Το πολιτειακό σύστημα της Γαλλίας είναι αμείλικτο. Ακόμη και για τους «κατασκευαστές» του, που το διαμόρφωσαν με την πεποίθηση ότι ο δικομματισμός έχει πάρει την οριστική του μορφή από το 2002 και μετά, με το Σοσιαλιστικό Κόμμα βασικό πόλο της κεντροαριστεράς και τους Ρεπουμπλικανούς, το νεότερο προϊόν διαιρέσεων, ανασυνθέσεων και μετονομασιών της γκολικής δεξιάς, πυρήνα της κεντροδεξιάς. Αυτή η πεποίθηση έχει ανατραπεί ριζικά από προχθές, με την «πανηγυρική» εκλογή Μακρόν. Αλλά η τελική αναμόρφωση του γαλλικού πολιτικού συστήματος θα φανεί στις 18 Ιουνίου, όταν θα έχει ολοκληρωθεί και ο δεύτερος γύρος των βουλευτικών εκλογών, για την ανάδειξη των 577 μελών της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, στην οποία ο Μακρόν επιδιώκει να έχει την πολυπόθητη προεδρική πλειοψηφία.
Κι εκεί θα φανεί πόσο αμείλικτο είναι το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα δυο γύρων με το οποίο αναδεικνύονται οι 577 βουλευτές των αντίστοιχων μονοεδρικών εκλογικών περιφερειών. Διαμορφωμένο έτσι ώστε να πριμοδοτεί τον Πρόεδρο και να «εκβιάζει» σε εκλογικές συμμαχίες, αυτό το εκλογικό σύστημα μπορεί να αποδειχθεί μπούμερανγκ ακόμη και για τον «θριαμβευτή» Μακρόν του 66,1%. Μια υπενθύμιση των αποτελεσμάτων στις βουλευτικές του 2012 δείχνει τις ακραίες παραμορφώσεις της λαϊκής ψήφου που μπορεί να προκαλέσει: Το ακροδεξιό «Εθνικό Κόμμα» της Μαρίν Λεπέν πέτυχε τότε τη δεύτερη καλύτερη επίδοσή του σε βουλευτικές εκλογές (13,6%), αλλά μετά τον δεύτερο γύρο κατάφερε να εκλέξει μόλις 2 βουλευτές. Αντιθέτως, το σοσιαλδημοκρατικό PRG, που αθροίστηκε στη μεγάλη προεδρική πλειοψηφία του σοσιαλιστή Ολάντ (331 έδρες), με μόλις 1,6% κέρδισε μετά τον δεύτερο γύρο 12 έδρες.
Σκληρά διλήμματα για τα κόμματα
Με βάση αυτή την εμπειρία, το πολιτικό πείραμα Μακρόν βάζει τα παραδοσιακά γαλλικά κόμματα μπροστά σε σκληρά διλήμματα. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος, που έχει την ανοικτή στήριξη του ιερατείου των Βρυξελλών και της γερμανικής ηγεσίας, προς το παρόν αντί κόμματος έχει ένα «πουκάμισο αδειανό», που πρέπει να γεμίσει σε χρόνο dt (11 Ιουνίου είναι ο πρώτος γύρος), με στελέχη που θα δανειστεί ή θα αποσπάσει οριστικά από δεξιά, κέντρο, σοσιαλιστές. Η φιλοδοξία του να γίνει το σχήμα «En Marche!» πρώτη εκλογική δύναμη και βασικός πόλος της προεδρικής πλειοψηφίας στη νέα βουλή φέρνει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση κυρίως το Σοσιαλιστικό Κόμμα, που αντιμετωπίζει το φάσμα της εξαφάνισης, με ισχνή ή και μηδενική κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, αν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις που το περιορίζουν στο 8%-9%. Για τους κεντροδεξιούς Ρεπουμπλικανούς, που εκκινούν από τη πολύ καλύτερη βάση του 20% του Φιγιόν στον πρώτο γύρο των προεδρικών, το δίλημμα τίθεται πιο ήπια, μιας και οι δημοσκοπήσεις τους φέρνουν με 22% δεύτερους, μετά το «Εμπρός!» του Μακρόν (με 24%).
