Η αξία των εισαγωγών κρέατος μειώθηκε κατά 3,46% σε σχέση με το 2014 αν και κρατήθηκε στον «κανόνα του 1 δισ.» (ανήλθε στο 1,07 δισ.), έναν κανόνα που έχει παγιωθεί και φαίνεται ότι πολύ δύσκολα θα μπορέσει να καταρριφθεί και κατά 1,47% σε όγκο.
Οι κύριες μεταβολές που καταγράφει η παραπάνω ανάλυση είναι:
- Η μείωση κατά 3,57% των εισαγωγών νωπού βόειου κρέατος. Αναλυτικά η χώρα μας δαπάνησε 364,52 εκατ. ευρώ για εισαγωγές νωπού βόειου κρέατος, που έφθασαν σχεδόν τους 92 χιλιάδες τόνους. Οι μισές προμήθειες σε αυτό το είδος κρέατος εξακολουθούν να εισάγονται από τη Γαλλία, η οποία διατήρησε μερίδιο αγοράς 46,5%.
- Αντίθετα αυξημένες κατά 2,43% εμφανίζονται οι εισαγωγές χοίρειου κρέατος, ξεπερνώντας τους 200 χιλιάδες τόνους. Το ενδιαφέρον στην περίπτωση αυτή είναι ότι η αξία των εισαγωγών παρουσιάζεται μειωμένη κατά 7,54% (395,16 εκατ. ευρώ). Η Ελλάδα δηλαδή αγόρασε περισσότερα κιλά και πλήρωσε λιγότερα ευρώ, κοινώς αγόρασε πιο φθηνά σε σχέση με το 2014. Οι μισές ποσότητες προέρχονται από την Ολλανδία.
- Το αντίστροφο ακριβώς παρατηρήθηκε στα πουλερικά: εισήγαμε 6,35% λιγότερη ποσότητα (73,86 χιλ. τόνους) και πληρώσαμε 2,75% περισσότερα ευρώ (130,74 εκατ.). Την πρώτη θέση στους προμηθευτές μας έχει η γειτονική Βουλγαρία.
- Αξιοσημείωτο είναι ακόμη ότι οι εισαγωγές αιγοπρόβειου κρέατος αυξήθηκαν στις 8,3 χιλ. τόνους και κόστισαν στη χώρα μας περισσότερο από 32 εκατ. ευρώ. Η αύξηση αυτή οφείλεται στο διπλασιασμό των ποσοτήτων που εισήγαμε από τη Ρουμανία.
Οι βασικοί προμηθευτές της χώρας μας σε κρέας και προϊόντα κρέατος εξακολουθούν να είναι Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία και ακολουθούν Ιταλία, Ισπανία, Βουλγαρία, Πολωνία, Δανία, Βέλγιο και Ρουμανία. Ολλανδία και Γαλλία απορρόφησαν σχεδόν τη μισή αξία (49,3%) από το σύνολο των εισαγωγών μας.