“Η ανάγκη να δημιουργηθεί κάτι νέο ώστε να στραφούμε δυναμικά και στον τομέα του συνεδριακού τουρισμού έγινε πλέον επιτακτική, αφού το υπάρχον γραφείο Συνεδρίων και Επισκεπτών (TCVB) παραμένει εντελώς ανενεργό από το 2009”, επεσήμανε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο μέχρι πρότινος πρόεδρος του TCVB Θεσσαλονίκης, Γιάννης Ασλάνης, ο οποίος και παραιτήθηκε προκειμένου να συμμετάσχει στο νέο εγχείρημα.
“Το 90% των παγκόσμιων συνεδρίων είναι της τάξεως των 100 έως 800 ατόμων. Η Θεσσαλονίκη μπορεί και πρέπει να διεκδικήσει, όπως έκανε και στο παρελθόν, μερίδα τέτοιων αλλά και μεγαλύτερων συνεδρίων καθώς διαθέτει όλες τις απαιτούμενες υποδομές”, πρόσθεσε.
“Αν δούμε τι γίνεται στην ευρύτερη γειτονιά μας θα διαπιστώσουμε ότι πόλεις όπως το Ζάγκρεμπ, για παράδειγμα, που διαθέτουν το 1/10 των πτήσεων συγκριτικά με το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, παρουσιάζουν μεγάλη δραστηριότητα στον τομέα της διοργάνωσης συνεδρίων”, συμπλήρωσε ο κ.Ασλάνης.
“Η Θεσσαλονίκη αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξαιρετικά χαμηλή κατάταξη σε ό,τι αφορά το συνεδριακό τουρισμό. Η αδρανοποίηση και διακοπή λειτουργίας του αρμόδιου γραφείου (TCVB) συντέλεσε σημαντικά προς αυτήν την κατεύθυνση. Ουσιαστικά, το γραφείο έπαψε να λειτουργεί από τη στιγμή που εντάχθηκε κάτω από την ομπρέλα του Οργανισμού Τουριστικής Προβολής Θεσσαλονίκης”, τόνισε ο κ. Ασλάνης και σημείωσε: “Δυστυχώς, παρόλο που όλοι συμφωνούν στην ανάγκη ύπαρξης συνεργασιών και συντονισμένων δράσεων, μια σειρά δυσλειτουργιών που παρουσιάστηκαν στον Οργανισμό Τουριστικής Προβολής, κατέστησαν και το TCVB ανενεργό”.
“Ο νέος φορέας απευθύνεται σε όλες τις τοπικές δυνάμεις, δηλαδή σε επιχειρήσεις, δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, οργανώσεις, συλλόγους, επιμελητήρια, πανεπιστήμια, συνεδριακά κέντρα, συλλόγους, εμπορικά κέντρα”, αναφέρεται χαρακτηριστικά σε σχετική ανακοίνωση. Επισημαίνεται δε πως: “Φέτος που αποδεικνύεται ότι βρίσκεται σε ανοδική πορεία ο τουρισμός, είναι μία μοναδική ευκαιρία να ενώσουμε όλοι τις προσπάθειές μας για να ξεπεράσουμε την κακιά νοοτροπία του παρελθόντος για να απογειωθεί η Θεσσαλονίκη και να καταλάβει μία περίοπτη θέση στον παγκόσμιο συνεδριακό χάρτη”.