Ο νόμος προβλέπει τη δημιουργία Μητρώου Βραχυχρόνιας Μίσθωσης Ακινήτων που θα λειτουργεί με την ευθύνη της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και προϋποθέτει την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης (ΚΥΑ), με συνυπογραφή του υπουργού Οικονομικών. Σκοπός του Μητρώου ήταν να παρέχει τη δυνατότητα να διασταυρώνονται τα στοιχεία των μισθώσεων και των εισοδημάτων που αντλούνται από αυτές και να φορολογούνται τα έσοδά από τις εν λόγω μισθώσεις.
Η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη προχωρήσει στη σύνταξη του Μητρώου όσων κάνουν βραχυπρόθεσμες μισθώσεις ακινήτων, παρά το γεγονός ότι η ημερομηνία εφαρμογής της διάταξης του νόμου έχει ορίστεί η 1η Φεβρουαρίου 2017. Ο εκμισθωτής ή υπεκσμιθωτής είναι φυσικό πρόσωπο και βάσει του νόμου θα έπρεπε να είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Βραχυχρόνιας Μίσθωσης Ακινήτων, που θα έπρεπε να τηρείται από τη Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, ενώ ο αριθμός εγγραφής στο Μητρώο Βραχυχρόνιας Μίσθωσης Ακινήτων θα έπρεπε να συνοδεύει υποχρεωτικά την ανάρτηση σε ψηφιακές πλατφόρμες καθώς και σε κάθε μέσο προβολής. Κάτι που σαφέστατα δεν τηρείται αφού η πλατφόρμα παραμένει... άφαντη.
Επίσης, με το νόμο έχουν καθοριστεί και συγκεκριμενες προυποθέσεις που θα πρέπει να τηρούν οι φορολογούμενοι που εκμισθώνουν βραχυπρόθεσμα κατοικίες ή διαμερίσματα που κατέχουν, αξιοποιώντας τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης που παρέχουν συγκεκριμένες ψηφιακές πλατφόρμες (Αirbnb κ.λπ.), ενώ θα έπρεπε να πληρώνουν φόρο 15%-35% επί των μισθωμάτων που εισπράττουν και θα απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ και από το τέλος διανυκτέρευσης, το οποίο θα οφείλουν να πληρώνουν από την 1η-1-2018 όσοι εκμεταλλεύονται ενοικιαζόμενα δωμάτια ή διαμερίσματα.
Οι προϋποθέσεις υπαγωγής στο συγκεκριμένο καθεστώς οικονομικής δραστηριότητας που έχουν καθοριστεί και είναι πλέον αυστηρές, αλλά ανεφάρμοστες, ενώ προβλέπουν και ελάχιστο εμβαδό του ενοικιαζόμενου κτίσματος στα 9 τετραγωνικά μέτρα, υποχρεωτικό αερισμό, κλιματισμό και θέρμανση, απαγόρευση βραχυχρόνιας εκμίσθωσης περισσότερων από 2 ακινήτων ανά ιδιοκτήτη καθώς και απαγόρευση παροχής οποιωνδήποτε άλλων υπηρεσιών (π.χ. εστίασης, ψυχαγωγίας κ.λπ.), πλην της παροχής κλινοσκεπασμάτων. Όσοι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές θα έπρεπε να τιμωρούνται με πρόστιμο 5.000 ευρώ, το οποίο σε περίπτωση πρώτης υποτροπής ανεβαίνει στα 10.000 ευρώ και σε κάθε επόμενη υποτροπή θα φθάνει τις 20.000 ευρώ. Κάτι που επίσης είναι ανεφάρμοστο ενώ δεν υπάρχει και ελεγκτικός μηχανισμός για την επιβολή των προβλεπόμενων προστίμων.
Όσο καθυστερεί η εφαρμογή του νομοθετικού πλαισίου τόσο διευρύνεται το μέγεθος του δημοσιονομικού κενού στα προσδοκώμενα έσοδα, όταν μάλιστα για το 2017 υπάρχει πρόβλεψη είσπραξης ποσού ύψους 80 εκατ. ευρώ μέσα από την εφαρμογή του τέλους διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από την Airbnb (Μάρτιος 2016), στην Ελλάδα διατίθενται σχεδόν 30.000 κατοικίες προς ενοικίαση. Αν συνεκτιμηθούν και οι αντίστοιχοι αριθμοί των υπόλοιπων σχετικών υπηρεσιών, το μέγεθος εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 50.000 ακίνητα πανελλαδικά. Στην περίπτωση δε του Airbnb, η αύξηση σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο είναι εντυπωσιακή, καθώς προσεγγίζει το 135%. Από τα στοιχεία δεν προκύπτει τάση επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης της συγκεκριμένης αγοράς.
Σύμφωνα με μεσίτες που παρακολουθούν τη συγκεκριμένη αγορά, μεγάλο ποσοστό των ιδιοκτητών που μισθώνουν τα ακίνητά τους σε ξένους, μέσω διαδικτυακών υπηρεσιών διαμοιρασμού ακινήτων, δεν δηλώσουν καν τις σχετικές συμβάσεις. Παράλληλα, συχνά οι ιδιοκτήτες δημιουργούν μια ομάδα τακτικών πελατών/επισκεπτών της Αθήνας, με τους οποίους συνεργάζονται σε ετήσια βάση και προχωρούν σε απευθείας συνεννοήσεις, εισπράττοντας τα σχετικά ενοίκια «χέρι με χέρι».
Πρόσφατη μελέτη μάλιστα που παρουσίασε το ΞΕΕ για της επιπτώσεις της οικονομίας διαμοιρασμού στον ελληνικό ξενοδοχειακό κλάδο και εκπόνησε η Grant Thornton, κατέδειξε τα εξής: Η οικονομία του διαμοιρασμού το 2014 «φιλοξένησε» τουλάχιστον 20 εκατ. διανυκτερεύσεις. «Σπατάλησε» 15 χιλιάδες νόμιμες θέσεις εργασίας και απορροφώντας 1,5 δισ. τουριστικά έσοδα, «παρήγαγε» πάνω από 350 εκατ. ευρώ.
Ο ξενοδοχειακός κλάδος διεκδικεί και προσβλέπει στη συγκέντρωση του μεγαλύτερου μέρους του ποσού αυτού από τη φορολόγηση της «σκιώδους» φιλοξενίας και όχι με επιπλέον επιβάρυνση του τουριστικού προϊόντος των φορολογικά συνεπών ξενοδοχειακών επιχειρήσεων....