Αλλαγές στις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που θα πρέπει να συνδυάζουν την απλοποίηση της νομοθεσίας, την δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών και την αύξηση των εσόδων του Δημοσίου τουλάχιστον κατά 350-400 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση θα παρουσιάσει η κυβέρνηση στους εκπροσώπους των δανειστών, μετά την απαίτησή τους να προχωρήσουν από τώρα οι αλλαγές στο φορολογικό, ώστε να συμβάλουν στην κάλυψη του δημοσιονομικού κενού του 2016 και των επομένων ετών.
Η κυβέρνηση επιθυμεί η επικείμενη αναμόρφωση της φορολογίας εισοδήματος να κινηθεί προς την κατεύθυνση της συγχώνευσης των τριών διαφορετικών κλιμάκων φορολόγησης που ισχύουν σήμερα για τις τρεις βασικές πηγές εισοδήματος - από μισθωτή εργασία, από ακίνητα και από επιχειρηματικές (και γεωργικές) δραστηριότητες - σε δύο βασικές κλίμακες ή ακόμη και σε μία ενιαία κλίμακα και την ταυτόχρονη μεταφορά των φορολογικών επιβαρύνσεων από τα χαμηλά και τα μεσαία στα υψηλά εισοδήματα. Ωστόσο, οι δανειστές είναι πιο συντηρητικοί και δεν τίθενται υπέρ τόσο ριζικών ανατροπών. Τάσσονται υπερ της διατήρησης των τριών ισχυουσών κλιμάκων και της επιβολής τροποποιήσεων που θα αυξάνουν τα φορολογικά βάρη για όλα τα εισοδήματα από ακίνητα και απο γεωργικές δραστηριότητες καθώς επίσης και για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους με μεσαία και υψηλά εισοδήματα.
Σήμερα, η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει ότι το ετήσιο εισόδημα κάθε πηγής φορολογείται αυτοτελώς. Συγκεκριμένα:
α) Το εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις φορολογείται με 22% μέχρι το επίπεδο των 25.000 ευρώ, με 32% από το επίπεδο των 25.001 έως το επίπεδο των 42.000 ευρώ και με 42% πάνω από το επίπεδο των 42.000 ευρώ. Από τον φόρο που προκύπτει με βάση την κλιμακωτή αυτή φορολόγηση εκπίπτει ποσό 2.100 ευρώ εφόσον το ετήσιο εισόδημα είναι μέχρι 21.000 ευρώ. Η έκπτωση του ποσού αυτού ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο 9.545 ευρώ. Για εισοδήματα άνω των 21.000 ευρώ, η έκπτωση των 2.100 ευρώ μειώνεται κατά 100 ευρώ για κάθε 1.000 ευρώ ετησίου εισοδήματος και τελικά μηδενίζεται στο επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 42.000 ευρώ.
β) Το εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή από την ατομική άσκηση εμπορικής επιχείρησης, επιχείρησης παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριου επαγγέλματος, φορολογείται με 26% από το πρώτο ευρώ και μέχρι το όριο των 50.000 ευρώ, ενώ πάνω από το όριο αυτό ο συντελεστής αυξάνεται στο 33%.
γ) Το εισόδημα από γεωργική δραστηριότητα φορολογείται από το πρώτο ευρώ και στο σύνολό του με 13%.
δ) Το εισόδημα από ακίνητη περιουσία φορολογείται με 11% μέχρι τις 12.000 ευρώ και με 33% πάνω από το επίπεδο των 12.000 ευρώ.
Ενα από τα σενάρια αλλαγών που εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών και σχεδιάζει να προτείνει στους εκπροσώπους των δανειστών προβλέπει την εφαρμογή μιας ενιαίας φορολογικής κλίμακας με δύο παραλλαγές, μία για όσους φορολογούμενους εισπράττουν πάνω από το 50% του συνολικού τους εισοδήματος από μισθωτή εργασία ή συντάξεις και μία για όσους το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού εισοδήματος προέρχεται από άλλες πηγές, δηλαδή από ακίνητα ή από επιχειρηματικές-γεωργικές δραστηριότητες. Σύμφωνα με το σενάριο αυτό, η κλίμακα για τους φορολογούμενους με εισοδήματα προερχόμενα κυρίως από μισθούς ή συντάξεις θα έχει αφορολόγητο όριο 9.550 ευρώ περίπου, όπως και σήμερα, το οποίο όμως θα πρέπει να καλύπτεται με δαπάνες εξοφληθείσες με "πλαστικό χρήμα".
