Η κ. Χριστοφιλοπούλου, μεταφέροντας την ελληνική εμπειρία των μεταρρυθμίσεων στους τομείς της δημόσιας διοίκησης και της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, τόνισε ότι ο δημόσιος τομέας μίκρυνε, και αυτό επέφερε μείωση του μισθολογικού κόστους, από το 2009 και έπειτα, κατά 8,75 δισ. ευρώ, ενώ παράλληλα σημείωσε ότι η μείωση του δημόσιου τομέα είναι αναγκαίο να συνοδευτεί από τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του.
Ανέφερε ότι τα νέα οργανογράμματα των υπουργείων αποτελούν σημαντική ποιοτική μεταρρύθμιση, καθώς πλέον οι οργανικές μονάδες μειώθηκαν κατά 40%, ενώ πρόσθεσε ότι δημιουργείται ένα πάγιο σύστημα αξιολόγησης. Επισήμανε δε ότι «το μεταβατικό σύστημα αξιολόγησης "δαιμονοποιήθηκε", καθώς αναφερόταν σε ποσοστό λιγότερο ικανών υπαλλήλων και προσέκρουε έτσι σε μία κουλτούρα χρόνων που είχε δημιουργηθεί στην ελληνική κοινωνία και σύμφωνα με αυτή την κουλτούρα όλοι οι υπάλληλοι ήταν ικανοί».
Η υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης αναφέρθηκε, επίσης, στην καθιέρωση νέου συστήματος επιλογής σε θέσεις ευθύνης, στη συνεργασία με τον ΟΟΣΑ, για τη μείωση διοικητικών βαρών σε 13 βασικούς κλάδους της οικονομίας, την ενίσχυση των ΚΕΠ και την εκπόνηση εθνικής στρατηγικής Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, με στόχο την ομοιογένεια των ψηφιακών συστημάτων του δημοσίου, τη διασύνδεση και τη διαλειτουργικότητά τους.
Τέλος, σημείωσε ότι το πρόγραμμα «Διαύγεια» αποτελεί μία σημαντική καινοτομία, η οποία ενισχύει τη διαφάνεια, ενώ υπενθύμισε την ψήφιση του νόμου για τα ανοιχτά δεδομένα, η αξιοποίηση των οποίων -όπως είπε- θα ενισχύσει την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα.