Ετσι, παρά την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, οι οφειλέτες επανήλθαν κανονικά στα γκισέ των τραπεζών για να καταβάλουν όχι μόνο την τρέχουσα δόση του δανείου τους, αλλά και κάποιες ληξιπρόθεσμες που είχαν αθετήσει τους προηγούμενους μήνες. Κάποιοι μάλιστα θέλησαν να αποπληρώσουν το σύνολο του δανείου τους, κάτι που ωστόσο δεν επιτρέπεται σε συνθήκες capital controls, εκτός και αν τα χρήματα προέλθουν από λογαριασμό τράπεζας του εξωτερικού, το στρώμα ή τη θυρίδα. Αν πρόκειται, δηλαδή, για νέο χρήμα. Ο λόγος που οι δανειολήπτες επανέκαμψαν στον ρεαλισμό δεν είναι άλλος από την απλή διαπίστωση ότι τα ψέματα πλέον τελείωσαν.
Οι τράπεζες, που βρέθηκαν αντιμέτωπες τους τελευταίους μήνες με μια κατάσταση χαλαρότητας από την πλευρά των δανειοληπτών, βλέπουν τους δείκτες τους να βελτιώνονται. Οι οφειλέτες απαντούν στα τηλέφωνα, δεν καταφέρονται κατά της τράπεζας, υβρίζοντας τον υπάλληλο στην άλλη άκρη της γραμμής που πήρε για να υπενθυμίσει την ανεξόφλητη οφειλή και εντέλει περνούν από το κατάστημα για να πληρώσουν τη δόση ή να διακανονίσουν το υπόλοιπο της οφειλής. Η εποχή της αθωότητας δείχνει να έχει τελειώσει, και η κανονικότητα επιστρέφει σταδιακά στη ζωή μας.
Αυτά σε ό,τι αφορά τους δανειολήπτες. Ο άλλος πόλος του συστήματος, οι καταθέτες, διακρατούν ακόμη το κομπόδεμα των χρημάτων που απέσυραν από τις τράπεζες τους τελευταίους μήνες στο σπίτι και προτιμούν να το χρησιμοποιούν ακόμη για αγορές από το να το επιστρέψουν στην τράπεζα. Οσο από αυτό δεν «φαγωθεί» τους προσεχείς μήνες σε φόρους θα αρχίσει να επιστρέφει σταδιακά στους τραπεζικούς λογαριασμούς όταν αποκατασταθεί πλήρως η πολιτική σταθερότητα και ολοκληρωθεί και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Ο κεντρικός τραπεζίτης Μάριο Ντράγκι απέκλεισε σε δηλώσεις του την περασμένη εβδομάδα το ενδεχόμενο ενός «κουρέματος» στις καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ των Ελλήνων, αλλά η αλήθεια είναι ότι η ανασφάλεια –ακόμη και αν είναι μόνο ψυχολογική– θα εκλείψει με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης.
Το σφιχτό χρονοδιάγραμμα που επιβάλλει την ολοκλήρωση της διαδικασίας έως και τα τέλη Δεκεμβρίου γίνεται ακόμη πιο ασφυκτικό εάν σκεφθεί κανείς ότι, στην πραγματικότητα, τα απαιτούμενα κεφάλαια, που, ανάλογα με τους υπολογισμούς, μπορεί να είναι από 10 δισ. ευρώ έως και 25 δισ. ευρώ, πρέπει να μπουν στις τράπεζες το πρώτο δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου, πριν δηλαδή από τις γιορτές των Χριστουγέννων.
Μέχρι τότε κυβέρνηση και θεσμοί θα πρέπει να έχουν λύσει την εξίσωση της ανακεφαλαιοποίησης, αποσαφηνίζοντας όχι μόνο το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών, αλλά και τους όρους βάσει των οποίων θα γίνει.
Στα αναπάντητα ερωτήματα για το μοντέλο της ανακεφαλαιοποίησης που θα ακολουθηθεί, δηλαδή το κατά πόσο θα δοθούν κίνητρα για τη συμμετοχή ιδιωτών ή την τύχη των ομολογιούχων, και ειδικά αυτών που κατέχουν senior bonds ομόλογα, προστίθεται και αυτός του αναβαλλόμενου φόρου. Το πρόβλημα είναι το κατά πόσο η αναγνώρισή του στα εποπτικά κεφάλαια θα σταματήσει στο πρώτο εξάμηνο του 2015 κόντρα στη μέχρι σήμερα πρακτική, που ήθελε την αναγνώρισή του για όσο διάστημα οι τράπεζες εγγράφουν ζημιές στους ισολογισμούς τους. Με δεδομένο ότι οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να γράφουν ζημιές τόσο το 2015 όσο και το 2016, η απώλεια του δικαιώματος να αναγνωριστεί ο αναβαλλόμενος φόρος, δηλαδή η υποχρέωση που έχει το κράτος, στα εποπτικά κεφάλαια, θα στοιχίσει πρόσθετα κεφάλαια. Το ακριβές ύψος τους εξαρτηθεί και από τις υπόλοιπες παραδοχές που θα λάβει υπόψη του ο επόπτης, δηλαδή ο SSM, που δεν είναι άλλες από ένα δυσμενές σενάριο για την οικονομία που θα μπορούσε να προκληθεί από την παράταση της πολιτικής αβεβαιότητας και το οποίο, με τη σειρά του, θα αποθάρρυνε την είσοδο επενδυτών στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
πηγη: Καθημερινή