Η κλίμακα των φορολογουμένων, των οποίων το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος δεν προέρχεται από μισθωτή εργασία θα προβλέπει φόρο από το πρώτο ευρώ και μέχρι το επίπεδο των 9.550 ευρώ με συντελεστή 10%-15%. Και στις δύο παραλλαγές της ενιαίας αυτής κλίμακας η κυβέρνηση επιθυμεί να υπάρχει αυξημένη προοδευτικότητα φορολογικών συντελεστών, δηλαδή να υπάρχουν πολλά φορολογικά κλιμάκια και αντίστοιχα πολλοί συντελεστές πάνω από το επίπεδο των 9.550 ευρώ ώστε να επιβαρύνονται με αυξημένους φόρους κυρίως τα υψηλά εισοδήματα. Δεδομένου ότι σήμερα, όσοι αποκτούν εισοδήματα από επιχειρηματικές δραστηριότητες φορολογούνται με 26% από το πρώτο ευρώ των εισοδημάτων τους αυτών, ενώ όσοι αποκτούν εισοδήματα από γεωργικές επιχειρηματικές δραστηριότητες φορολογούνται γι' αυτά με 13% από το πρώτο ευρώ των εισοδημάτων αυτών, τυχόν εφαρμογή αυτού του σεναρίου θα έχει ως συνέπειες:
α) τη μείωση του φορολογικού συντελεστή από το 26% στο 10%-15% για τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και τους ελεύθερους επαγγελματίες με ετήσιο εισόδημα μέχρι 9.550 ευρώ
β) είτε τη διατήρηση του συντελεστή φορολόγησης του αγροτικού εισοδήματος στο 13% μέχρι το επίπεδο των 9.550 ευρώ, είτε τη μείωση του συντελεστή από το 13% στο 11%-12% για ετήσιο αγροτικό εισόδημα μέχρι 9.550 ευρώ είτε την αύξησή του συντελεστή από το 13% στο 14%-15% για ετήσιο αγροτικό εισόδημα μέχρι 9.550 ευρώ.
Πάνω από το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 9.550 ευρώ θα ισχύουν και στις δύο παραλλαγές της ενιαίας κλίμακας ίδιοι συντελεστές φόρου κλίμακούμενοι σε επίπεδα υψηλότερα του 10%-15%
Ένα δεύτερο, λιγότερο απαιτητικό, βασικό σενάριο που μελετά το υπουργείο Οικονομικών προβλέπει την καθιέρωση δύο φορολογικών κλιμάκων, μία για τα εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις και ακίνητα και μία για τα εισοδήματα από επιχειρηματικές και γεωργικές δραστηριότητες. Τυχόν εφαρμογή του σεναρίου αυτού θα σημάνει:
α) τη διατήρηση του αφορολογήτου των 9.550 ευρώ για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους υπό την προϋπόθεση ότι θα καλύπτεται με δαπάνες εξοφληθείσες με "πλαστικό χρήμα"
β) τη φορολόγηση των εισοδημάτων από ακίνητα όχι αυτοτελώς με 11% από το πρώτο ευρώ μέχρι τις 12.000 ευρώ και με 33% πάνω από τις 12.000 ευρώ αλλά κατόπιν υπαγωγής τους στην κλίμακα φορολόγησης των μισθωτών και των συνταξιούχων, όπου θα ισχύει αφορολόγητο όριο 9.550 ευρώ που θα πρέπει να καλύπτει με δαπάνες εξοφληθείσες με "πλαστικό χρήμα". Αυτό θα έχει ως συνέπεια τη σημαντική φορολογική ελάφρυνση όσων εισπράττουν ετήσια εισοδήματα έως 9.550 ευρώ προερχόμενα μόνο από ακίνητα, καθώς στις περιπτώσεις αυτές ο φόρος από 11% θα πέσει στο ... 0%. Από την άλλη πλευρά όμως όσοι φορολογούμενοι εισπράττουν εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις και ταυτόχρονα αποκτούν και εισοδήματα από ακίνητα θα επιβαρυνθούν με σημαντικές αυξήσεις φορολογικών επιβαρύνσεων καθώς τα εισοδήματα από ακίνητα θα αθροίζονται με τα ποσά των μισθών ή των συντάξεων και θα ανεβαίνουν πλέον σε πολύ πιο υψηλά φορολογικά κλιμάκια, όπου οι συντελεστές φόρου θα είναι μεγαλύτεροι του 11% που ισχύει σήμερα μέχρι το επίπεδο των 12.000 ευρώ ετησίου εισοδήματος από ακίνητα.
