Μπορεί να αποδειχθεί η μεγαλύτερη πολιτική μπλόφα από εποχής Ρήγκαν, αλλά μπορεί να συμβεί και το αντίθετο: ν’ αποτελέσει θρυαλλίδα για τεκτονικές αλλαγές στην παγκόσμια γεωοικονομία και γεωπολιτική. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να συνηθίσουμε στην ιδέα ότι για αρκετούς μήνες ακόμη κάθε λέξη του νέου Αμερικανού προέδρου, που την Παρασκευή ορκίζεται και αναλαμβάνει καθήκοντα, θα προκαλεί σεισμικές δονήσεις αβεβαιότητας. Τουλάχιστον μέχρι η πολιτική του να αποκρυσταλλωθεί από αδάπανη ρητορική σε πράξεις (αμερικανικής και παγκόσμιας) διακυβέρνησης. Δικαιούμαστε, πάντως, ήδη να κωδικοποιήσουμε τα πεδία που η παγκόσμια επίδραση της διακυβέρνησης Τραμπ πρέπει να θεωρηθεί δεδομένη, αν και με απροσδιόριστο μέχρι στιγμής τρόπο.
1. Η αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης
Η αμφισβήτηση από τον Τραμπ των συνομολογημένων ή δρομολογούμενων διεθνών εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών σε μεγάλο βαθμό έχει ήδη αποσταθεροποιήσει τους σχεδιασμούς των λόμπι των αμερικανικών και άλλων πολυεθνικών. Ακόμη και η ευρω-καναδική CETA, που διασώθηκε την τελευταία στιγμή από τη βελγική «εξέγερση», υποβαθμίζεται ως προς τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί από αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες ως Δούρειος Ίππος της «παγωμένης» δίδυμης ευρω-αμερικανικής συμφωνίας TTIP. Αν ο Τραμπ είναι συνεπής στις προειδοποιήσεις του προς τις αμερικανικές εταιρείες που αλλάζουν εγκατάσταση ή φορολογική έδρα, αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες που θα επιλέξουν τον Καναδά ως εναλλακτικό ορμητήριο θα αντιμετωπίσουν κάποιου είδους ασύμφορες κυρώσεις. Γενικότερα, η υπόσχεση Τραμπ για κάποιο βαθμό προστατευτισμού της αμερικανικής οικονομίας, ακόμη κι αν δεν οδηγήσει σ’ έναν δασμολογικό και εμπορικό πόλεμο, με απώτατο στόχο την Κίνα, είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει κάποιον ανταγωνισμό διμερών εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών. Αν, για παράδειγμα, υλοποιήσει την υπόσχεσή του για μια αμερικανο-βρετανική συμφωνία, που η ιδέα της προκαλεί δέος στην ευρωπαϊκή ηγεσία, η Ε.Ε. θα αποκτήσει έναν ισχυρό ανταγωνιστικό πόλο επικίνδυνα κοντά στην ενδοχώρα της. Μια τέτοιας ποιότητας εξέλιξη μπορεί να μην προκαλέσει μια πλήρη αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης, οπωσδήποτε όμως θα αποτελέσει έναυσμα για ανταγωνιστικές εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες. Αντί μιας «παγκόσμιας καπιταλιστικής ολοκλήρωσης» (με τις μεθοδευμένες εξαιρέσεις της, ιδιαίτερα Ρωσίας και Κίνας), ενδέχεται να δούμε πολλές ανταγωνιστικές επιμέρους ολοκληρώσεις.
2. Το ρεύμα του «δεξιού λαϊκισμού»
Οι πρώτοι μήνες διακυβέρνησης Τραμπ θα αποδειχθούν καθοριστικές για πολιτικές δυνάμεις και κόμματα στην Ευρώπη που συνδέονται ή θέλουν να συνδεθούν μ’ αυτόν και ν’ αντλήσουν κάτι από την «αίγλη» του. Οι τρεις βασικές εκλογικές αναμετρήσεις στην Ε.Ε. – διαδοχικά, Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία- θα επηρεαστούν καταλυτικά από τον βαθμό που θα κάνει πράξη την αντιμεταναστευτική και σχεδόν ρατσιστική ρητορική του, τον υπεσχημένο προστατευτισμό στην οικονομική πολιτική του και την αντι-ευρωπαϊκή θεώρησή του. Τα κόμματα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς, όπως το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο ή η γερμανική AfD σαφέστατα τροφοδοτούνται απ’ αυτή τη ρητορική του Τραμπ. Μια προσγείωση, όμως, της νέας αμερικανικής κυβέρνησης σε «ρεαλιστικότερες» θέσεις μπορεί αντίστροφα να αποδυναμώσει το ρεύμα του «δεξιού λαϊκισμού». Όμως, μπορεί να έχει επιτύχει κάτι χειρότερο: να έχει στρέψει όλο το πολιτικό σύστημα- και τις κοινωνίες- στις χώρες με εκλογικές αναμετρήσεις δεξιότερα από ποτέ. Είναι χαρακτηριστικό πως στη Γαλλία για την θέση του προέδρου αναμετρώνται – δημοσκοπικά, προς το παρόν- δυο ελαχίστων διαφορών νεοφιλελεύθεροι υποψήφιοι και η ρατσίστρια Λεπέν.
