Μια σειρά από παράγοντες, όπως η μείωση αντικειμένου στην ελληνική αγορά λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά και η νέα, ευνοϊκότερη πολιτική της World Bank, σε ισχύ από τον Ιούλιο του 2016, φαίνεται πως άνοιξαν την "όρεξη" των ελληνικών επιχειρήσεων για ένα κομμάτι της πίτας, με αποτέλεσμα project με ελληνική σφραγίδα να έχουν υλοποιηθεί μέχρι και στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική. Η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών είναι ο τομέας στον οποίο οι ελληνικές επιχειρήσεις διεκδικούν σημαντικό ρόλο μεταξύ των ευρωπαϊκών, έχοντας ξεπεράσει ακόμη και χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο.
Μιλώντας σήμερα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με την ευκαιρία επιχειρηματικού φόρουμ σχετικής θεματολογίας, ο Θεόδωρος Αξυλιθιώτης, υπεύθυνος του Γραφείου Διασύνδεσης του Ομίλου της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ελλάδα, το οποίο φιλοξενείται στις εγκαταστάσεις του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ), τόνισε: «Ολοένα περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις -και αυτό δεν είναι φαινόμενο φετινό ή περσινό- έχουν αρχίσει τα τελευταία χρόνια να στρέφονται πολύ περισσότερο σε ξένες αγορές, στο πλαίσιο και των προγραμμάτων της Παγκόσμιας Τράπεζας. Υπάρχει μεγαλύτερη διάθεση, ενώ παλαιότερα ήθελαν περισσότερο "σπρώξιμο". Π.χ., όταν άκουγε κάποιος για ένα project στην Aφρική ή στη νοτιοανατολική Aσία ήταν πολύ "κουμπωμένος". Σήμερα, αν δείτε τις στατιστικές, φτάνει η χάρη μας μέχρι την άκρη του κόσμου, μέσα και από τις διαδικασίες των διαγωνισμών της Παγκόσμιας Τράπεζας. Τα έργα της WB αφορούν κυρίως σε υποδομές, υλικές και άυλες, οπότε όταν αναφερόμαστε π.χ., σε συμβούλους, μιλάμε για συμβούλους για πληροφορική και τηλεπικοινωνίες, για κατασκευές, για business managers, για μηχανικούς. Είναι πλέον πολύ εξειδικευμένοι οι Ελληνες σε αυτές τις υπηρεσίες, έχουν σημαντική τεχνογνωσία, και η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε αυτό το αντικείμενο, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες».
Κατά τον κ.Αξυλιθιώτη, αν δούμε τις ελληνικές επιχειρήσεις δίπλα στις κινεζικές ή τις βραζιλιάνικες ως προς τη συμμετοχή τους στα έργα και τις προμήθειες της WB, σίγουρα δεν υπάρχει σύγκριση, "αλλά αν τις δούμε σε σχέση με ευρωπαϊκές είναι εξαιρετική η επίδοσή τους και σίγουρα δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό που ήταν λίγα χρόνια πριν. Θα τη χαρακτήριζα σταθερά αυξανόμενη".