Η ελληνική πλευρά, βρίσκεται εγκλωβισμένη, ανάμεσα στην πίεση για μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ ή 1,8 δισ. ευρώ και στην κακή πορεία των εσόδων από τις ασφαλιστικές εισφορές. Οι εκπρόσωποι των δανειστών έχουν ζητήσει από την ελληνική πλευρά να καταθέσει επίσημα στοιχεία σχετικά με την πορεία των εσόδων έως τώρα, όπως επίσης και την εκτίμηση για την αντίστοιχη πορεία τους, κατά τη διάρκεια του έτους. Από τα πρώτα στοιχεία που έχουν γίνει γνωστά φαίνεται ότι η αρχική απόκλιση, σε σχέση με τον στόχο ήταν στα επίπεδα των 50 εκατ. ευρώ. Έως το τέλος Φεβρουαρίου είχαν εισπραχθεί περίπου 80 εκατ. ευρώ έναντι στόχου για 130 εκατ. ευρώ και βεβαιωμένων οφειλών που ανέρχονται σε 250 εκατ. ευρώ. Η ελληνική πλευρά προσδοκά ότι με την παράταση που δόθηκε έως τις 17 Μαρτίου θα καταστεί εφικτό να καλυφθεί το άνοιγμα που προέκυψε. Επίσης, θεωρεί ότι κάθε μήνας που θα ακολουθεί η κατάσταση θα βελτιώνεται από η πορεία είσπραξης των εισφορών θα ομαλοποιηθεί.
Οι θεσμοί από την πλευρά τους και ειδικά το ΔΝΤ, ανεξάρτητα από την πορεία των εσόδων, πιέζουν ώστε να συμφωνήσει η κυβέρνηση σε πετσόκομμα των κύριων συντάξεων, μέσω της προσωπικής διαφοράς. Μένει να ξεκαθαρίσει εάν οι όποιες περικοπές γίνουν συνολικά το 2019 ή εάν θα γίνουν σταδιακά από το 2020 έως το 2025, όπως επιθυμεί η ελληνική πλευρά.
Το υπουργείο Εργασίας, στις διαπραγματεύσεις όλης της περασμένης εβδομάδας «έπαιξε το χαρτί» των εσόδων από τα αποθεματικά των Ασφαλιστικών Ταμείων, με βάση τις αποδόσεις του Κοινού Κεφαλαίου. Η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι μπορεί να προκύψουν έσοδα που θα υπερβούν τα 400 εκατ. ευρώ. Όμως το υπόλοιπο 1,4 δισ. ευρώ που απομένει να αποσαφηνιστεί, είναι πιθανό να προκύψει από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς.