Οι κυριότερες παράμετροι που επηρεάζουν αρνητικά την αξία της αγοράς είναι η μείωση των τιμών σε αρκετές κατηγορίες προϊόντων και η διαφοροποίηση της καταναλωτικής συμπεριφοράς, με τις προτιμήσεις να στρέφονται σε φθηνότερες λύσεις, όπως τους κωδικούς ιδιωτικής ετικέτας, επισημαίνει ο Α. Νικολαΐδης ανώτερο στέλεχος του τμήματος έρευνας και κλαδικών μελετών της IBHS.
Ωστόσο το 2014 παρατηρήθηκε τάση σταθεροποίησης, σύμφωνα με την IBHS, καθώς ο δείκτης όγκου πωλήσεων της ΕΛΣΤΑΤ για τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων τους πρώτους 11 μήνες του έτους σημείωσε μικρή άνοδο 0,8% σε ετήσια βάση, για πρώτη φορά μετά την τελευταία πενταετία.
Το 2013 η συνολική αξία αγοράς –σύμφωνα με το Ινστιτούτο Έρευνας λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών- διαμορφώθηκε στα 9,7 δισ. ευρώ, έναντι 10,1 δισ. ευρώ το 2012 (-4%). Το μέγεθος αυτό αντιστοιχεί στο 52% της συνολικής λιανικής αγοράς τροφίμων, ποσοστό που στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες διαμορφώνεται σε αρκετά υψηλότερα επίπεδα.
Η ύφεση επηρέασε, σύμφωνα με την IBHS, κυρίως τα σούπερ μάρκετ στα μεγάλα αστικά κέντρα, καθώς στις επαρχιακές αγορές η πτώση ήταν μικρότερη λόγω της επίδρασης του τουρισμού. Ενδεικτικά, ο κύκλος εργασιών στα καταστήματα της Αθήνας το 2013 μειώθηκε κατά 7%, ενώ στις περιφερειακές αγορές κατά 2,5%.
Παρά τις δυσμενείς συγκυρίες που διέπουν το λιανικό εμπόριο, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις εξακολουθούν να επενδύουν στην οργανική τους ανάπτυξη και επέκταση των δικτύων τους εξαγοράζοντας μικρότερες, περιφερειακές αλυσίδες, ή καταρτίζοντας διαφόρων μορφών συνεργασίες με τις τελευταίες, διαφοροποιώντας έτσι τον χάρτη της αγοράς. Σύμφωνα με την IBHS, σκοπός των κινήσεων αυτών είναι η ενίσχυση των μεριδίων αγοράς, αλλά και κάποια πιθανή εξαγορά από πολυεθνικούς ομίλους.
Στη μελέτη της IBHS αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 120 επιχειρήσεων. Όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα, το 2013 ο κύκλος εργασιών διαμορφώθηκε στα 7,53 δισ. ευρώ, σημειώνοντας πτώση 1% από το 2012.
Τα συνολικά κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (ΚΠΤΦΑ) κατέγραψαν μείωση 10%, στα 308,74 εκατ. ευρώ ενώ τα κέρδη προ φόρων (ΚΠΦ) ενισχύθηκαν κατά 4,3%, αγγίζοντας τα 138 εκατ. ευρώ.
Το μέσο περιθώριο ΚΠΤΦΑ διατηρήθηκε στο 4,1%, ενώ το περιθώριο ΚΠΦ ενισχύθηκε στο 1,4%. Η κεφαλαιακή μόχλευση αυξήθηκε ελαφρώς σε 2,3 προς 1.