Μ’ αυτά τα δεδομένα, στις λίγες εβδομάδες που απομένουν, τόσο για τον Μακρόν όσο και για τους πιθανούς εταίρους του σε κεντροδεξιά και κεντροαριστερά φαίνεται μονόδρομος επιβίωσης να επιδιώξουν λύση «μεγάλου συνασπισμού» και τακτική εκλογικού μετώπου στον πρώτο και τον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών. Πράγμα που θα απαιτήσει σκληρό παζάρι, στο οποίο δεν είναι δεδομένο ότι ο Μακρόν έχει το πάνω χέρι.
Κι αυτό γιατί στις βουλευτικές εκλογές δεν θα έχει έναν, αλλά δύο σκληρούς αντιπάλους: την Λεπέν και τον Μελανσόν.
Η δεύτερη ευκαιρία της Λεπέν
Η Λεπέν προσπαθεί να κεφαλαιοποιήσει το 33,9% του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών και να αναδειχθεί σε πρώτη πολιτική δύναμη. Παρά την πόλωση, τα πραγματικά της κέρδη ήταν περιορισμένα – πήρε μόνον 3 εκατ. επιπλέον ψήφους-, και αν υπολογιστεί ότι ένα μέρος τους προήλθε από το 1,6 εκατ. ψηφοφόρους του γκωλικού Νικολά Ντιπόν -Ενιάν που τη στήριξε, η διείσδυσή της στους συντηρητικούς ψηφοφόρους ήταν μικρότερη του αναμενόμενου. Όμως, τα 10,6 εκατ. ψήφων που κέρδισε προχθές, εφόσον καταφέρει να τα «μεταφέρει» στο μεγαλύτερο μέρος τους στις βουλευτικές, της δίνουν την ευκαιρία να «πλασάρει» υποψηφίους της στον δεύτερο γύρο στις περισσότερες από τις 577 μονοεδρικές περιφέρειες, απέναντι σε υποψηφίους του κλίματος Μακρόν ή του Μελανσόν. Σε προηγούμενες εκλογές τέτοιες αναμετρήσεις κατέληξαν σε φιάσκο για το ακροδεξιό Εθνικό Κόμμα. Το γεγονός, όμως, ότι η Λεπέν επικράτησε του Μακρόν σε 9.194 κοινότητες (σε σύνολο 35.500), αυξάνει τις πιθανότητές της να έχει ισχυρή κοινοβουλευτική εκπροσώπηση μετά τον δεύτερο γύρο.
Τα πλεονεκτήματα του Μελανσόν
Ωστόσο, την αληθινή έκπληξη των βουλευτικών εκλογών ενδέχεται να την κάνει η «Ανυπότακτη Γαλλία» του Μελανσόν. Κι αυτό γιατί, παρά τον αποκλεισμό του από τον δεύτερο γύρο των προεδρικών, καταγράφηκε μια εντυπωσιακή αποδοχή της «γραμμής» του από τους ψηφοφόρους (=οτιδήποτε πλην ακροδεξιάς, μεταξύ αποχής, λευκού/ακύρου και Μακρόν), παρ’ ότι επικρίθηκε ως αντιδημοφιλής από τις δυνάμεις της «πανστρατιάς» υπέρ Μακρόν: περίπου 1,6 εκατ. ψηφοφόροι του πρώτου γύρου ανταποκρίθηκαν στην εναλλακτική της αποχής, ενώ πάνω από 3 εκατ. προτίμησαν την εναλλακτική του άκυρου και του λευκού. Φυσικά, ένα σημαντικό μέρος ψηφοφόρων του Μελανσόν (πάνω από 3 εκατ.) επέλεξαν την εναλλακτική υπέρ Μακρόν. Αυτή η αρκετά συντεταγμένη συμπεριφορά – παρά τη διαρροή περίπου 10% προς τη Λεπέν- βασίζεται στο γεγονός ότι ο Μακρόν έχει βαθιές αντιπάθειες στα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, στους εργαζόμενους και τα συνδικάτα, όπως κατέδειξαν τα χθεσινά συλλαλητήρια, λίγες ώρες μετά την εκλογή του. Ο Μακρόν δεν τους είναι καθόλου άγνωστος ή «νέος», αφού οι εργασιακές μεταρρυθμίσεις που προκάλεσαν πολύμηνες κινητοποιήσεις το 2016 φέρουν τη σφραγίδα του. Ο Μελανσόν, λοιπόν, έχει την «πολυτέλεια» ενός διμέτωπου στις βουλευτικές εκλογές του Ιούνη, απέναντι στον Μακρόν και στη Λεπέν, που μπορεί να καταστήσει τον δεύτερο γύρο (18/6) το επόμενο ευρωπαϊκό πολιτικό θρίλερ.