Η νέα θυγατρική του ΟΤΕ
Η ανακοίνωση για την επικείμενη απόσχιση των δραστηριοτήτων του ΟΤΕ που σχετίζονται με τον παθητικό εξοπλισμό των κεραιών κινητής τηλεφωνίας του, σε μια νέα θυγατρική εταιρεία δεν αποτελεί έκπληξη.
Έκπληξη αποτελεί το γεγονός ότι η Διοίκηση του ΟΤΕ καθυστέρησε 38 μήνες σε σχέση με τον ανταγωνισμό στο να αξιοποιήσει τον παθητικό εξοπλισμό των κεραιών κινητής τηλεφωνίας που διαθέτει.
Να σημειωθεί πως Vodafone και Wind Hellas (Nova) έχουν ήδη από τα τέλη του 2020 συνεισφέρει τους κλάδους των 5.200 σταθμών βάσης που διατηρούν στην Ελλάδα στην εταιρεία Vantage Towers Greece.
Ο ΟΤΕ πήρε τη σχετική απόφαση με μεγάλη καθυστέρηση.
Σε κάθε περίπτωση η νέα θυγατρική εταιρεία του ΟΤΕ που θα αναλάβει τον παθητικό εξοπλισμό των κεραιών κινητής τηλεφωνίας, θα μοιάζει πάνω κάτω με εταιρεία επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία.
Γιατί; Διότι στον παθητικό εξοπλισμό περιλαμβάνονται τα ενοίκια που καταβάλλει η κάθε εταιρεία για τη φιλοξενία των κεραιών κινητής τηλεφωνίας, οι σιδερένιοι στύλοι των κεραιών κινητής τηλεφωνίας, τα κουβούκλια εντός των οποίων φυλάσσεται ο εξοπλισμός, τα air-condition και κάθε εξοπλισμός που δεν σχετίζεται με τον τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό.
Η Vantage Towers Greece
Και μιας και αναφερθήκαμε στην Vantage Towers Greece, στην οποία έχει περάσει ο παθητικός εξοπλισμός που χρησιμοποιούν στους σταθμούς βάσης τους η Vodafone Ελλάδος και η Nova, αξίζει να αναφέρουμε πως η εν λόγω εταιρεία εμφάνισε στην περυσινή χρήση αρνητικά αποτελέσματα προ φόρων και τόκων 206,2 εκατ. ευρώ.
Οι ζημιές αυτές σχετίζονται με απομείωση υπεραξίας στα βιβλία της Vantage Towers Greece, η οποία ανήλθε σε 242 εκατ. ευρώ.
Η μείωση της υπεραξίας από τα 911 εκατ. ευρώ, στα 669 εκατ. ευρώ αποδόθηκε από τη Διοίκηση της Vantage Towers Greece στην αύξηση του προ φόρων επιτοκίου προεξόφλησης που χρησιμοποιήθηκε για την προεξόφληση των λειτουργικών ταμειακών ροών.
Ο κύκλος εργασιών της Vantage Towers Greece ανήλθε πέρυσι στα 145 εκατ. ευρώ. Κατά την ίδια χρήση η εταιρεία κατέβαλε περίπου 63 εκατ. ευρώ για έξοδα λειτουργικών μισθώσεων, τα οποία αφορούν κυρίως στους χώρους που μισθώνει για την εγκατάσταση των σταθμών βάσης.
Φοροδιαφυγή και ξέπλυμα
Τεράστια μείωση έχει καταγράψει τα τελευταία έτη ο αριθμός των εγγράφων παροχής πληροφοριών που στέλνει η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων για υποθέσεις που διαπιστώνει φοροδιαφυγή και ξέπλυμα χρήματος.
Και η μείωση είναι τέτοια που το γεγονός δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο.
Είναι ενδεικτικό πως το 2023 η ΑΑΔΕ έλαβε συνολικά 22 πληροφοριακά έγγραφα από τη Αρχή για το Ξέπλυμα, τα οποία αφορούσαν σε 295 εμπλεκόμενα πρόσωπα.
Στη βάση των πληροφοριών αυτών άνοιξαν 164 υποθέσεις. Βεβαιώθηκαν φόροι 155 εκατ. ευρώ περίπου, αλλά εισπράχθηκαν μόλις 3,7 εκατ. ευρώ.
Για να αντιληφθεί κανείς τη μεγάλη πτώση των πληροφοριακών δελτίων που στέλνει η Αρχή για το Ξέπλυμα προς τη φορολογική διοίκηση, αρκεί να αναφέρουμε πως το 2017 συνολικά η ΑΑΔΕ είχε λάβει 642 έγγραφα παροχής πληροφοριών από την Αρχή για το Ξέπλυμα, το 2018 είχαν σταλεί 368 έγγραφα, το 2019 τα έγγραφα είχαν ανέλθει σε 481, το 2020 είχαν σταλεί 259 πληροφοριακά δελτία, το 2021 είχαν σταλεί 124 έγγραφα και το 2022 τα δελτία παροχής πληροφοριών ανήλθαν σε 104.
Η μεγάλη μείωση των προς διερεύνηση υποθέσεων πιθανότατα οφείλεται στην μεγάλη υποστελέχωση της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, κάτι για το οποίο ο επικεφαλής της Αρχής, Χαράλαμπος Βουρλιώτης, έχει επανειλημμένα ενημερώσει τη Βουλή και τα συναρμόδια υπουργεία.
