O μέσος αυτός όρος, υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών δια του συνολικού χρόνου ασφάλισής του. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ'όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου. Δεν υπόκεινται σε εισφορές τα 140,8 ευρώ της ειδικής παροχής που λαμβάνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι με βάση το ενιαίο μισθολόγιο, όπως προκύπτει από εγκύκλιο που εξέδωσαν τα συναρμόδια υπουργεία Εργασίας και Οικονομικών.
Ειδικότερα για παλαιούς ασφαλισμένους στο Δημόσιο, ισχύει ότι από 1-1-2017, ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται αυτές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές:
1. o βασικός μισθός, όπως αυτός καταβάλλεται
2. το καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης .
3. το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας μόνο για όσους υπηρετούν στους Ο.Τ.Α. α' βαθμού και έχουν ενταχθεί στο καθεστώς των Β.Α.Ε.
Για νέους ασφαλισμένους στο δημόσιο ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται αυτές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές:
1. ο βασικός μισθός, όπως αυτός καταβάλλεται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015
2. η οικογενειακή παροχή (άρθρο 15 του ν. 4354/2015)
3. το καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης (άρθρο 16 του ν. 4354/2015)
4. το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας (άρθρο 18 του ν. 4354/2015), ανεξαρτήτως εάν έχουν ενταχθεί στο καθεστώς των Β.Α.Ε.
5. το επίδομα απομακρυσμένων - παραμεθορίων περιοχών (άρθρο 19 του ν. 4354/2015).
Στην ίδια εγκύκλιο ορίζεται και το ποσοστό ασφαλιστικών εισφορών που θα καταβάλλει εφεξής το Δημόσιο, ως εργοδότης, έτσι ώστε να φτάσει στο 13,33% σταδιακά έως το 2020. Ειδικότερα, ξεκαθαρίζεται ότι από 1-1-2017 καταβάλλονται στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) για κύρια σύνταξη, ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη, για τα ακόλουθα πρόσωπα, που μέχρι την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΕΦΚΑ υπάγονταν στο ασφαλιστικό -συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου:
α. τους τακτικούς και μετακλητούς υπαλλήλους του Δημοσίου, της Βουλής, των ΝΠΔΔ και των
ΟΤΑ α' και β' βαθμίδας,
β. τους Ιερείς και τους υπαλλήλους των Εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου,
γ. τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος και
δ. τα αιρετά όργανα (Βουλευτές και Δήμαρχοι).
Το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου ανέρχεται μηνιαίως σε ποσοστό 6,67% επί των κατά τα ανωτέρω μηνιαίων, συνταξίμων αποδοχών του υπαλλήλου, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά. β. Το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη, στις περιπτώσεις που μέχρι την 31-12-2016 δεν προβλεπόταν η καταβολή αυτών, ανέρχεται μηνιαίως σε ποσοστό επί των κατά τα ανωτέρω μηνιαίων συνταξίμων αποδοχών του ασφαλισμένου υπαλλήλου, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά και διαμορφώνεται κατ' έτος ως εξής:
ΕΤΟΣ |
ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ |
2017 |
3,33% |
2018 |
6,67% |
2019 |
10% |
2020 και επόμενα |
13,33% |
Προς διευκρίνιση παρατίθενται τα εξής παραδείγματα:
- Διορισμένος στο Δημόσιο έως 31-12-1992 (παλαιός ασφαλισμένος), κατέβαλε έως 31-12-2016 για τον κλάδο σύνταξης εισφορές ασφαλισμένου ύψους 6,67%, χωρίς να προβλέπεται η καταβολή εργοδοτικών εισφορών. Από 1-1-2017, θα καταβάλει εισφορές ασφαλισμένου ύψους 6,67% και το Δημόσιο εργοδοτική εισφορά ύψους 3,33% (καταληκτικό 13,33% από 1-1-2020).
- Διορισμένος για πρώτη φορά στο Δημόσιο μετά την 1-1-2011, χωρίς καμία προϋπηρεσία στο Δημόσιο, ο οποίος υπαγόταν αυτοδικαίως μέχρι 31-12-2016 στο πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ βάσει των διατάξεων του άρθρου 2 του ν.3865/2010, όπως ισχύει, κατέβαλε για τον κλάδο σύνταξης εισφορές ύψους 6,67% ο ασφαλισμένος και 13,33% ο εργοδότης. Από 1-1-2017 εξακολουθεί να καταβάλει τα ανωτέρω ποσοστά εισφορών, δηλαδή 6,67% και 13,33%, . χωρίς να εφαρμόζονται στην περίπτωση αυτή τα ανωτέρω μεταβατικά ποσοστά εργοδοτικής εισφοράς.
- Ασφαλισμένος μετά την 1-1-1993 (νέος ασφαλισμένος) στο Ειδικό Καθεστώς του πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ (ν.3163/1955 και ν.δ. 4277/1962), κατέβαλε για τον κλάδο σύνταξης εισφορές ύψους 6,67% ο ασφαλισμένος και 13,33% ο εργοδότης. Από 1-1-2017 εξακολουθεί να καταβάλει τα ανωτέρω ποσοστά εισφορών, δηλαδή 6,67% και 13,33%, χωρίς να εφαρμόζονται στην περίπτωση αυτή τα ανωτέρω μεταβατικά ποσοστά εργοδοτικής εισφοράς.
Διευκρινίζουμε ότι σε περίπτωση υπαλλήλων που διορίζονται μετά την 1-1-2017,ανεξαρτήτως εάν υπάρχει ή όχι προϋπηρεσία στο Δημόσιο και ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, καταβάλλονται για τον κλάδο σύνταξης εισφορές ύψους 6,67% από τον ασφαλισμένο και 13,33% από τον εργοδότη, χωρίς να εφαρμόζονται στην περίπτωση αυτή τα ανωτέρω μεταβατικά ποσοστά εργοδοτικής εισφοράς.
Σημειώνεται επίσης ότι για τους μετακλητούς υπάλληλους δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, καταβάλλεται εισφορά ασφαλισμένου ύψους 6,67% και εργοδοτική εισφορά σύμφωνα με τα ανωτέρω μεταβατικά ποσοστά, ανεξαρτήτως εάν με το υφιστάμενο μέχρι 31-12-2016 καθεστώς υπάγονταν στο Δημόσιο ή σε φορείς κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ή από 1-1-2017 υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων του Δημοσίου ή των ανωτέρω φορέων κύριας ασφάλισης.
Για παράδειγμα μετακλητός υπάλληλος, διορισμένος πριν την 1-1-2017, που βάσει των ρυθμίσεων είχε επιλέξει να διατηρήσει το προγενέστερο καθεστώς ασφάλισής του, που ήταν ο ΟΑΕΕ, από 1-1-2017 καταβάλλει εισφορά ύψους 6,67% και το Δημόσιο εργοδοτική εισφορά ύψους 3,33% (καταληκτικό 13,33% από 1-1-2020). Ο χρόνος αυτός θεωρείται ότι έχει διανυθεί στην ασφάλιση του πρώην ΟΑΕΕ για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης.
Η εγκύκλιο εππισημαίνει ότι για τους μετακλητούς υπαλλήλους το ύψος της εργοδοτικής εισφοράς υπολογίζεται με βάση τα ανωτέρω μεταβατικά ποσοστά, ακόμη και εάν με το ισχύον μέχρι 31-12-2016 καθεστώς προβλεπόταν για την ασφάλιση των ανωτέρω προσώπων υψηλότερο ή χαμηλότερο ή δεν προβλεπόταν η καταβολή ποσοστού εργοδοτικής εισφοράς. Για παράδειγμα, μετακλητός υπάλληλος που μέχρι 31-12-2016 υπαγόταν στην ασφάλιση του πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ (κοινό καθεστώς) κατέβαλε για τον κλάδο σύνταξης εισφορές ύψους 6,67% ο ασφαλισμένος και 13,33% ο εργοδότης. Από 1-1-2017 καταβάλλει εισφορά ύψους 6,67% ο ασφαλισμένος και το Δημόσιο εργοδοτική εισφορά ύψους 3,33% (καταληκτικό 13,33% από 1-1-2020). Ο χρόνος αυτός θεωρείται ότι έχει διανυθεί στην ασφάλιση του πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης.
Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση μετακλητών υπαλλήλων που διορίζονται μετά την 1-1-2017, καταβάλλονται για τον κλάδο σύνταξης εισφορές ύψους 6,67% από τον ασφαλισμένο και 13,33% από τον εργοδότη, χωρίς να εφαρμόζονται στην περίπτωση αυτή τα ανωτέρω μεταβατικά ποσοστά εργοδοτικής εισφοράς.
Εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη εργαζομένων των Ο.Τ.Α. α' βαθμού
Η πρόσθετη ειδική εισφορά 4,3% για όσους υπηρετούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση α' βαθμού και έχουν ενταχθεί στο καθεστώς των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων (ΒΑΕ) ανεξάρτητα εάν ανήκουν στην κατηγορία των «παλαιών» ή «νέων» ασφαλισμένων υπολογίζεται επί του βασικού μισθού και του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, εφόσον είναι δικαιούχοι και πράγματι τους καταβάλλεται το εν λόγω επίδομα και όχι επί του συνόλου των αντίστοιχων συντάξιμων αποδοχών.
Η εργοδοτική εισφορά 8% η οποία υπολογίζεται επί των καταβαλλόμενων αποδοχών των πρώην κοινοτικών υπαλλήλων που έχουν ενταχθεί στους Δήμους και βαρύνει τους οικείους προϋπολογισμούς διαμορφώνεται κατ' έτος ως εξής:
Έτος |
Ποσοστό Ασφαλιστικών Εισφορών |
2017 |
9,33% |
2018 |
10,67% |
2019 |
12,00% |
2020 και επόμενα |
13,33% |
Εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη αιρετών (Δημάρχων) των Ο.Τ.Α. α' βαθμού
Η εισφορά 10% στα έξοδα παράστασης των Δημάρχων που έχουν αποκτήσει για πρώτη φορά την ιδιότητα αυτή μέχρι την 12-11-2012 και εν δυνάμει μπορούν να αποκτήσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα, διαμορφώνεται κατ' έτος, ως εξής:
Έτος |
Ποσοστό |
Ασφαλιστικών |
|
Εισφορών |
|
2017 |
9,17% |
2018 |
8,34% |
2019 |
7,50% |
2020 και επόμενα |
6,67% |
Σημειώνεται ότι για τα προαναφερθέντα αιρετά όργανα από 1-1-2017 καταβάλλεται η εισφορά εργοδότη από τον οικείο Δήμο, των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου και εργοδότη. Παράλληλα σα από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν αποκτήσει την ιδιότητα του Δημάρχου από 13-11-2012 και μετά δεν δικαιούνται σύνταξη από τη θέση αυτή.
Τα παραπάνω εφαρμόζονται από 1-1-2017 και σε όσους υπηρετούν ή προσλαμβάνονται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου, καθώς σε δικηγόρους με σχέση έμμισθης εντολής με το Δημόσιο, και ως εκ τούτου ως συντάξιμες αποδοχές, νοούνται αυτές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, είτε πρόκειται για παλαιούς ασφαλισμένους, είτε για νέους ασφαλισμένους αντίστοιχα.
Ειδικότερα τα ανωτέρω εφαρμόζονται:
- Σε υπαλλήλους με σχέση δημοσίου δικαίου, καθώς σε δικηγόρους με σχέση έμμισθης εντολής με το Δημόσιο, ανεξαρτήτως εάν με το υφιστάμενο μέχρι 31-12-2016 καθεστώς υπάγονταν στην ασφάλιση του Δημοσίου ή φορέα κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, και ανεξαρτήτως του χρόνου διορισμού (πριν ή μετά την 1-1-1993 ή την 1-1-2011).
- Σε όσους υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3163/1955 και του ν.δ. 4277/1962 αντίστοιχα.
