Σημερινό δημοσίευμα του Guardian αποκαλύπτει πως οι 20 μεγαλύτερες και ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες - καθώς και οι πολυμερείς αναπτυξιακές τράπεζες (MDBs), που αυτές χρηματοδοτούν - «έριξαν» μεταξύ 2020 και 2022 περίπου 142 δισεκατομμύρια δολάρια σε σχέδια ανάπτυξης ορυκτών καυσίμων στο εξωτερικό.
Στον αριθμό αυτό, τουλάχιστον, καταλήγουν στην έκθεσή τους ερευνητές των «Oil Change International» (OCI) και «Friends of the Earth US», που κατονομάζουν ως βασικές πηγές αυτής της χρηματοδότησης τον Καναδά, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα.
Σημειώνεται πως οι G7 - στους οποίους περιλαμβάνονται τόσο η Ιαπωνία όσο και ο Καναδάς - δεσμεύτηκαν το 2022 να σταματήσουν τη χρηματοδότηση των ορυκτών καυσίμων. Την επόμενη χρονιά και για πρώτη φορά έπειτα από σχεδόν τρεις δεκαετίες διεθνών συνομιλιών για το κλίμα, παράλληλα, η τελική συμφωνία της συνόδου COP28 στο Ντουμπάι ανέφερε για πρώτη φορά την ανάγκη «απεξάρτησης» από τα ορυκτά καύσιμα.
Τότε ο όρος «μετάβαση» στο τελικό κείμενο απογοήτευσε τις 100 και πλέον χώρες που πίεζαν για ρητή αναφορά σε «σταδιακή κατάργηση» των ορυκτών καυσίμων - μια πρόταση που απέρριψε το λόμπι του πετρελαίου, με τις ευλογίες της Ασίας αλλά και αναπτυσσόμενων χωρών που εξέφραξαν ανησυχία για την οικονομική τους ανάπτυξη.
Παρότι η χρηματοδότηση για τον άνθρακα μειώθηκε ραγδαία, οι επενδύσεις για πετρέλαιο και φυσικό αέριο συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό.
Επιστρέφοντας στο δημοσίευμα του Guardian, διαβάζουμε πως η ροή των δισεκατομμυρίων καταλήγει σε άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες - συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας - αλλά κυρίως στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Ωστόσο, οι πλουσιότερες χώρες μεσαίου εισοδήματος εξακολουθούν να λαμβάνουν περισσότερη χρηματοδότηση από τις φτωχότερες.
Η μελέτη του OCI επικεντρώνεται στην περίοδο από την αρχή του 2020 έως το τέλος του οικονομικού έτους 2022 - διάστημα μέσα στο οποίο οι G7 όφειλαν να προχωρήσουν στη σταδιακή κατάργηση όλων των υπερπόντιων χρηματοδοτήσεων για ορυκτά καύσιμα.
Αυτό που διαπίστωσαν οι ερευνητές είναι πως η Ιαπωνία συνέχισε να πραγματοποιεί νέες επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα στο εξωτερικό ακόμη και μέχρι τα μέσα Μαρτίου 2024 - εκμεταλλευόμενη «κενά» στη δέσμευση που έχει αναλάβει.
Η Παγκόσμια Τράπεζα παρείχε περίπου 1,2 δισ. δολάρια ετησίως στα ορυκτά καύσιμα κατά την τριετή περίοδο - εκ των οποίων περίπου τα δύο τρίτα πήγαν σε επενδύσεις για την εξόρυξη φυσικού αερίου.
Οι ΗΠΑ, η Γερμανία και η Ιταλία επένδυσαν, επίσης, πακέτα δισεκατομμυρίων - και μάλιστα ετησίως - σε υπερπόντια έργα πριν το τέλος του 2023, ενώ οι ετήσιες αντίστοιχες επενδύσεις του Ηνωμένου Βασιλείου άγγιξαν κατά μέσο όρο τα 600 εκατομμύρια δολάρια.
Τα αντίστοιχα ποσά - μεταξύ 2020 και 2022 - ήταν, ετησίως και κατά μέσο όρο, για τον Καναδά τα 11 δισ. δολάρια, για τη Νότια Κορέα τα 10 δισ. δολάρια και για την Ιαπωνία περίπου 7 δισ. δολάρια. Κατά την ίδια τριετή περίοδο, οι οικονομίες των G20 διέθεσαν περίπου 104 δισ. δολάρια σε επενδύσει πράσινης ενέργειας, σύμφωνα πάντα με την έκθεση που δημοσιεύτηκε την Τρίτη.