3. Η αμερικανική και παγκόσμια οικονομία
Όλοι οι οικονομικοί αναλυτές συμφωνούν λίγο πολύ ότι, ακόμη κι αν ο Τραμπ κάνει επιλογές μετριοπαθέστερες των εξαγγελιών του, το μίγμα της αμερικανικής οικονομικής πολιτικής σίγουρα θ’ αλλάξει. Και σε μεγάλο βαθμό θα «εξαχθεί» και σ’ άλλες χώρες. Ήδη το ΔΝΤ αναθεωρεί προς τα πάνω τις προβλέψεις του για την αμερικανική ανάπτυξη το 2017 και 2018, αν και ταυτόχρονα προειδοποιεί ως «παγκόσμια απειλή» ενδεχόμενη υιοθέτηση πολιτικών προστατευτισμού. Φαίνεται, λοιπόν, να ενθαρρύνει τη στροφή στις δημόσιες επενδύσεις που έχει υποσχεθεί ο Τραμπ. Ακόμη πιο προσαρμοσμένο στην «εποχή Τραμπ» το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (του Νταβός), λίγο πριν το ετήσιο διεθνές ραντεβού του, ζητά να επαναπροσδιοριστεί ο τρόπος μέτρησης της ανάπτυξης περιλαμβάνοντας δείκτες βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου, αντί της μονομερούς μέτρησης των εμπορικών πλεονασμάτων που δεν έχουν αντίκρισμα στις κοινωνίες («μπηχτή» για τη Γερμανία). Με την επισήμανση αυτή το Φόρουμ ενσωματώνει τις πολιτικές ανησυχίες που προκαλεί η απήχηση Τραμπ – και άλλων ομοειδών πολιτικών δυνάμεων – στα λαϊκά στρώματα. Ωστόσο, εκείνο που εκτιμάται ότι θα έχει μεγαλύτερη απήχηση στη διεθνή οικονομία από τις- αμφίβολες- «φιλολαϊκές» πολιτικές Τραμπ είναι η διαφαινόμενη σύγκρουση με την νομισματική πολιτική της FED, τις αυξήσεις στα επιτόκια και την ανατίμηση του δολαρίου.
Αν και απαιτείται ένας χρόνος μέχρι να αποκτήσει ο Τραμπ την ευκαιρία αντικατάστασης της Γέλεν, η περίοδος τριβών που θα μεσολαβήσει προϊδεάζει για πολλά επεισόδια αναταραχής στις αγορές χρήματος, ομολόγων και μετοχών. Κι είναι εξαιρετικά πιθανό η γερμανική ηγεσία να μπει σε μεγαλύτερο πειρασμό για μια ανάλογη κόντρα με την ΕΚΤ.
4. Οι σχέσεις με Ευρώπη, Γερμανία και ΝΑΤΟ
Γιατί ο Τραμπ, λίγες μέρες πριν αναλάβει τον Λευκό Οίκο, «προβοκάρει» τόσο άγρια την ευρωπαϊκή ηγεσία; Είναι απλώς θεμελιώδης ιστορική άγνοια το να εμφανίζει την Ε.Ε. ως αντίπαλον δέος των ΗΠΑ, αν και αυτή είναι «βαφτιστήρι» τους, ή το να αποκαλεί το ΝΑΤΟ «παρωχημένο», αν και είναι ο παγκόσμιος πελάτης της αμερικανικής βιομηχανίας όπλων; Προφανώς όχι. Η νέα αμερικανική ηγεσία έχει αντιληφθεί ότι η Γερμανία και θέλει και ενθαρρύνεται από διεθνείς παράγοντες της οικονομίας ¨- και όχι μόνο- να αναλάβει τα ηνία της παγκόσμιας διακυβέρνησης, στα πεδία όχι μόνο της παγκοσμιοποίησης, αλλά και της ασφάλειας. Και φυσικά είναι το τελευταίο που θα επιθυμούσε. Οι διφορούμενες γέφυρες προς τη ρωσική ηγεσία, η αμφισβήτηση κεντρικών επιλογών της προηγούμενης αμερικανικής ηγεσίας (εξομάλυνση σχέσεων με το Ιράν, «λύσεις» στο Παλαιστινιακό, το συριακό και τα άλλα μέτωπα της Μέσης Ανατολής) υπενθυμίζουν απλώς ότι κανένας λογαριασμός δεν βγαίνει χωρίς τον ξενοδόχο κι ότι ξενοδόχος δεν μπορεί να είναι η Γερμανία, που αντλεί την ισχύ της από την διχασμένη Ε.Ε.
Όσο για το ΝΑΤΟ, οι βολές Τραμπ προϊδεάζουν κυρίως για ένα μεγάλο παζάρι στην κατανομή των αμυντικών δαπανών ανάμεσα στα κράτη μέλη, αφού οι ΗΠΑ βαρύνονται με το 70% των συνολικών αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ (650 δισ. έναντι συνόλου 900 δισ.). Κι αυτό το παζάρι ανακατανομής των βαρών πιθανότατα θα επεκταθεί και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς, όπως το ΔΝΤ.
Τα παραπάνω τέσσερα πεδία δοκιμασίας της «εποχής Τραμπ» είναι απλώς ενδεικτικά. Την προσεχή τετραετία ο κόσμος αποκλείεται να πλήξει, αλλά το ερώτημα είναι πόσο και από τι θα πληγεί.