Οι ομιλητές ανέδειξαν τη σημασία των μελετών στην αξιοποίηση εξειδικευμένου προσωπικού και πόρων. Η υποδιοικήτρια της 1ης Υγειονομικής Περιφέρειας (ΥΠΕ) Αττικής, Ιωάννα Διαμαντοπούλου, επικαλούμενη την πρόσφατη εμπειρία της από τη διοίκηση του νοσοκομείου «Αλεξάνδρα», ανέφερε πως το εν λόγω νοσηλευτικό ίδρυμα εισπράττει ετησίως 15 εκατομμύρια ευρώ από τις κλινικές μελέτες.
Ενδεικτικά, τόνισε πως ο προϋπολογισμός του συγκεκριμένου νοσηλευτικού ιδρύματος για το 2016 δεν υπερβαίνει τα 9 εκατομμύρια ευρώ, ενώ τα χρέη του προς τρίτους αγγίζουν σήμερα τα 24 εκατομμύρια. Στη συγκεκριμένη ΥΠΕ, οι περισσότερες μελέτες διενεργούνται κατά σειρά στα νοσοκομεία «Λαϊκό», «Ευαγγελισμός», «Ιπποκράτειο», Γενικό Κρατικό Αθήνας και «Σωτηρία».
Οι κλινικές μελέτες έχουν σημαντικό κέρδος για την οικονομία
Ο διοικητής της 1ης ΥΠΕ, Άγγελος Παπαδόπουλος υπογράμμισε ότι στα νοσοκομεία της αρμοδιότητάς του είχαν διενεργηθεί το 2010 και το 2011 λιγότερες από 225 κλινικές μελέτες κατ' έτος.
Το 2013, ωστόσο, υπήρξε σημαντική βελτίωση, καθώς οι κλινικές στα νοσοκομεία της 1ης ΥΠΕ ανήλθαν στις 409.
Στα ταμεία της ΥΠΕ κατέληξαν περίπου 5 εκατομμύρια ευρώ από το 2010 και από αυτά, το 1,8 εκατομμύριο έχει αποδοθεί κατ΄ έτος στο δημόσιο. Άλλα 3 εκατομμύρια ευρώ αποδόθηκαν πέρυσι σε ερευνητές, ενώ το ίδιο έτος κατέληξαν 600.000 ευρώ στα νοσοκομεία της 1ης ΥΠΕ.
Ο αντιπρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Δεοντολογίας, καθηγητής Ορθοπαιδικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Σπύρος Πνευματικός, ανέφερε ότι η Επιτροπή ενέκρινε τη διενέργεια 126 κλινικών μελετών και την τροποποίηση 505 κλινικών μελετών για το 2014, ενώ και οι δύο ως άνω δείκτες ήταν αυξημένοι κατά 20% για το 2015.
Πόσες κλινικές μελέτες γίνονται σήμερα στη χώρα μας
Μιλώντας στο συνέδριο, η πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ), Κατερίνα Αντωνίου, ανέφερε πως - στην παρούσα φάση - διενεργούνται στην Ελλάδα τρεις κλινικές μελέτες φάσης 1.
Σε εξέλιξη είναι παράλληλα, 32 μελέτες φάσης 2 και 80 κλινικές μελέτες φάσης 3, ενώ διενεργούνται και 13 μελέτες τελικής φάσης.
Η κ. Αντωνίου ανέδειξε τη σημασία των κλινικών μελετών, λέγοντας ότι στόχος είναι να αυξηθούν οι μελέτες φάσης 2 και 3. Ανακοίνωσε επίσης, ότι ο γενικός γραμματέας Δημοσίας Υγείας, Γιάννης Μπασκόζος, συγκαλεί εντός των ημερών ευρεία σύσκεψη μεταξύ στελεχών του ΕΟΦ και των επτά ΥΠΕ της χώρας μας, με αποκλειστικό αντικείμενο τη διενέργεια κλινικών μελετών στην Ελλάδα.
Την ευχή του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) για την ανάδειξη των κλινικών μελετών σε μέγιστη προτεραιότητα για το ελληνικό σύστημα Υγείας, μετέφερε στο συνέδριο ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου, Σπύρος Φιλιώτης.
Μάλιστα, υπογράμμισε πως οι φαρμακευτικές εταιρείες προσφέρουν ετησίως 30 δισ. ευρώ στις ευρωπαϊκές χώρες για διενέργεια κλινικών μελετών. Οι ελληνικές εταιρείες - είπε - χορηγούν μελέτες 15 εκατομμυρίων ευρώ, ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο 2 τοις χιλίοις του ποσού που διατίθεται σε ολόκληρη την Ευρώπη, αν και η χώρα μας έχει το 2,5% του ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Την ανάγκη να διασφαλισθεί η εμπιστοσύνη της ελληνικής κοινωνίας στις κλινικές μελέτες, ανέδειξε η πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του συνεδρίου, Ιωάννα Κούκλη. Η πρόεδρος της ΕΛΕΦΙ, Κατερίνα Παπαθωμά τόνισε πως στόχος είναι να καταστεί η ΕΛΕΦΙ το πιο σημαντικό φόρουμ, στο οποίο θα συμμετέχουν όλοι οι φορείς της φαρμακευτικής Ιατρικής.
Εχθρός η γραφειοκρατία
Ο γενικός γραμματέας της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών, Ελευθέριος Θηραίος, υπογράμμισε ότι οι κλινικές μελέτες προσκρούουν σε πλήθος γραφειοκρατικών προβλημάτων που υπάρχουν στη χώρα μας. Στην Ελλάδα - εξήγησε - κανένας μηχανισμός ή οργάνωση νοσοκομείου δεν υποστηρίζει, στον βαθμό που πρέπει, τη διεξαγωγή κλινικών μελετών.
Η έλλειψη μηχανογράφησης των νοσοκομείων, η αδυναμία κοστολόγησης ιατρικών πράξεων και εξετάσεων και οι περιορισμένες λογιστικές δυνατότητες (έλλειψη διπλογραφικού συστήματος και αναλυτικής λογιστικής), είναι μόνο μερικά από τα προβλήματα που οδηγούν σε τεράστιες καθυστερήσεις στη διεξαγωγή των κλινικών δοκιμών.
Συνυπάρχουν ασφυκτική γραφειοκρατία (αλληλοεπικαλυπτόμενη πολλές φορές), πολύπλοκες διοικητικές διαδικασίες, μεγάλος χρόνος διεκπεραίωσης και αποκλίσεις από τα προβλεπόμενα χρονοδιαγράμματα ολοκλήρωσης της μελέτης.
Τα οφέλη, ωστόσο, είναι πολύ σημαντικά, καθώς προστίθενται νέα φάρμακα στη θεραπευτική φαρέτρα, παρέχεται η δυνατότητα επιλογής της κατάλληλης θεραπείας ανά περίπτωση και δίνονται απαντήσεις σε συγκεκριμένα επιστημονικά ερωτήματα.