Οι απευθείας αναθέσεις
Ειδικό ενδιαφέρον έχουν τα στοιχεία που δημοσιοποίησε το Ελεγκτικό Συνέδριο για τις «ουσιώδεις πλημμέλειες» που εντόπισε κατά τον προσυμβατικό έλεγχο δημοσίων συμβάσεων που διενήργησε προσφάτως.
Οι ελεγκτές του Ελεγκτικού Συνεδρίου με «αστική ευγένεια» αναδεικνύουν επαναλαμβανόμενες μεθοδεύσεις από υπηρεσιακά στελέχη διαφόρων υπουργείων και υπηρεσιών που είχαν ως αποτέλεσμα να μην υπάρξουν διαγωνιστικές διαδικασίες, αλλά απευθείας αναθέσεις σε προμηθευτές, με υψηλά μάλιστα τιμήματα, που τελικά επιβάρυναν πρόσθετα τον προϋπολογισμό.
Ενδεικτική είναι η αναφορά που κάνει το Ελεγκτικό Συνέδριο σε σύμβαση για την εξυπηρέτηση θαλάσσιων συγκοινωνιακών γραμμών.
Όπως αναφέρει, η αναθέτουσα αρχή (σ.σ. Γενική Γραμματεία Ναυτιλίας και Λιμένων) προκήρυξε ανοιχτό διαγωνισμό σε χρόνο που εκ προοιμίου καθιστούσε αναγκαία την απευθείας ανάθεση.
Πώς έγινε αυτό; Κατά το Ελεγκτικό Συνέδριο «η καθυστερημένη δρομολόγηση ανοιχτής διαδικασίας (μόλις τέσσερις ημέρες πριν από την προβλεπόμενη έναρξη εξυπηρέτησης της συγκεκριμένης γραμμής), αναγόταν όχι σε περίσταση που επισυνέβη κατ’ εξαίρεση, αλλά, αντιθέτως, σε περίσταση που προκάλεσε η ίδια η αναθέτουσα αρχή.
Με τον τρόπο, επομένως, που εξελίχθηκε η συγκεκριμένη διαδικασία, η απευθείας ανάθεση, την οποία προβλέπει μεν το οικείο ρυθμιστικό πλαίσιο, με σκοπό, όμως, να καλυφθούν κατ’ εξαίρεση οι συγκοινωνιακές ανάγκες ενός περιορισμένου χρονικού διαστήματος, κατέληξε να υποκαταστήσει στην πραγματικότητα τον προκηρυχθέντα διαγωνισμό».
Με τέτοιες μεθοδεύσεις λοιπόν αυγατίζουν οι απευθείας αναθέσεις και στρεβλώνεται ο υγιής ανταγωνισμός.
Η υποδιαίρεση συμβάσεων
Το Ελεγκτικό Συνέδριο αναδεικνύει και μια ακόμη πτυχή.
Δείχνει το πως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποκλείονται αναιτιολόγητα από συμβάσεις του Δημοσίου, λόγω της μη υποδιαίρεσης του αντικειμένου των συμβάσεων υπηρεσιών σε περισσότερα αυτοτελή τμήματα.
Αν και η κάθε αναθέτουσα αρχή διατηρεί τη διακριτική ευχέρεια να μην υποδιαιρέσει τη σύμβαση που προτίθεται να αναθέσει σε τμήματα, ωστόσο σύμφωνα με το νόμο έχει την υποχρέωση να αιτιολογήσει την επιλογή της αυτή στα έγγραφα που συνοδεύουν τη σύμβαση.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο αναφέρει συγκεκριμένες περιπτώσεις που η σύμβαση θα μπορούσε να υποδιαιρεθεί, αλλά αυτό δεν έγινε και μάλιστα δεν υπήρξε αιτιολόγηση για την επιλογή αυτή.
Ενδεικτικά, σε σύμβαση με αντικείμενο υποστηρικτικές υπηρεσίες και υπηρεσίες αποκομιδής, μεταφοράς, μεταφόρτωσης αστικών στερεών αποβλήτων και ανακυκλώσιμων υλικών, ζητήθηκε η υποβολή προσφορών για το σύνολο των επίμαχων υπηρεσιών, χωρίς καμία αναφορά στους λόγους για τους οποίους αποφασίστηκε η μη υποδιαίρεση της σύμβασης σε περισσότερα τμήματα.
Αν και το αντικείμενο της σύμβασης ήταν πρόσφορο για μία τέτοια υποδιαίρεση, αφ’ ενός διότι περιελάμβανε εμφανώς διακριτές κατηγορίες υπηρεσιών (αποκομιδής και μεταφοράς αστικών στερεών αποβλήτων, ανακυκλώσιμων υλικών, ογκωδών αντικειμένων, καθαριότητας κοινόχρηστων χώρων, διοικητικής υποστήριξης), αφ’ ετέρου διότι αυτές επρόκειτο να παρασχεθούν στα γεωγραφικά όρια τριών διαφορετικών δήμων.
Η «πλημμέλεια» αυτή κρίθηκε από τους ελεγκτές του Ελεγκτικού Συνεδρίου «ουσιώδης», διότι δεν επέτρεψε τη συμμετοχή στον διαγωνισμό μικρομεσαίων ή μικρών ατομικών επιχειρήσεων ή ακόμη και φυσικών προσώπων, που ενδεχομένως να είχαν υποβάλει συμφερότερες για την αναθέτουσα αρχή προσφορές, σε σχέση με την προσφορά του μοναδικού οικονομικού φορέα που συμμετείχε στη διαδικασία.