Σε εγκύκλιό του το ΙΚΑ, τονίζει ότι «οι επιχορηγήσεις που λαμβάνουν οι Δήμοι, οι Περιφέρειες και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι επιχειρήσεις του άρθρου 252 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, όπως ισχύει και οι επιχειρήσεις Περιφερειών του άρθρου 194 του ν. 3852/2010 από εθνικούς πόρους ή συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την επίτευξη κοινωφελούς σκοπού, κατά τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 4182/2013 (Α' 185), δεν κατάσχονται και δεν συμψηφίζονται».
Για την είσπραξη των επιχορηγήσεων αυτών, επιτρέπεται στο εξής να χορηγείται από το ΙΚΑ αποδεικτικό φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί έκδοσης βεβαίωσης μη οφειλής από τις δημόσιες οικονομικές Υπηρεσίες και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Κατά συνέπεια στους εργοδότες που εμπίπτουν στην ανωτέρω διάταξη επιτρέπεται η χορήγηση χειρόγραφης ενημερότητας,και μόνο για την είσπραξη της επιχορήγησης, χωρίς να εξετάζονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΙΚΑ τυχόν ληξιπρόθεσμες οφειλές (που ενδέχεται να προέρχονται από μη ληφθείσες επιχορηγήσεις).
Η ισχύς της εν λόγω Βεβαίωσης Ασφαλιστικής Ενημερότητας θα είναι ως την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοσή της.
Στην ίδια εγκύκλιο υπενθυμίζεται ότι για τις ίδιες επιχειρήσεις η προθεσμία καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών τους, είναι η τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από αυτόν που καταβλήθηκε από την υπηρεσία χρηματοδότησης η σχετική επιχορήγηση - συνδρομή.
Κατά συνέπεια για τις ανωτέρω επιχειρήσεις, για τις ασφαλιστικές εισφορές που προκύπτουν από την ασφαλιστική τακτοποίηση των απασχολουμένων τους, κατά την υλοποίηση των προγραμμάτων που συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την επίτευξη κοινωφελούς σκοπού, ως καταληκτική ημερομηνία καταβολής των εισφορών ορίζεται η τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από αυτόν που καταβλήθηκε από την υπηρεσία χρηματοδότησης η σχετική αντίστοιχη επιχορήγηση - συνδρομή.
Η διοίκηση του ΙΚΑ επισημαίνει ότι «τα αναλογούντα πρόσθετα τέλη που θα προκύπτουν από Πράξεις Επιβολής Πρόσθετων Τελών (ΠΕΠΤ), θα πρέπει με ενέργειες του αρμόδιου Υποκαταστήματος, οίκοθεν να ακυρώνονται ή να μειώνονται αναλόγως, εφόσον δεν πρόκειται για το συνολικό ποσό, με αιτιολογία κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου πέμπτου του ν.4380/2016.
Σε περίπτωση που τα αναλογούντα πρόσθετα τέλη δεν έχουν καταλογιστεί με πράξη και οι αναλογούσες εισφορές καταβληθούν μετά από Πράξη Επιβολής Εισφορών, θα πρέπει με Υπηρεσιακό Σημείωμα από το αρμόδιο Υποκατάστημα προς την Ταμειακή Υπηρεσία (ΚΕΑΟ), να ζητηθεί η εξόφληση μόνο της κύριας εισφοράς. Κατά συνέπεια η εξόφληση θα πραγματοποιείται χωρίς τα αναλογούντα πρόσθετα τέλη.
Η απαλλαγή με βάση τα ανωτέρω θα συντρέχει εφόσον από την Υπηρεσία χρηματοδότησης προκύπτει εγγράφως ότι ο (δικαιούχος) φορέας επιχορηγήθηκε για την υλοποίηση του προγράμματος που εκτελεί, με ρητή μνεία της ημερομηνίας καταβολής της επιχορήγησης συνόλου ή τμήματος αυτής.