Μετά από αυτήν την εξέλιξη, η κυβέρνηση εμφανίστηκε αιφνιδιασμένη και έσπευσε αρχικά μέσω του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου να διακηρύξει ότι δεν υπάρχει θεσμική δυνατότητα νομοθέτησης νόμων υπό αίρεση στην Ελλάδα. Εν συνεχεία ωστόσο -μέσω κυβερνητικής διαρροής- επανήλθε για να διευκρινήσει πως «οποιαδήποτε συζήτηση για προληπτικές δεσμεύσεις πρέπει να συνοδεύεται από μέτρα ελάφρυνσης του χρέους», σε μια προσπάθεια να λάβει μια δέσμευση από τους δανειστές, πριν προχωρήσει σε μια ακόμη επώδυνη συμφωνία για το έκτακτο πακέτο, που αναμένεται να προκαλέσει τριγμούς στην κυβερνητική πλειοψηφία, αν κρίνει κανείς από τις δηλώσεις που έχουν γίνει τις τελευταίες ημέρες.
Ευκλ. Τσακαλώτος: Όποια λύση και αν επιλεγεί θα συζητηθεί παράλληλα με το θέμα του χρέους
«Ήταν μια θετική συνεδρίαση του Eurogroup για την Ελλάδα. Συμφωνήσαμε βασικά στο πακέτο του καλοκαιριού. Παραμένουν ορισμένες τεχνικές λεπτομέρειες οι οποίες θα συζητηθούν τις επόμενες μέρες. Δεν υπήρξε κανείς μέσα στο Eurogroup που να αμφισβητήσει ούτε κατά διάνοια ότι δεν υλοποιήθηκαν όσα συμφωνήθηκαν», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης το απόγευμα της Παρασκευής.
«Το πρώτο που θέλω να επισημάνω είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση τήρησε κατά γράμμα τις δεσμεύσεις που ανέλαβε πέρσι το καλοκαίρι, και στο ζήτημα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και σε εκείνο των μέτρων ύψους 3% του ΑΕΠ. Δηλαδή στη φορολογία εισοδήματος (1%) , στα δημοσιονομικά (1%) και στο ασφαλιστικό (1%). Υλοποιήσαμε, δηλαδή, αυτά για τα οποία είχαμε δεσμευτεί.
Το δεύτερο είναι ότι εξακολουθεί να υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των θεσμών για το αποτέλεσμα και την απόδοση αυτών των μέτρων. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, όπως και η ελληνική κυβέρνηση, θεωρούν ότι αυτά μέτρα επαρκούν για να επιτύχουμε πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018. Από την άλλη το ΔΝΤ θεωρεί ότι το πακέτο μέτρων θα οδηγήσει σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ το 2018. Το Ταμείο πιέζει για περισσότερα μέτρα. Πάντα, άλλωστε, πίεζε για περισσότερο «αξιόπιστο» πακέτο μεταρρυθμίσεων, όπως και τους δανειστές μας να είναι πιο γενναιόδωροι στο ζήτημα της ελάφρυνσης χρέους. Μένει να διαπιστώσουμε στις επόμενες ημέρες κατά πόσο η πίεση του είναι όντως ισοβαρής και κατά πόσο θα φέρει αποτέλεσμα ως προς το σκέλος χρέους.
Για το πώς αυτή η διαφορά θα γεφυρωθεί υπάρχουν διαφορετικές απόψεις στο τραπέζι, συμπεριλαμβανομένης και της λήψης μέτρων υπό αίρεση (contingent measures). Έχουν πέσει στο τραπέζι κι άλλες ιδέες, όχι μόνο από εμάς αλλά και από άλλα μέλη του Eurogroup. Κάθε λύση θα πρέπει να πληροί δύο κριτήρια:
- Το πρώτο είναι ότι σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία δεν μπορείς να νομοθετήσεις υπό αίρεση. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορείς να εξαρτήσεις την ισχύ ενός νόμου από ένα μελλοντικό και αβέβαιο γεγονός. Δεν μπορείς, δηλαδή, να νομοθετήσεις το «χ» αν συμβεί το «ψ» το 2018 ή το 2019.
- Το δεύτερο κριτήριο είναι ότι σε όποια λύση και να καταλήξουμε, μέσα στις επόμενες ημέρες, θα πρέπει να είναι αξιόπιστη: προς τους πιστωτές για να ξέρουν ότι θα επιτύχουμε το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, προς τους επενδυτές ώστε να νιώθουν ασφάλεια ότι το πρόγραμμα είναι σε τροχιά και, βέβαια, απέναντι στους Έλληνες πολίτες ώστε οι πολιτικές και οικονομικές πλευρές να είναι ευθυγραμμισμένες με τη συμφωνία του καλοκαιριού.