β) τη φορολόγηση των εισοδημάτων από επιχειρηματικές και γεωργικές δραστηριότητες σε μια κλίμακα, στην οποία είτε θα ισχύει συντελεστής 26% από το πρώτο ευρώ, οπότε θα επέλθει πλήρης φορολογική εξομοίωση των αγροτών με τους ασκούντες ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και διπλασιασμός του συντελεστή φορολόγησης από το 13% στο 26%, όπως ήδη προβλέπει το Μνημόνιο ΙΙΙ, είτε θα επέλθουν σημαντικές τροποποιήσεις με την μορφή της καθιέρωσης μεγάλου αριθμού κλιμακίων και συντελεστων ώστε να υπάρχει προοδευτικότητα στη φορολόγηση και μεταφορά φορολογικού βάρους από τα χαμηλά και τα μεσαία στα υψηλά εισοδήματα, όπως επιθυμεί η κυβέρνηση.
Σε κάθε περίπτωση, είτε επιλεγεί να προταθεί στους εκπροσώπους των δανειστών το πρώτο είτε το δεύτερο σενάριο, στις νέες κλίμακες που θα επιδιωχθεί να ισχύσουν θα χρειασθεί να ενσωματωθεί και η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, η οποία επιβάλλεται σήμερα με συντελεστές κλιμακούμενους από 0,7% έως και 8% σε ετήσια εισοδήματα μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ, αλλά τα επιβαρύνει από το πρώτο ευρώ με τον πιο υψηλό κατά περίπτωση συντελεστή. Δεδομένου ότι ο ανώτατος συντελεστής φορολόγησης που ισχύει σήμερα είναι το 42%, το οποίο εφαρμόζεται στην κλίμακα των μισθωτών και των συνταξιούχων για ετήσια εισοδήματα πάνω από 42.000 ευρώ, η ενσωμάτωση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης με ανώτατο συντελεστή 8% στην κλίμακα φορολόγησης συνεπάγεται αυτόματα την επιβολή ανώτατου συντελεστή φορολόγησης 50% πάνω από ένα όριο ετησίου εισοδήματος. Ο καθορισμός του ορίου αυτού είναι κρίσιμη παράμετρος των αλλαγών καθώς από αυτόν τον καθορισμό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό το ύψος των πρόσθετων φορολογικών εσόδων που θα κληθούν να συνεισφέρουν οι έχοντες υψηλά εισοδήματα, κυρίως όμως ο αριθμός των φορολογουμένων που θα χαρακτηριστούν ως έχοντες "υψηλά εισοδήματα".
Σε κάθε περίπτωση, τα σενάρια που επεξεργάζεται και θα προτείνει η κυβέρνηση στους δανειστές θα περάσουν από τον αυστηρό έλεγχο των τελευταίων, οι οποίοι, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν επιθυμούν και πολύ να αλλάξει ο σημερινός τρόπος φορολόγησης, αλλά απλώς να αυξηθούν οι συντελεστές αυτοτελούς φορολόγησης των εισοδημάτων από ακίνητα και γεωργικές δραστηριότητες, όπως ήδη προβλέπει το Μνημόνιο ΙΙΙ, καθώς επίσης και να περιοριστούν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι που δικαιούνται έκπτωσης φόρου έως 2.100 ευρώ, με το να τροποποιηθεί η κλιμάκωση της έκπτωσης, ώστε να μηδενίζεται σε επίπεδο ετησίου εισοδήματος πολύ πιο χαμηλό των 42.000 ευρώ, που προβλέπει η ισχύουσα σήμερα νομοθεσία.
Σημειώνεται ότι το Μνημόνιο ΙΙΙ προβλέπει:
-Αύξηση των συντελεστών φορολόγησης των εισοδημάτων από ακίνητα από το 11% στο 15% για ποσά μέχρι 12.000 ευρώ και από το 33% στο 35% για ποσά πάνω από το επίπεδο των 12.000 ευρώ
-Αύξηση του συντελεστή φορολόγησης του αγροτικού εισοδήματος από το 13% στο 20% για το 2016 και στο 26% για το 2017.