Η Λωρίδα της Γάζας είναι μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του πλανήτη. Είναι, ακόμη, μία από τις πιο «απομονωμένες», εντατικά επιτηρούμενες και καταπιεσμένες.
Το Ισραήλ έχει αναπτύξει ένα κολοσσιαίο σύστημα πληροφοριών και μια επιθετική βιομηχανία ψηφιακής κατασκοπείας με σκοπό την προώθηση των γεωπολιτικών του συμφερόντων, μεταξύ των οποίων και ο έλεγχος της σύγκρουσής του με ένοπλες παλαιστινιακές ομάδες στη Λωρίδα της Γάζας και τη Δυτική Όχθη.
Παρόλα αυτά, το Σάββατο, οι μαχητές της Χαμάς αιφνιδίασαν το Ισραήλ με μια σειρά καταδρομικών επιθέσεων από ξηράς, αέρος και θαλάσσης, σκοτώνοντας εκατοντάδες ανθρώπους και αφήνοντας χιλιάδες τραυματίες. Το Ισραήλ έχει πλέον κηρύξει πόλεμο.
Η αιφνιδιαστική επίθεση της Χαμάς - όπως σημειώνεται στο Wired - είναι σοκαριστική όχι μόνο λόγω της κλίμακας της σε σύγκριση με προηγούμενες επιθέσεις, αλλά και λόγω του γεγονότος ότι σχεδιάστηκε και πραγματοποιήθηκε εν αγνοία του Ισραήλ.
Το φονικό μπαράζ της Χαμάς - που συνδύασε τυφλά χτυπήματα σε αμάχους αλλά και χτυπήματα απόλυτης ακρίβειας σε στρατιωτικούς στόχους - υπογραμμίζει τα όρια ακόμη και των πιο διεισδυτικών δικτύων παρακολούθησης. Στην πραγματικότητα, ειδικοί αναλυτές εκφράζουν την εκτίμηση πως η τεράστια ποσότητα πληροφοριών που συλλέγει το Ισραήλ για τη Χαμάς, καθώς και η έντονη δραστηριότητα της ομάδας, έπαιξαν πιθανότατα κομβικό ρόλο στην άγνοια του Ισραήλ για τη συγκεκριμένη επίθεση.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κλίμακα και το εύρος αυτής της επίθεσης της Χαμάς υποδηλώνουν μια κολοσσιαία αποτυχία των υπηρεσιών πληροφοριών εκ μέρους των IDF [Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων] και της Shin Bet, της υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας», σημειώνει ο Raphael Marcus, επισκέπτης ερευνητής στο Τμήμα Σπουδών Πολέμου του King's College.
«Σαν να ψάχνεις βελόνα στα άχυρα»
Όπως είναι γνωστό, το Ισραήλ παρακολουθεί σε μεγάλο βαθμό τη Γάζα και οποιονδήποτε μπορεί να συνδέεται με τη Χαμάς, χρησιμοποιώντας τόσο παραδοσιακές τεχνικές συλλογής πληροφοριών όσο και ψηφιακή επιτήρηση, αναγνώριση προσώπων και κατασκοπευτικό λογισμικό.
Το Τελ Αβίβ έχει αποδείξει, άλλωστε, την εξέχουσα θέση του σε παγκόσμιο επίπεδο σε ό,τι αφορά στην τεχνογνωσία στο hacking, πρωταγωνιστώντας στην ανάπτυξη καινοτόμων κακόβουλων προγραμμάτων τόσο για ψηφιακή κατασκοπεία όσο και για κυβερνοεπιθέσεις. Το γεγονός ότι η Χαμάς μπόρεσε να σχεδιάσει μια τέτοια πρωτοφανή - σε κλίμακα και πολυπλοκότητα - επίθεση δείχνει τους περιορισμούς και τα «τυφλά» σημεία που έχει αναπόφευκτα ακόμη και το πιο «τελειοποιημένο» καθεστώς επιτήρησης.
Ο Jake Williams, πρώην χάκερ της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας των ΗΠΑ και σημερινό μέλος του διδακτικού προσωπικού του Institute for Applied Network Security, τονίζει πως η μεγαλύτερη πρόκληση που καλούνται να αντιμετωπίσουν όσοι διαχειρίζονται ένα τόσο εκτεταμένο δίκτυο παρακολουθήσεων είναι η οργάνωση και η ανάλυση των πληροφοριών, όχι η συλλογή τους.