Τέλος, θέλω να υπογραμμίσω ότι όποια λύση και αν επιλεγεί θα συζητηθεί παράλληλα με το θέμα του χρέους. Είναι εξαιρετικά σημαντικό για εμάς το συνολικό πακέτο του χρέους και των μεταρρυθμίσεων να δίνει ένα ξεκάθαρο σήμα στους Έλληνες πολίτες, τους Ευρωπαίους πολίτες και τους Έλληνες και διεθνείς επενδυτές, ότι η Ελλάδα έχει αλλάξει σελίδα, ότι υπάρχει ξεκάθαρος ορίζοντας εξόδου από την κρίση, για να γνωρίζουν όλοι ότι μπορούν να επενδύσουν, να καταναλώσουν, τα επιστρέψουν τα χρήματά τους στις ελληνικές τράπεζες ώστε ο φαύλος κύκλος να μετατραπεί σε ενάρετο κύκλο. Είμαι αρκετά αισιόδοξος ότι εάν όλα τα παραπάνω ληφθούν υπόψη δεν απέχουμε πολύ από το να γυρίσουμε σελίδα».
Στην ερώτηση από πού προκύπτει το 2% των μέτρων έκτακτης ανάγκης, ο Έλληνας υπουργός απάντησε: «Είναι απλό, πως βγαίνει το επιπλέον 2%. Αφαιρώντας από το 3,5% το 1,5%. Το ΔΝΤ υπολογίζει ότι το ίδιο πακέτο θα οδηγήσει σε μικρότερο πλεόνασμα είτε γιατί έχει χαμηλότερη βάση υπολογισμού « ωστόσο τα αποτελέσματα της Eurostat δεν φαίνεται να επιβεβαιώνουν τις οικονομικές προβλέψεις του ΔΝΤ » είτε γιατί πιστεύουν ότι κάποια συγκεκριμένα μέτρα θα έχουν μικρότερη επίπτωση στο πλεόνασμα από ό,τι υπολογίζουμε εμείς και οι Ευρωπαίοι».
Σε άλλη ερώτηση για το ποιος είναι ο ελάχιστος στόχος για την αναδιάρθρωση του χρέους είπε: «Δεν μπορώ σε μια συνέντευξη Τύπου να μπω σε λεπτομερή συζήτηση για το πώς μπορεί να γίνει ελάφρυνση του χρέους. Σίγουρα μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα -πολλά από αυτά δεν έχουν καμία επίπτωση στον Γερμανό ή στον Ολλανδό φορολογούμενο- ώστε να αλλάξουν οι όροι του ελληνικού χρέους. Αυτό είναι ότι το κριτήριο για να έχουμε ανοικτό δρόμο, για να γνωρίζουν οι επενδυτές ότι έχει φύγει το Grexit από το τραπέζι, ότι η ελληνική οικονομία βγαίνει από την κρίση, και οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν δώσει το μήνυμα ότι εμπιστεύονται την ελληνική κυβέρνηση να πάει τη χώρα σε μια νέα φάση. Πραγματικά δεν έχει σημασία ποια τεχνική λύση θα βρεθεί για να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα του προγράμματος και της ελάφρυνσης του χρέους θα πρέπει να είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία».
Τέλος, σε διευκρινιστική ερώτηση να αναλύσει αυτό που είπε ότι δεν μπορούν να νομοθετηθούν μέτρα έκτακτης ανάγκης, ο κ. Τσακαλώτος ανέφερε: «Δεν συμβαίνει αυτό μόνο στην ελληνική νομοθεσία. Μίλησα και με τον κ. Σαπέν νωρίτερα και είπε ότι ισχύει και στη Γαλλία. Δεν μπορείς να νομοθετήσεις για κάτι το οποίο μπορεί να συμβεί, υποθετικά, στο μέλλον. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι είμαστε σε συζητήσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους για να βρεθεί ο μηχανισμός δέσμευσης ώστε να βελτιωθεί η αξιοπιστία για τους Ευρωπαίους πιστωτές και τους διεθνείς επενδυτές και τους Έλληνες πολίτες. Βεβαίως υπάρχουν πολλές ιδέες για το πώς μπορεί να γίνει αυτό».
H πλευρά των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ για το Eurogroup
Την πεποίθηση ότι οι θεσμοί και οι ελληνικές Αρχές βρίσκονται «πολύ κοντά σε συμφωνία» σε ένα συνολικό πακέτο μέτρων (3% του ΑΕΠ) και ότι τις επόμενες ημέρες θα αναζητηθεί λύση για τη νομοθέτηση ενός «εφεδρικού πακέτου μέτρων» (2% του ΑΕΠ), το οποίο θα εφαρμοστεί σε περίπτωση που δεν επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι του 2018, εξέφρασε ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ μετά το πέρας των εργασιών του χθεσινού Eurogroup στο Άμστερνταμ.
Ο Γ. Ντάισελμπλουμ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να συγκληθεί έκτακτο Eurogroup την ερχόμενη Πέμπτη, με στόχο την επικύρωση της συμφωνίας, σημειώνοντας ωστόσο ότι χρειάζεται ακόμα δουλειά προκειμένου να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις με την ελληνική πλευρά. Ο ίδιος αναγνώρισε, πάντως, ότι υπάρχει μια «ισχυρή και παραγωγική συνεργασία», μεταξύ των ελληνικών Αρχών και των θεσμών. Αν συμφωνήσουμε στο συνολικό πακέτο μέτρων και στο εφεδρικό θα μπορέσουμε να κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση για το χρέος, πρόσθεσε ο Γ. Ντάισελμπλουμ.
