Ο προϋπολογισμός προβλέπει, επίσης, μείωση του ρυθμού ανάπτυξης κατά 2,3% φέτος και 1,3% το 2016. Το ΑΕΠ το 2016 θα διαμορφωθεί στα 173,365 δισ. ευρώ. Η ανεργία προβλέπεται να αυξηθεί στο 25,8% του χρόνου (από 25,4% φέτος).
Τα καθαρά έσοδα του τακτικού προϋπολογισμού προβλέπεται να ανέλθουν σε 53,344 δισ. ευρώ έναντι 53,480 δισ. ευρώ φέτος, ενώ το σύνολο των δαπανών θα ανέλθει σε 55,685 δισ. ευρώ έναντι 55,690 δισ. ευρώ το 2015. Ειδικότερα, οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων θα ανέλθουν σε 6,750 δισ. ευρώ έναντι 6,4 δισ. ευρώ φέτος
Συγκεκριμένα ο προυπολογισμός για το 2016 προβλέπει ύφεση στην ελληνική οικονομία αναμένεται να συνεχιστεί (-1,3%) λόγω της μεταφερόμενης επίδρασης από την ύφεση του 2015. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία και η άρση των περιορισμών μπορεί να επιτρέψει την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από το τρίτο τρίμηνο του 2016. Αντίστοιχη με την ηπιότερη ύφεση, σε σχέση με το 2015, προβλέπεται να είναι η εξέλιξη των βασικών προσδιοριστικών μεγεθών του ΑΕΠ. Ειδικότερα, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να συρρικνωθεί την περίοδο 2016 κατά 2,4%. Η δημόσια κατανάλωση εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει μείωση 2,1%, δεδομένης της ανάγκης για περαιτέρω εξοικονόμηση δημοσίων δαπανών. Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου αναμένεται να παρουσιάσει άνοδο κατά 4,5%, λόγω της αύξησης της πιστωτικής ρευστότητας στην οικονομία και της αξιοποίησης των ευρωπαϊκών επενδυτικών πόρων.
Η επιβράδυνση των εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών που προβλέπεται βρα-χυπρόθεσμα (κυρίως λόγω των πρόσφατων ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων) αναμένεται να αποκατασταθεί βαθμιαία. Η συμβολή του εξωτερικού ισοζυγίου στην αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται θετική το 2016, στις +0,31 εκατοστιαίες μονάδες. Η πτωτική τάση των τιμών αναμένεται να αναστραφεί από το 2016, ενώ ο δείκτης ανεργίας σε εθνικολογιστική βάση εκτιμάται ότι θα σημειώσει βραχυπρόθεσμη επιδείνωσή.
Καθοριστικό ρόλο για τις εξελίξεις το 2016 θα διαδραματίσουν οι στόχοι για την ανακεφαλα-ιοποίηση των τραπεζών, και την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, καθώς αποτελούν τα κρίσιμα βήματα για τη σταδιακή αποκατάσταση της τραπεζικής πίστης, την ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία και την σταθερότητα του οικονομικού περιβάλλοντος. Η επίτευξη των στόχων αυτών αναμένεται να βοηθήσει στην επαναφορά της οικονομίας σε πορεία ανάκαμψης μεσοπρόθεσμα, μέσω της ώθησης των επενδύσεων και της αναζωογόνησης της εγχώριας ζήτησης.
Προφανώς, οι εκτιμήσεις αυτές ίσως αναθεωρηθούν με την δημοσιοποίηση περισσότερων στοιχείων για το 2015, τα οποία θα επιτρέψουν τη διαμόρφωση μιας καλύτερης εικόνας για τις επιπτώσεις των κεφαλαιακών ελέγχων και των δημοσιονομικών μέτρων στην πραγματική οικονομία.
Μακροοικονομικοί και δημοσιονομικοί κίνδυνοι
Οι μακροοικονομικοί και δημοσιονομικοί κίνδυνοι για το 2016 σχετίζονται ως επί το πλείστον με ενδογενείς παράγοντες της οικονομίας που επιδρούν δυσμενώς στη σταθερότητα του οικονομικού περιβάλλοντος, την πολιτική και χρηματοπιστωτική ευστάθεια, την ανάπτυξη θετικών προσδοκιών για την πραγματική οικονομία, και την προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Κατ' επαγωγή, η αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών, προκειμένου να είναι δυνατή η δημιουργία συνθηκών ανάκαμψης από το 2017, προϋποθέτει:
• τη διασφάλιση της κεφαλαιακής επάρκειας και επάρκειας ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, μέσω της επιτυχούς ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων και την αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων,
• την υλοποίηση δομικών μεταρρυθμίσεων στην ελληνική οικονομία με στόχο την εξάλειψη των στρεβλώσεων και την αύξηση της παραγωγικότητας,
• τη διασφάλιση της σταθερότητας στο πολιτικό περιβάλλον προκειμένου να ομαλοποιηθούν οι προσδοκίες για την ελληνική οικονομία,
• την παγίωση της βελτίωσης των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων, ώστε βαθμιαία να επιστρέψει η δυνατότητα χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας μέσω των διεθνών αγορών, και
• την ενίσχυση του δικτύου κοινωνικής συνοχής, με παράλληλη ανακατανομή των βαρών της δημοσιονομικής προσαρμογής μεταξύ κοινωνικών ομάδων με τρόπο κοινωνικά δίκαιο.
