Τον ισχυρισμό ότι η βάση πάνω στην οποία διεξάγονται οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των δανειστών είναι μια πολιτική συμφωνία για την νομοθέτηση και εφαρμογή δημοσιονομικών μέτρων με «ουδέτερη» συνολική επίπτωση για τον κρατικό προϋπολογισμό, προέβαλε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτος μιλώντας πριν από λίγο στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής.
Ο υπουργός επέκρινε τη Νέα Δημοκρατία και τα λοιπά κόμματα της αντιπολίτευσης για το γεγονός ότι κατηγορούν την κυβέρνηση για καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ενώ στην πραγματικότητα η καθυστέρηση οφείλεται στις διαφωνίες που υπάρχουν μεταξύ των ευρωπαϊκών Θεσμών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Εξήγησε, δε, ότι εάν η διαπραγμάτευση έκλεινε τον Δεκέμβριο, όπως θα ήθελε η ΝΔ, τότε η συμφωνία θα ήταν ιδιαίτερα επαχθής για την Ελλάδα, καθώς τότε το ΔΝΤ ζητούσε υφεσιακά μέτρα «καθαρής» απόδοσης 2% του ΑΕΠ, ενώ τώρα έχει υποχωρήσει από την θέση του αυτή και συζητά για μεταρρυθμίσεις.
Αίσθηση προκάλεσε, ωστόσο, μια αναφορά περί συνέχισης της λιτότητας την οποία έκανε ο υπουργός στην δευτερολογία του, δίδοντας σαφώς την εντύπωση ότι δεν εκπέμπει ακριβώς στο ίδιο μήκος κύματος με το Μέγαρο Μαξίμου, από όπου επιμένουν ότι αυτό που συνέβη στο τελευταίο Eurogroup σηματοδότησε το τέλος της λιτότητας.
Συγκεκριμένα, ο κ. Τσακαλώτος αισθανόμενος την ανάγκη να δώσει περισσότερες διευκρινίσεις επεσήμανε χαρακτηριστικά ότι «δεν ωραιοποιούμε την κατάσταση ούτε λέμε ότι τελείωσε η λιτότητα»! Αμέσως μετά, ωστόσο, ανέφερε ότι υπάρχουν πολλές ιδέες «για το πώς μπορείς να βοηθήσεις τον κόσμο όταν του κόβεις κάτι».
Μεταξύ αυτών, ανέφερε για παράδειγμα τη μείωση της συμμετοχής των συνταξιούχων στο κόστος φαρμάκων. Ο υπουργός εξέφρασε, εξάλλου, την άποψη ότι είναι προβληματική από δημοκρατικής άποψης η προνομοθέτηση μέτρων, εκφράζοντας την προσωπική του εκτίμηση ότι δεν εγείρεται ζήτημα συνταγματικότητας. Όπως διευκρίνισε, αντισυνταγματική θεωρείται η νομοθέτηση μέτρων υπό αίρεση.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο υπουργός στην αρχική του ομιλία, σε συνάντηση του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης με τους εκπροσώπους των Θεσμών πριν την έναρξη του Εurogroup της 20ης Φεβρουαρίου επετεύχθη μια προσωρινή πολιτική συμφωνία για τη βάση πάνω στην οποία συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης. Η συμφωνία αυτή αποτελείται από τρία μέρη:
Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο υπουργός, η πολιτική συμφωνία για τη βάση πάνω στην οποία συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης επετεύχθη σε συνάντηση του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης με τους εκπροσώπους των Θεσμών πριν την έναρξη του Εurogroup της 20ης Φεβρουαρίου και αποτελείται από τρία μέρη:
Το πρώτο μέρος αφορά στη νομοθέτηση μέτρων με «ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα», υπό την έννοια ότι στο πλαίσιο της επικείμενης συμφωνίας, θα προβλέπονται φοροεπιβαρύνσεις μαζί με περικοπές συντάξεων και ισόποσες φοροελαφρύνσεις για τους Έλληνες φορολογούμενους. Τα μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα που θα συμφωνηθούν και θα ληφθούν θα έχουν την μορφή «μεταρρυθμίσεων» και δεν θα έχουν επιπτώσεις στα μεγέθη του κρατικού προϋπολογισμού, καθώς για κάθε μέτρο που προκαλεί φορολογική επιβάρυνση θα υπάρχει και ένα αντίστοιχο μέτρο που θα προκαλεί φορολογική ελάφρυνση.
