψει η ηγεσία του υπουργείου Δικοικητικής Μεταρρύθμισης και ο υπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, καθιερώνοντας ως μεταβατικό στάδιο τον επιμερισμό των εργαζομένων στις κατηγορίες των κακών, των καλών και των αρίστων, με την πρώτη κατηγορία να αφορά τουλάχιστον το 15% των υπαλλήλων.
Αυτό το 15%, υποστήριξαν οι ομιλητές, θα μπορεί στη συνέχεια με ευκολία να απολυθεί, αφού τυπικά θα έχει περάσει από τη διαδικασία της αξιολόγησης. Για τον λόγο αυτό, είπε ο κ. Παπαδημητρίου, το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης προωθεί ατύπως προς τις Γενικές Διευθύνσεις των υπουργείων την άποψη να ενταχθούν στο 15% οι «κακοί» υπάλληλοι, κατά προτίμηση οι συνταξιούχοι και όσοι έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα. Μάλιστα, όπως είπε ο κ. Παπαδημητρίου, η άποψη αυτή έχει διατυπωθεί δημοσίως κατά τη διάρκεια σεμιναρίων που έγιναν για την εφαρμογή του νόμου περί αξιολόγησης.
Σε ό,τι αφορά το κύριο επιχείρημα του κ. Μητσοτάκη, ότι στο Δημόσιο όλοι κρίνονται ως «άριστοι», ο κ. Παπαδημητρίου υποστήριξε ότι, στη συνάντηση που είχαν προ ημερών με την ηγεσία του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, ζήτησαν από τον υπουργό να παραθέσει τα στοιχεία στα οποία βασίζει τη «θεωρία περί αρίστων», τουλάχιστον στο υπουργείο που προΐσταται, και κάτι τέτοιο δεν στάθηκε δυνατό. Το ΔΕΕ απευθύνθηκε σχετικά στις διοικήσεις σειράς υπουργείων με το ερώτημα εάν έχει ζητηθεί από το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης να παραδώσουν κατάλογο αρίστων και η απάντηση ήταν ότι ουδέποτε τους ζητήθηκε. Επίσης, ο κ. Παπαδημητρίου επέκρινε μέσα ενημέρωσης, που -όπως είπε- αβασάνιστα «αναμασούν» το κυβερνητικό επιχείρημα πως σχεδόν όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι αξιολογούνται σήμερα σαν άριστοι.
Η γγ του ΔΕΕ κατηγόρησε την ηγεσία του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης ότι δεν λαμβάνει υπόψην της τη γενική παραδοχή πως η αξιολόγηση των υπαλλήλων πρέπει να γίνεται σε σχέση με την αποδοτικότητα της οργανικής μονάδας στην οποία υπηρετούν και ότι στόχος της αξιολόγησης είναι η αποδοτικότητα.
Αναφερόμενη στη μελέτη του ΔΕΕ, που παραδόθηκε την περασμένη Δευτέρα στην ηγεσία του υπουργείου, η κ. Πεντότη σημείωσε ότι στο σύστημα αξιολόγησης που υιοθετήθηκε δεν υπάρχουν μετρήσιμοι δείκτες, δεν υπάρχουν κριτήρια, αλλά αποτιμάται μόνο η υποκειμενική άποψη του ενός αξιολογητή. Όπως υποστήριξε, με το σύστημα του υπουργείου «οδηγούμαστε σε υποκειμενική αυθαιρεσία, που θα δημιουργήσει προβλήματα στις υπηρεσίες και θα έχει συνέπεια στην απόδοση των εργαζομένων». «Πρόκειται για ένα τιμωρητικό σύστημα, που δεν ενέχει κίνητρα απόδοσης», τόνισε.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της ΠΟΕ-ΟΤΑ Θέμης Μπαλασόπουλος υποστήριξε ότι μετά τη συνάντηση με την ηγεσία του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και την παράδοση της μελέτης του Διοικητικού Επιμελητηρίου, που αποδομεί τεχνοκρατικά τον νόμο, ακολούθησε από την πλευρά του υπουργείου επίθεση συκοφάντησης και εσκεμμένης παραπληροφόρησης σε ό,τι αφορά την αντίδραση των εργαζομένων.
Όπως είπε ο κ. Μπαλασόπουλος, οι εργαζόμενοι δεν αντιδρούν στον έλεγχο των πλαστών εγγράφων, είναι υπέρ της αξιολόγησης, αλλά κατά του επανέλεγχου τής μετατροπής των συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου. Διότι οι μετατροπές αυτές έγιναν μετά από έλεγχο από τις υπηρεσίες και το ΑΣΕΠ. Όπως χαρακτηριστικά είπε, δεν μπορεί το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, 10-20 χρόνια μετά την αξιολόγηση για τη μετατροπή των συμβάσεων, να θέλει να τις κρίνει εκ νέου και με δεδομένο ότι οι μετατροπές αυτές έγιναν μετά από αγώνες και κινητοποιήσεις των εργαζομένων κατά της ομηρίας τους. «Η κυβέρνηση θέλει να δημιουργήσει στρατιά υπό απόλυση εργαζομένων» είπε ο κ. Μπαλασόπουλος και υποστήριξε ότι ο επανέλεγχος γίνεται κυρίως στο εργατοτεχνικό προσωπικό, διότι η κυβέρνηση θέλει να εκχωρήσει τις συγκεκριμένες αρμοδιότητες στα μεγάλα συμφέροντα.
Ο κ. Μπαλασόπουλος επανέλαβε ότι η ΠΟΕ-ΟΤΑ έχει εμπιστοσύνη στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ), στην Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (ΕΕΤΑΑ) και στο Κοινωνικό Πολύκεντρο της ΑΔΕΔΥ και προτείνει να αναλάβουν οι συγκεκριμένοι οργανισμοί την ετοιμασία του μοντέλου αξιολόγησης. Αναφερόμενος ειδικά στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, σημείωσε ότι ενέχει ιδιαιτερότητες και δεν μπορεί να εφαρμοσθεί το ίδιο μοντέλο με τον στενό Δημόσιο Τομέα. Στην ίδια δε την Τοπική Αυτοδιοίκηση, σημείωσε, δεν μπορεί το ίδιο μοντέλο που θα ισχύσει για ένα μεγάλο μητροπολιτικό δήμο, να ισχύσει για έναν ορεινό ή έναν νησιωτικό δήμο.
Τέλος, ο κ. Παπαδημητρίου διερωτήθηκε για τη μεταβατική ισχύ της συγκεκριμένης ρύθμισης και πρόσθεσε ότι αξιολόγηση σημαίνει κρίση, ελεύθερη βούληση και δεν νοείται αξιολόγηση δια της βίας. Τα συστήματα αξιολόγησης, υποστήριξε, δεν εφαρμόζονται με απλή αντιγραφή προγραμμάτων που έχουν εφαρμοσθεί στο παρελθόν από πολυεθνικές, οι οποίες στη συνέχεια τα απέρριψαν, διότι αποδείχθηκαν επιβλαβή στην οργανωσιακή συμπεριφορά και στη δυναμική των ομάδων.