Πέραν των ενδογενών παραγόντων, οι εξωγενείς παράγοντες που σχετίζονται με τους μακρο-οικονομικούς και δημοσιονομικούς κινδύνους της ελληνικής οικονομίας, συνοψίζονται στην ακόμη ασταθή ισορροπία της παγκόσμιας οικονομίας, η οποία συνδέεται με τις παρατεταμένες επιπτώσεις της παγκόσμιας ύφεσης των προηγούμενων ετών, στις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας και την αντίστοιχη αστάθεια των χρηματοοικονομικών αγορών. Τέλος, ενδεχόμενες δυσμενείς γεωπολιτικές εξελίξεις (με αναφορά, για παράδειγμα, στην Ουκρανία, την Κίνα, ή τη Μέση Ανατολή) είναι επίσης ένας παράγοντας κινδύνου για την ελληνική οικονομία.
Η δημοσιονομική στρατηγική και για το έτος 2016 είναι προσανατολισμένη στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων της Σύμβασης Οικονομικής Συμφωνίας με την εδραίωση πρωτογενών πλεονασμάτων, τα οποία επιτρέπουν αφενός την επίτευξη διατηρήσιμων ανοδικών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης και, αφετέρου, την επέκταση προγραμμάτων σημαντικού κοινωνικού και ανθρωπιστικού ενδιαφέροντος αλλά και ιδιαίτερης δημοσιονομικής βαρύτητας, όπως:
• Εφαρμογή νέου προγράμματος εξόφλησης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης προς την πραγματική οικονομία, από δαπάνες αλλά και επιστροφές φόρων, με σχετική χρηματοδότηση από το Πρόγραμμα Στήριξης.
• Σταδιακή εφαρμογή του Προγράμματος του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος σε εθνικό επίπεδο.
• Εφαρμογή δράσεων για την καταπολέμηση της ανθρωπιστικής κρίσης.
• Αναμόρφωση του ενιαίου μισθολογίου, με ουδέτερη δημοσιονομική επίπτωση, το οποίο ενσωματώνει σημαντικές καινοτομίες στη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού.
• Σχεδιασμό για την εντατικοποίηση των διαδικασιών απορρόφησης των κονδυλίων του ΠΔΕ.
• Επανασχεδιασμό του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων για τη βέλτιστη αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου.
• Επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην οικονομία.
• Επέκταση των θεσμικών αλλαγών στο δημόσιο τομέα.
Για το έτος 2016, σύμφωνα με τη μεθοδολογία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών, το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να εμφανίσει έλλειμμα ύψους 4 δισ. ευρώ ή 2,3% του ΑΕΠ.
Το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με την ίδια μεθοδολογία, προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 2,9 δισ. ευρώ ή 1,7% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τη μεθοδολογία της Σύμβασης Οικονομικής Συμφωνίας, το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 894 εκατ. ευρώ ή 0,5% στο ύψος του στόχου, ο οποίος ανέρχεται σε 867 εκατ. ευρώ. Επομένως, η υπέρβαση του στόχου διαμορφώνεται στα 27 εκατ. ευρώ.
2.2 Τακτικός Προϋπολογισμός Έσοδα
Τα καθαρά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού, σε ταμειακή βάση, προβλέπεται να δια-μορφωθούν στα 49.462 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 0,8% περίπου, έναντι των εκτιμήσεων
του 2015.
Η αύξηση αυτή, οφείλεται τόσο στην αναμενόμενη βελτίωση του μακροοικονομικού περι-βάλλοντος, όσο και στα μέτρα που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο της νέας Σύμβασης Οικονομικής Συμφωνίας.
Ειδικότερα:
• οι άμεσοι φόροι προβλέπεται να ανέλθουν στο ποσό των 19.926 εκατ. ευρώ. Στα έσοδα αυτά περιλαμβάνεται και ποσό ύψους 957 εκατ. ευρώ περίπου, λόγω της είσπραξης, τους πρώτους μήνες του 2016 των δύο δόσεων του ΕΝΦΙΑ του έτους 2015. Ωστόσο, το ποσό αυτό, σε δημοσιονομική βάση, θα υπολογισθεί στο έτος 2015,
• οι έμμεσοι φόροι, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στο ποσό των 24.874 εκατ. ευρώ και,
• τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις προβλέπονται στα 2 δισ. ευρώ περίπου. Το σημαντικό μέρος των εσόδων αυτών θα προέλθει από την παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης, λειτουργίας, διαχείρισης και εκμετάλλευσης περιφερειακών αεροδρομίων της χώρας.
Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι τα μη τακτικά έσοδα στο 2016, είναι μειωμένα σε σχέση με αυτά του 2015, λόγω της μειωμένης πρόβλεψης για είσπραξη εσόδων από το πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας από τη χρηματοπιστωτική κρίση, καθώς και των εσόδων από ANFAs και SMPs.
Τα έσοδα του ΠΔΕ εκτιμώνται σε 3.882 εκατ. ευρώ, σε ταμειακή βάση, και 3.866 εκατ. ευρώ, σε δεδουλευμένη βάση.
Δαπάνες
Οι συνολικές δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 48.935 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά 355 εκατ. ευρώ έναντι της εκτίμησης για το έτος 2015.
Οι πρωτογενείς δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 41.735 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά 214 εκατ. ευρώ έναντι της εκτίμησης για το έτος 2015.