Συγκεκριμένα με διάταξη του πολυνομοσχεδίου προβλέπεται η δυνατότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού να θεσπίσει (με απόφαση της Ολομέλειας), διαδικασία διευθέτησης διαφορών, για τις επιχειρήσεις που παραδέχονται τη συμμετοχή τους σε οριζόντια σύμπραξη κατά παράβαση των άρθρων 1 ή / και 101 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).
Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται σχετικά θέματα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η δυνατότητα, σε περίπτωση διευθέτησης της διαφοράς, μείωσης των επιβαλλόμενων προστίμων έως 15% ενώ παρέχεται η διευκόλυνση τμηματικής καταβολής των επιβαλλόμενων προστίμων με αποτέλεσμα την αναστολή της ποινικής δίωξης του οφειλέτη για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση και υπό την προϋπόθεση ότι αυτός είναι συνεπής με τους όρους της.
Όπως αναφέρει η ατιολογική έκθεση στο πολυνομοσχέδιο, δίνεται κίνητρο στα φυσικά και νομικά πρόσωπα, τα οποία εμπλέκονται σε παραβάσεις του δικαίου του ελευθέρου ανταγωνισμού, αφενός να συμβάλλουν στην ταχύτερη διερεύνηση και περάτωση της διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού, προτιμώντας διαδικασίες ευνοϊκών μέτρων ή/και διευθέτησης, αφετέρου να συμμορφωθούν το ταχύτερο δυνατόν με τις αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού ώστε να αποφύγουν τυχόν περαιτέρω νομικές συνέπειες. Επιπλέον, η εξόφληση των επιβαλλόμενων προστίμων, τα οποία σε περίπτωση υπαγωγής σε καθεστώς ευνοϊκών μέτρων ή/και διαδικασίας διευθέτησης είναι μειωμένα, οδηγεί σε εξάλειψη του αξιοποίνου των εγκλημάτων, ενώ η τμηματική καταβολή του προστίμου συνεπάγεται την αναστολή της ποινικής δίωξης καθώς και την αναστολή της παραγραφής των αδικημάτων.
Σε ό,τι αφορά τον ποινικό κολασμό σύμφωνα πάντα με την αιτιολογική έκθεση, η νέα διάταξη ανταποκρίνεται πλήρως στη βασική επιδίωξη της ποινικής δίκης για την ταχύτερη αποκατάσταση της ασφάλειας δικαίου και της κοινωνικής ειρήνης. Ωστόσο, ειδικά για την ποινική ευθύνη που θα μπορούσε να γεννηθεί από τη διαπιστωθείσα παράβαση διατάξεων περί ελεύθερου ανταγωνισμού, η εξάλειψη του αξιοποίνου και η αναστολή της δίωξης δεν καλύπτει κάθε έγκλημα, αλλά μόνον εκείνα τα οποία προβλέπονται στον ν. 3959/2011 καθώς και τα συρρέοντα εγκλήματα που στρέφονται κατά της ιδιοκτησίας και των περιουσιακών δικαιωμάτων και τελούνται χωρίς βία ή απειλή. Η επιλογή αυτή είναι εύλογη, καθώς σκοπός της παρούσας διάταξης είναι να καταστήσει ποινικώς μη ελέγξιμες μόνο αμιγώς επιχειρηματικές συμπεριφορές, ο έλεγχος των οποίων επιτυγχάνεται κατά τρόπο αποτελεσματικό μέσω των αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού, οπότε δεν κρίνεται δικαιοπολιτικά ορθή ούτε σύμφωνη με την αρχή ne bis in idem η σωρευτική τιμωρία τους και ως ποινικά κολάσιμων πράξεων.
Η ρύθμιση αυτή εγείρει ερωτήματα αφού αντί για κίνητρο στις επιχειρήσεις να εξοφλήσουν τα πρόστιμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όχημα παραβατικότητας ως αποτέλεσμα την ελάφρυνση των ποινών.