- Στους τακτικούς υπαλλήλους των ΝΠΔΔ, που συνταξιοδοτούνται από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, με διατάξεις που παραπέμπουν είτε στις συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις του Δημοσίου, είτε στις διατάξεις του ν. 3163/1955 (λ.χ. ΟΓΑ,ΤΣΜΕΔΕ, ΤΣΑΥ).
Σημειώνεται ότι εξακολουθεί να έχει εφαρμογή η«Αναπροσαρμογή ασφαλιστικών εισφορών κλάδου σύνταξης μισθωτών από 1-1-2017 έως την 1-1-2020», σε όσες από τις ανωτέρω κατηγορίες υπαλλήλων, κατέβαλλαν υψηλότερα ή χαμηλότερα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών για τον κλάδο σύνταξης.
Τέλος, σημειώνεται ότι για τους υπάλληλους (περιλαμβανομένων και των μετακλητών υπαλλήλων) που υπηρετούν ή προσλαμβάνονται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (ορισμένου ή αορίστου χρόνου), ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται οι πάσης φύσεως αποδοχές, με εξαίρεση τις κοινωνικού χαρακτήρα έκτακτες παροχές λόγω γάμου, γεννήσεως τέκνων, θανάτου και βαριάς αναπηρίας.
ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΙ ΟΦΕΙΛΩΝ
Σε περίπτωση που κατά την εφαρμογή των ανωτέρω προκύψουν διαφορές στα ποσά των ασφαλιστικών εισφορών που έχουν καταβληθεί από 1-1-2017, οι αρμόδιες υπηρεσίες των φορέων θα αντιμετωπίζουν τις περιπτώσεις ως εξής:
Εάν το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί είναι υψηλότερο από εκείνο που προκύπτει από την εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων, τότε το επιπλέον ποσό συμψηφίζεται, μέχρι εξάλειψής του, με μελλοντικές καταβολές ασφαλιστικών εισφορών.
Παράδειγμα : Για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2017 καταβλήθηκε συνολική εισφορά (ασφαλισμένου και εργοδότη) ύψους €100 μηνιαίως, ενώ με βάση τις ανωτέρω ρυθμίσεις θα έπρεπε να έχει καταβληθεί μηνιαία εισφορά ύψους €70. Στην περίπτωση αυτή προκύπτει διαφορά ύψους €30 μηνιαίως, δηλαδή €90 συνολικά. Για την τακτοποίηση κατά τον μήνα Απρίλιο του 2017 δεν θα καταβληθεί μηνιαία εισφορά (€70 προβλεπόμενη εισφορά - €70 ποσό οφειλής), ενώ για τον μήνα Μάιο του 2017 θα καταβληθεί μηνιαία εισφορά ύψους €50 (€70 προβλεπόμενη εισφορά - €20 ποσό οφειλής).
Εάν το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί είναι χαμηλότερο από εκείνο που προκύπτει από την εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων, τότε το επιπλέον ποσό που πρέπει να καταβληθεί για την τακτοποίηση των εισφορών των προηγούμενων μηνών, καταβάλλεται σε δόσεις, ο αριθμός των οποίων είναι ίσος με τον αριθμό των μηνών για τους οποίους προκύπτει διαφορά στο ύψος των εισφορών.
Παράδειγμα : Για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2017 καταβλήθηκε συνολική εισφορά (ασφαλισμένου και εργοδότη) ύψους €100 μηνιαίως, ενώ με βάση τις ανωτέρω ρυθμίσεις θα έπρεπε να έχει καταβληθεί μηνιαία εισφορά ύψους €120. Στην περίπτωση αυτή προκύπτει διαφορά ύψους €20 μηνιαίως, δηλαδή €60 συνολικά. Για την τακτοποίηση καταβάλλεται για τους επόμενους τρεις μήνες επιπλέον ποσό εισφοράς ύψους €20, δηλαδή το ποσό της μηνιαίας εισφοράς για τους μήνες Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο του 2017 διαμορφώνεται σε 140 (€120 + €20).