Αυτό αναφέρθηκε από τη διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας αναπληρώτρια συνήγορο Καταναλωτή Αθηνά Κοντογιάννη στην Σύνοδο Δικτύου Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτή, 21 - 23 Απριλίου 2015 στη Ρίγα της Λετονίας με θέμα την εξωδικαστική επίλυση καταναλωτικών διαφορών.
Κεντρικό θέμα της συνάντησης, όπως αναφέρεται σε σχετική σημερινή ανακοίνωση, ήταν η ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/11/ΕΕ για την εξωδικαστική επίλυση των καταναλωτικών διαφορών στις εθνικές έννομες τάξεις, καθώς και η προετοιμασία για την εφαρμογή, από τον Ιανουάριο 2016, του Κανονισμού (ΕΕ) 524/2013 για την ηλεκτρονική επίλυση των καταναλωτικών διαφορών με τη δημιουργία ενιαίας ευρωπαϊκής πλατφόρμας. Η Ε.Ε. είναι αρμόδια για την ανάπτυξη, συντήρηση και λειτουργία της πλατφόρμας αυτής, η οποία θα αποτελεί ενιαίο σημείο εξυπηρέτησης για τους καταναλωτές και τους εμπόρους που είναι εγκατεστημένοι στην Ε.Ε. και επιθυμούν την εξωδικαστική επίλυση διαφορών από ηλεκτρονικές συμβάσεις πώλησης ή παροχής υπηρεσιών.
Η πλατφόρμα συνδέεται και διαβιβάζει τις υποθέσεις/αναφορές των καταναλωτών προς τους φορείς εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που υπάρχουν ήδη σε κάθε κράτος μέλος και κυρίως προς τα Ευρωπαϊκά Κέντρα Καταναλωτή, αφού πρώτα ελέγξει την πληρότητα των συνυποβαλλόμενων δικαιολογητικών.
Ως προθεσμία προσαρμογής στην Οδηγία 2013/11/ΕΕ έχει ορισθεί η 9η Ιουλίου 2015 ενώ υπενθυμίζεται ότι η προθεσμία εντός της οποίας ολοκληρώνεται η επίλυση της καταναλωτικής διαφοράς είναι έως 90 ημερολογιακές ημέρες από τότε που ο φορέας επίλυσης έλαβε τον πλήρη φάκελο της καταγγελίας.
Η κυρία Κοντογιάννη δήλωσε ότι η Ε.Ε. αποδίδει μεγάλη σημασία στην ταχεία και ουσιαστική εφαρμογή του ως άνω θεσμικού πλαισίου, στο πλαίσιο της Στρατηγικής της Ε.Ε. για τη δημιουργία ενιαίας ψηφιακής αγοράς και της εξάλειψης των γεωγραφικών ή άλλων περιορισμών. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάσθηκαν, το 85% των ευρωπαίων καταναλωτών αποφεύγει σήμερα τις διασυνοριακές συναλλαγές κυρίως on line, διότι δεν γνωρίζουν, σε περίπτωση που προκύψει καταναλωτική διαφορά από αυτές, αν υπάρχουν τρόποι ταχείας, φθηνής και αξιόπιστης επίλυσής τους από ποιοτικούς φορείς. Επίσης, μόλις το 7% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων πωλούν διασυνοριακά τα προϊόντα τους. Όλα αυτά σημαίνουν, φυσικά, λιγότερα προϊόντα και λιγότερο ανταγωνιστικές τιμές.
Επισημαίνεται ότι οι παραπάνω διαδικασίες δεν στερούν τους καταναλωτές και τους προμηθευτές από το δικαίωμα προσφυγής στα δικαστήρια, επιτρέπουν όμως την ουσιαστική ελάφρυνση των δικαστηρίων, αφού οι περισσότερες υποθέσεις επιλύονται εξωδικαστικά.