Όσοι αναζητούν κι άλλες λεπτομέρειες για τις σπαρταριστές εκμυστηρεύσεις του Γάλλου Προέδρου Ολάντ, που περιλαμβάνονται στο βιβλίο των δυο Γάλλων δημοσιογράφων το οποίο εξελίσσεται σε λαϊκό ανάγνωσμα των ημερών, καλό είναι να ρίξουν να φρεσκάρουν τη μνήμη τους για μερικές από τις «αποκαλύψεις». Παράδειγμα, η «αποκάλυψη» της συνομιλίας μεταξύ Ολάντ και Σαπέν ότι η Λαγκάρντ ζητάει γενναία ελάφρυνση του χρέους διότι ουσιαστικά είναι υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Πράγμα που είχε η ίδια «εμπιστευθεί» στους Ολάντ και Σαπέν.
Το ότι το ΔΝΤ, ή τουλάχιστον η ηγεσία του, πίστευε και πιστεύει ότι η ελληνική οικονομία είναι μη βιώσιμη εντός ευρωζώνης έχει ομολογηθεί δημόσια με πολλούς εύγλωττους, αν και έμμεσους τρόπους. Ανατρέχοντας στο σχετικά πρόσφατο μνημονιακό παρελθόν καλό είναι να θυμηθούμε ότι η αρχική πρόθεση της κυβέρνησης Παπανδρέου να προσφύγει για δανεισμό στο ΔΝΤ προσέκρουσε μεταξύ άλλων στη θεσμική αδυναμία του Ταμείου να δανείσει χώρα μέλος νομισματικής ένωσης, οι κανόνες της οποίας ήταν σε πολλά σημεία ασύμβατοι με τους κανόνες του ΔΝΤ. Αυτό αποτέλεσε και το εφαλτήριο «εισβολής» του ΔΝΤ στην Ευρωζώνη και ad hoc δημιουργίας της τρόικας δανειστών- επιτηρητών που επέβαλε στη χώρα ένα ξεχωριστό κανονιστικό πλαίσιο- το Μνημόνιο- κατ’ απόκλιση των κανόνων και της ΟΝΕ και του ΔΝΤ.
Για τη διάσωση της Ευρωζώνης, όχι της Ελλάδας
Το ΔΝΤ, έκτοτε, έχει ομολογήσει ότι ο βασικός λόγος που συμμετείχε στην πρώτη και στη δεύτερη ελληνική «διάσωση» ήταν να περισωθεί η Ευρωζώνη από την απειλή διάλυσης, να της δώσει χρόνο να κατασκευάσει υγειονομική ζώνη στον κίνδυνο μόλυνσης από την Ελλάδα και τις άλλες χώρες που μπήκαν σε Μνημόνια. Η εναλλακτική- κι αυτό έχει και υπονοηθεί αλλά και λεχθεί ρητά- θα ήταν η έξοδος από την Ευρωζώνη, αν και νομικά δεν υπήρχε σαφής οδικός χάρτης γι’ αυτό. Στην τελευταία έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που συνέταξε το ΔΝΤ, διατυπώθηκε επισημότατα η ομολογία ότι η εμπλοκή του Ταμείου στην ελληνική και στις άλλες διασώσεις υπαγορεύτηκε από πολιτικούς λόγους, δηλαδή την απαίτηση της γερμανικής ηγεσίας και την πίεση των ΗΠΑ. Κι αυτοί οι πολιτικοί λόγοι ήταν που επέβαλαν στο ΔΝΤ τις λαθροχειρίες των λανθασμένων πολλαπλασιαστών που εξωράιζαν τις εκτιμήσεις για τα οικονομικά αποτελέσματα της λιτότητας, αλλά την απατηλή και παταγωδώς αποτυχημένη πολιτική της «εσωτερικής υποτίμησης»: η επιβολή της βίαιης και οριζόντιας μείωσης μισθών, εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων, σε ποσοστό άνω του 30%, δεν είναι παρά η υπόδειξη της «εξωτερικής», νομισματικής υποτίμησης που είχε ανάγκη η Ελλάδα, αδύνατη φυσικά εντός μιας νομισματικής ένωσης.
