Συγκεκριμένα, το Ταμείο προβλέπει για την ελληνική οικονομία ότι φέτος θα παρουσιάσει ρυθμό ανάπτυξης 2%, ενώ στην προηγούμενη αντίστοιχη έκθεσή του, 6 μήνες νωρίτερα, είχε προβλέψει ότι ο ρυθμός αυτός θα έφθανε στο 2,6%.
Σχόλιο από την ελληνική πλευρά για τη νεώτερη πρόβλεψη του ΔΝΤ δεν υπάρχει αλλά είναι σίγουρο ότι οι διαπραγματεύσεις για το πλεόνασμα και τη μείωση του αφορολογήτου δεν ξεκινάνε με τους καλύτερους οιωνούς, παρά το ότι οι εκτιμήσεις του Ταμείου για το ΑΕΠ του 2019 είναι καλύτερες σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2017 (1,8% αντί 1%), παραμένοντας, πάντως, κάτω από τις προβλέψεις των Ευρωπαίων για 2,5%.
Όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, το ΔΝΤ εκτός από τα στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού- όπου για πρώτη φορά το Μάρτιο καταγράφηκε υστέρηση στα έσοδα- θα εξετάσει και τα στοιχεία για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου (δημοσιοποιούνται στις 4 Ιουνίου από την ΕΛΣΤΑΤ), προκειμένου να καταλήξει στο αν θα χρειαστεί η πρόωρη μείωση του αφορολογήτου και το «πάγωμα» των αντίμετρων, έτσι ώστε να διασφαλιστεί ο στόχος για πλεόνασμα 3,5%. Οι διαθέσεις του ΔΝΤ θα φανούν ακόμα καλύτερα, με την επικείμενη δημοσιοποίηση των νεώτερων εκτιμήσεων του για το φετινό πλεόνασμα, το οποίο σύμφωνα με τις προβλέψεις του Οκτωβρίου, δεν θα ξεπεράσει το 2,2%.
Στην έκθεση του ΔΝΤ ενσωματώνονται και οι προβλέψεις του διεθνούς οργανισμού για την ανεργία. Για το 2018 «βλέπει» 19,8% και για το 2019 18%.
Σύμφωνα, εξάλλου με την έκθεση, την οποία δημοσιοποίησε το Ταμείο λίγο πριν ξεκινήσουν οι εργασίες της Εαρινής Συνόδου, η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη θα πάει καλύτερα σε σχέση με τις προβλέψεις του Οκτωβρίου (2,4% αντί 1,9%).
Από τα επιμέρους στοιχεία φαίνεται ότι η προσγείωση του περσινού ΑΕΠ στο 1,4% έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ταχεία αναθεώρηση των προβλέψεων του Ταμείου, ενώ οι «γκρίζες» εκτιμήσεις για την πορεία των διεθνών τιμών του πετρελαίου, κρούουν κώδωνα κινδύνου για ακόμα μεγαλύτερη αποδυνάμωση των όποιων ρυθμών ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, το Ταμείο υπολογίζει, πλέον, ότι η τιμή του πετρελαίου θα διαμορφωθεί σε μέσα ετήσια επίπεδα στα 62,30 δολάρια το βαρέλι, έναντι 50,20 δολαρίων που υπολόγιζε τον περασμένο Οκτώβριο, που ήταν και το βασικό σενάριο με το οποίο «χτίστηκε» και ο Προϋπολογισμός. Σημειωτέον, ότι για κάθε 10 δολάρια διαφορά από το βασικό σενάριο, οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών υπολογίζουν απώλεια περίπου 0,3 μονάδων στο ΑΕΠ, ενώ αυτή τη στιγμή η τιμή του πετρελαίου παραμένει κοντά στα 72 δολάρια λόγω της έντασης στη Μέση Ανατολή.