Μια κρίσιμη εβδομάδα για την "τύχη" του εγχειρήματος εξόδου του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές, προκειμένου να δανειστεί ένα ποσό της τάξεως των 3 δισ. ευρώ τουλάχιστον και να αντικαταστήσει, με νέους τίτλους χαμηλότερου επιτοκίου και λήξεως το 2022, τα 5ετή ομόλογα που είχαν εκδοθεί τον Απρίλιο του 2014 από την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου και λήγουν τον Απρίλιο του 2019, ξεκινά από σήμερα.
Οι συνθήκες κρίνονται κατάλληλες για τη νέα έκδοση εντός αυτής της εβδομάδος, καθώς τα δύο ήδη προεξοφλημένα από τις αγορές γεγονότα τα οποία αναμένονταν την προηγούμενη εβδομάδα - η δημοσιοποίηση της αρνητικής έκθεσης του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και η επικαιροποιημένη θετική αξιολόγηση της Standard & Poor’s για την πιστοληπτική ικανότητα του ελληνικού Δημοσίου, είναι ήδη παρελθόν. Ταυτόχρονα, η τρέχουσα εβδομάδα είναι η τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου και θεωρείται ως η πιο κατάλληλη χρονική στιγμή για την εκδήλωση του εγχειρήματος εξόδου στις αγορές εντός του καλοκαιριού, δεδομένου ότι τον Αύγουστο όλες οι αγορές, ακόμη και αυτή των ομολόγων, μπαίνουν στην συνηθισμένη ραστώνη με το ενδιαφέρον των επενδυτών για την απόκτηση νέων τίτλων να είναι εξαιρετικά υποτονικό.
Στην περίπτωση που η κυβέρνηση δεν προχωρήσει αυτή την εβδομάδα στην αντικατάσταση, με ευνοϊκότερους όρους, του 5ετούς ομολόγου που λήγει τον Απρίλιο του 2019 με νέους τίτλους που θα λήγουν το 2022, τότε το εγχείρημα θα αναβληθεί για το φθινόπωρο.
Στην κυβέρνηση ρίχνουν όλο το βάρος στο ύψος του κουπονιού που θα πετύχει ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) ο οποίος έχει αναλάβει να φέρει σε πέρας το όλο εγχείρημα.
Εφόσον ο ΟΔΔΗΧ φθάσει στο σημείο να ανοίξει το βιβλίο προσφορών για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια, αυτό σημαίνει ότι οι 6 τράπεζες που έχουν αναλάβει την διαχείριση της έκδοσης του 5ετούς ομολόγου και η Rothschild που λειτουργεί ως τεχνικός σύμβουλος της Ελλάδας έχουν εξασφαλίσει προσφορές επιτοκίων που κινούνται πολύ χαμηλότερα από το 4,95% που πλήρωσε ήδη η χώρα με το ομόλογο της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου.
Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, έχει δηλώσει πως «υπάρχουν τόσο οι προθέσεις όσο και οι προϋποθέσεις για την πρώτη έξοδο στις αγορές». Κατά τον ίδιο, «το ζητούμενο, στη συγκεκριμένη φάση, δεν είναι η εξεύρεση της φθηνότερης πηγής δανεισμού αλλά η σταδιακή επαναφορά της χώρας στην κανονικότητα της χρηματοδότησης από τις διεθνείς αγορές, ώστε να σταματήσει η εξάρτηση από τον πολιτικό δανεισμό του επίσημου τομέα».