Στην ίδια ακριβώς αντίληψη εντάχθηκε και η εκβιαστική επιβολή του κουρέματος του ελληνικού χρέους από το ΔΝΤ, δια του PSI, ως όρου για τη συμμετοχή του στο δεύτερο Μνημόνιο. Μπορεί να απέτυχε παταγωδώς ως προς τη μείωση του δημοσίου χρέους, αντιθέτως το αύξησε αφού απλώς αντικατέστησε τους ιδιώτες από τους θεσμικούς πιστωτές, αλλά ουσιαστικά έβαλε την Ελλάδα σε «παρένθεση» της Ευρωζώνης (και ουσιαστικά την έβγαλε απ’ αυτήν) για άλλα τέσσερα (μέχρι στιγμής) χρόνια.
Η παραμονή στο ευρώ απαιτεί κι άλλο πόνο…
Ωστόσο, αυτή τη φορά τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Στην τελευταία του έκθεση για την Ελλάδα το ΔΝΤ πιο καθαρά από ποτέ περιέγραψε την οπτική του: η ελληνική οικονομία, με την καταστροφή που έχει υποστεί τα προηγούμενα μνημονιακά χρόνια, δεν είναι ανατάξιμη εντός Ευρωζώνης. Οι πόροι ανάπτυξης – κεφαλαιακοί και ανθρώπινοι- έχουν εξαντληθεί, η παραγωγή των πλεονασμάτων που απαιτεί το τρίτο Μνημόνιο και οι κανόνες του ESM, του ταμείου διάσωσης της Ευρωζώνης, είναι αδύνατη, κι αν η Ελλάδα θέλει ντε και καλά να μείνει στην Ευρωζώνη, εκτός από αναδιάρθρωση του χρέους, χρειάζεται «αναδιάρθρωση» του Μνημονίου, ξαναγράψιμό του από την αρχή, με νέα πρόσθετη, θανατηφόρα δόση «εσωτερικής υποτίμησης» για μισθούς και συντάξεις, δραστική μείωση φορολογίας για τις επιχειρήσεις. Εν ολίγοις, η παραμονή στην Ευρωζώνη απαιτεί κι άλλο, πολύ πόνο και για πολύ χρόνο. «Είστε διατεθειμένοι να το υποφέρετε;» είναι το έμμεσο μήνυμα του ΔΝΤ.
Και η Moody’s συναινεί. Τυχαίο;
Σωστό ή λάθος μικρή σημασία έχει στην παρούσα συγκυρία. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι αυτή η βαθύτερη σκέψη του ΔΝΤ για την Ελλάδα, πιθανώς και για μερικές ακόμη χώρες της ΟΝΕ, αποτελεί το κλειδί για την ερμηνεία της συμπεριφοράς του στο θέμα του χρέους. Άλλωστε, η έγνοια της ηγεσίας του ΔΝΤ δεν είναι η Ελλάδα, αλλά η Ευρωζώνη σαν βασική συνιστώσα της παγκόσμιας οικονομίας. Και σ’ αυτό η στάση είναι απόλυτα συντονισμένη με τις αγορές, όπως καταδεικνύει και η απόφαση της Moody’s να μην προχωρήσει σε πιστοληπτική αναβάθμιση της Ελλάδας (διατηρεί το Caa3) επειδή συμμερίζεται « την άποψη του ΔΝΤ ότι δεν είναι ρεαλιστικό να περιμένει κάποιος ότι η Ελλάδα θα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018 και ότι σημαντική ελάφρυνση χρέους είναι απαραίτητη για να γίνει το χρέος βιώσιμο» Ωστόσο, σημειώνει η Moody’s «η πολιτική δυναμική στην Ευρώπη, περιλαμβανομένων των επερχόμενων εκλογών σε κρίσιμες χώρες της ΕΕ κάνουν απίθανη μια γρήγορη απόφαση για το χρέος». Έτσι η Moody’s καίει και το χαρτί της δοκιμαστικής εξόδου στις αγορές το 2017, την οποία το ΔΝΤ έχει αποκλείσει δια της σιωπής του, παρά τις πρόσφατες εκτιμήσεις Ρέγκλινγκ του ESM ότι κάτι τέτοιο είναι υπό προϋποθέσεις εφικτό.
Τώρα, το γιατί το ΔΝΤ, μέχρι σήμερα, αυτολογοκρίνεται και δεν λέει ανοιχτά τη θέση του υπέρ του Grexit είναι συνάρτηση των «πολιτικών λόγων» που υπαγορεύουν κάθε φορά τις αποφάσεις του. Ίσως, όμως, τελειώνει η περίοδος της αυτολογοκρισίας…