Στο τελευταίο Eurogroup συμφωνήθηκε ότι «για όποιο μέτρο δεν αρέσει στην ελληνική κυβέρνηση θα υπάρχει κάποιο μέτρο που της αρέσει», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Τσακαλώτος. Ο υπουργός διέψευσε ότι τα μέτρα που θα προκαλούν φορολογικές επιβαρύνσεις είναι αυτά που θα εφαρμοστούν σίγουρα κι ότι τα «αντίμετρα» που θα προκαλούν φοροελαφρύνσεις θα είναι υπό αίρεση. Διευκρίνισε, συγκεκριμένα, ότι μόνο εφόσον δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι θα λαμβάνονται πρόσθετα μέτρα που θα μειώνουν τις φοροελαφρύνσεις των «αντίμετρων», ενώ άφησε να εννοηθεί ότι εφόσον υπερκαλύπτονται οι στόχοι, τότε τα «αντίμετρα» θα αυξάνονται!
«Αν είμαστε εκτός στόχων πρέπει να πάρουμε μέτρα. Αυτό ισχύει για οποιαδήποτε συμφωνία. Ακόμη και για χώρες που δεν είναι στο μνημόνιο», τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός.
Το δεύτερο μέρος της πολιτικής συμφωνίας αφορά στην μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας με μέτρα που θα προβλέπουν επαναφορά των ευνοϊκών ρυθμίσεων για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Όπως διευκρίνισε ο υπουργός, ενώ το ΔΝΤ ζητούσε να μην υπάρξει κανένα «πισωγύρισμα» στα όσα έχουν νομοθετηθεί με τα Μνημόνια για την αγορά εργασίας, τώρα δηλώνει ότι είναι έτοιμο να συζητήσει για την επαναφορά σε προηγούμενα νομοθετικά καθεστώτα, στο πλαίσιο των «καλύτερων ευρωπαϊκών πρακτικών», όπως αυτό καθορίστηκε από την Επιτροπή Σοφών, εξέλιξη η οποία ανοίγει τον δρόμο για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων με την επιστροφή της αρχής της επεκτασιμότητας στις κλαδικές συμβάσεις εργασίας.
Στο σημείο αυτό ο κ. Τσακαλώτος επεσήμανε ότι εάν η διαπραγμάτευση ολοκληρωνόταν τον Δεκέμβριο, τότε δεν θα υπήρχε η δυνατότητα επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Επέκρινε, δε, την Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι, τονίζοντας πως φαίνεται ότι και γι’ αυτά τα κόμματα η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι πλέον «ιδεοληψίες της Αριστεράς»!
Το τρίτο μέρος της συμφωνίας αφορά στην εφαρμογή μέτρων κατά της ανεργίας. Όπως διευκρίνισε ο υπουργός, πραγματοποιούνται ήδη διαβουλεύσεις με διεθνείς οργανισμούς για τη σύναψη δανείου χρηματοδότησης δράσεων για την αύξηση των θέσεων εργασίας και τη μείωση της ανεργίας.
Ο υπουργός αρνήθηκε να αποκαλύψει περισσότερες λεπτομέρειες, επικαλούμενος το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή διεξάγονται διαπραγματεύσεις με τους Θεσμούς. Αναφερόμενος στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων ο υπουργός ανέφερε ότι οι επικεφαλής των κλιμακίων των Θεσμών θα παραμείνουν στην Αθήνα για 7-10 μέρες και ο στόχος που έχει τεθεί είναι να επιτευχθεί και να επικυρωθεί στο επόμενο Eurogroup, στις 20 Μαρτίου συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (Staff Level Agrement) για τα δημοσιονομικά μέτρα και όλες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ώστε μετά οι συζητήσεις να επικεντρωθούν στον ακριβή καθορισμό του ύψους των πρωτογενών πλεονασμάτων που θα πρέπει να επιτύχει η Ελλάδα την δεκαετία 2019-2028 και των μεσομακροπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Μιλώντας για το ίδιο θέμα στη δευτερολογία του ο κ. Τσακαλώτος τόνισε ότι «αν δεν το δω όλο το πακέτο δεν θα υπάρξει συμφωνία», εκφράζοντας αισιοδοξία ότι θα κλείσουν όλα στις 20 Μαρτίου.