Αναφερόμενος στο «εφεδρικό πακέτο μέτρων», ο Γ. Ντάισελμπλουμ τόνισε ότι πρέπει να είναι «αξιόπιστο», να νομοθετηθεί εκ των προτέρων και να ενεργοποιείται αυτομάτως σε περίπτωση που οι στόχοι του προγράμματος δεν επιτευχθούν. «Χρειάζεται περισσότερη δουλειά για να συμφωνήσουμε πώς θα γίνει αυτό», πρόσθεσε. «Είναι απλώς ένα επιπλέον πακέτο ασφαλείας» τόνισε ο πρόεδρος του Eurogorup και πρόσθεσε ότι εάν υπάρχουν νομικοί περιορισμοί, θα σχεδιαστεί με τρόπο ώστε να μπορεί να υλοποιηθεί και να είναι νομικά εφικτό.
Σε ό,τι αφορά το χρέος, ο Γ. Ντάισελμπλουμ ανέφερε πως το Eurogroup είναι έτοιμο να εξετάσει την ανάγκη λήψης περαιτέρω μέτρων και έδωσε εντολή στους εμπειρογνώμονες των θεσμών να προετοιμάσουν «πιθανές λύσεις». «Είναι αναγκαία αυτή η συζήτηση για τη συμμετοχή του ΔΝΤ» τόνισε ο πρόεδρος του σώματος των υπουργών χαρακτηρίζοντας μάλιστα την ενδεχόμενη «πολιτική συμφωνία» για το χρέος «πολύ σημαντική και για την Ελλάδα και για την ευρωζώνη». Ωστόσο, ο ίδιος δεν ξεκαθάρισε ποια θα είναι η μορφή αυτής της συμφωνίας, αν θα αφορά συγκεκριμένα μέτρα ή μια «υπόσχεση» των δανειστών ότι θα επιληφθούν του ζητήματος στο μέλλον εφόσον η Ελλάδα έχει εκπληρώσει τις δεσμεύσεις της. Απέκλεισε όμως και πάλι το «κούρεμα» και σημείωσε ότι θα πρόκειται για μέτρα που θα αφορούν περίοδο πολύ μετά το τέλος του ελληνικού προγράμματος.
Για το ίδιο ζήτημα η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ ανέφερε πως τώρα θα ξεκινήσει η «εργασία» πάνω στην «αναδιάρθρωση» του ελληνικού χρέους, ωστόσο οι σχετικές ενέργειες θα γίνουν «όταν χρειαστεί», εφόσον έχουν «ολοκληρωθεί» τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής και στη βάση «ρεαλιστικών προβλέψεων» για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Η ίδια χαιρέτισε τη συμφωνία των θεσμών ως προς την ανάγκη νομοθέτησης ενός πακέτου εφεδρικών μέτρων, ενώ ξεκαθάρισε πως πρέπει αυτά τα μέτρα να είναι αξιόπιστα.
Αναφερόμενη στα στοιχεία της Eurostat που δημοσίευσε χθες η Επιτροπή και παρουσιάζουν μια πιο ευνοϊκή εικόνα για την ελληνική οικονομία σε σχέση με τα στοιχεία του ΔΝΤ, η Κ. Λαγκάρντ υπογράμμισε πως ναι μεν είναι «θετικά», ωστόσο η Eurostat «συχνά» αναθεωρεί τέτοια στοιχεία.
Εξάλλου, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης (ESM), Κλάους Ρέγκλινγκ δήλωσε ότι ο προσδιορισμός ενός εφεδρικού πακέτου μέτρων προσδίδει μεγαλύτερη ασφάλεια και εξέφρασε την ελπίδα αυτό να γίνει τις επόμενες ημέρες. Υπενθύμισε, επίσης, ότι ο μεγαλύτερος πιστωτής της Ελλάδας είναι ο ESM και ως εκ τούτου έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να βρει λύσεις για να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι εξετάζονται σε τεχνικό επίπεδο εναλλακτικές επιλογές, όπως η επιμήκυνση της περιόδου χάριτος, όμως όλοι στο Eurogroup αποκλείουν το ονομαστικό «κούρεμα». «Ελπίζω όλες αυτές οι συζητήσεις να ολοκληρωθούν σύντομα, γιατί η κατάσταση της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας στενεύει», τόνισε ο Κ. Ρέγκλινγκ.
Τέλος, το εκτελεστικό μέλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μπενουά Κερέ συμφώνησε ότι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης βρίσκεται κοντά, σημειώνοντας ότι αυτό θα μειώσει την αβεβαιότητα και θα τονώσει την εμπιστοσύνη την ελληνική οικονομία. Ο ίδιος εξέφρασε την ικανοποίησή του για την πρόοδο που επετεύχθη στο θέμα των «κόκκινων» δανείων. Πρόσθεσε, δε, ότι η ΕΚΤ στηρίζει τεχνικά κάθε συζήτηση για περαιτέρω μέτρα που είναι αναγκαία για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.