Η πρόκληση, σημειώνει ο Williams, στην περίπτωση του Ισραήλ δεν είναι να βρει κανείς «βελόνα στα άχυρα», αλλά να βρει την «βελόνα που μπορεί να γίνει επικίνδυνη».
Με δεδομένο τον αριθμό των μελών της Χαμάς που συμμετείχαν στην καταδρομική, δεν μου φαίνεται πιθανόν ότι το Ισραήλ δεν ήρθε σε επαφή με καμία πληροφορία αναφορικά με το σχεδιασμό. Αντίθετα, είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν πάντα πράκτορες της Χαμάς που μιλούν για εν δυνάμει σχέδια επίθεσης κατά των IDF. Επομένως, το Ισραήλ δεν μπορεί να λαμβάνει δράση για κάθε εν δυνάμει απειλή, ακόμη και αν οι πηγές δείχνουν αξιόπιστες.
Θα βρισκόταν σε αυξημένη κατάσταση συναγερμού ή θα εμπλεκόταν ενεργά όλη την ώρα, και αυτό είναι μάλλον στην πραγματικότητα χειρότερο για την ασφάλεια της χώρας.
Αν και οι λεπτομέρειες για το πώς ακριβώς συνέβη η επίθεση δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί, φαίνεται ότι οι αβλεψίες που σχετίζονται με αυτή την «υπερπληθώρα πληροφορίων» έπαιξαν κομβικό ρόλο.
«Εκ των υστέρων, υπήρχαν κάποιες πληροφορίες, αλλά, όπως συμβαίνει σε όλες τις αποτυχίες των υπηρεσιών πληροφοριών, δεν αξιολογήθηκαν σωστά», λέει ο Chuck Freilich, πρώην αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ.
Όταν οι άνθρωποι παρακολουθούνται βράδυ - πρωί μαθαίνουν... να αυτολογοκρίνονται
Οι Παλαιστίνιοι στα κατεχόμενα εδάφη - συμπεριλαμβανομένων της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας - βρίσκονται επί χρόνια αντιμέτωποι με ένα καθεστώς εντατικής παρακολούθησης και ελέγχου, με πολλούς να χαρακτηρίζουν τις συνθήκες ως απαρτχάιντ.
Υπενθυμίζεται πως τον Σεπτέμβριο του 2021, οι ισραηλινές δυνάμεις ανακοίνωσαν την ολοκλήρωση ενός τοίχου μήκους 40 μιλίων γύρω από τη Λωρίδα της Γάζας. Επρόκειτο για ένα «έξυπνο τείχος» εξοπλισμένο με ραντάρ, κάμερες, υπόγειους αισθητήρες και μια σειρά άλλων μέσων παρακολούθησης.
«Οι Παλαιστίνιοι υφίστανται μια πολυεπίπεδη παρακολούθηση», σημειώνει η Mona Shtaya, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Tahrir. «Μια σειρά από τεχνολογίες παρακολούθησης χρησιμοποιούνται κατά των Παλαιστινίων, συμπεριλαμβανομένων drones, αλλά και κακόβουλου λογισμικού που - όπως έχει αποκαλυφθεί - «εισχωρεί» στις ηλεκτρονικές συσκευές τους πριν την είσοδο στη Λωρίδα της Γάζας».
Την ίδια ώρα, κάμερες CCTV τοποθετούνται στις εισόδους στη Λωρίδα της Γάζας, ενώ υπάρχει «συνεχής» διαδικτυακή παρακολούθηση των ανθρώπων στις κατεχόμενες περιοχές. «Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι οι Παλαιστίνιοι βρίσκονται υπό παρακολούθησε σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής τους».
Μια τέτοια επίμονη παρακολούθηση μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους, καθώς περιορίζει δραστικά την ελευθερία της έκφρασης και του λόγου τους. «Γινόμαστε μάρτυρες αυτού του φαινομένου όταν οι άνθρωποι επικοινωνούν με τις οικογένειές τους μέσω τηλεφωνικών κλήσεων ή όταν δημοσιεύουν περιεχόμενο στο διαδίκτυο. Σε αυτές τι περιπτώσεις συνήθως τροποποιούν ορισμένες λέξεις-κλειδιά».