Αν η κρίση στον αγροτικό τομέα και οι κινητοποιήσεις των αγροτών, εντός και εκτός Ελλάδας, αντιμετωπιστούν με την ίδια λογική, πολιτική και διαχειριστική, όπως εκείνων των προηγούμενων περιόδων, περισσότερο κακό θα κάνουν σε μια ήδη «κακοφορμισμένη» κατάσταση. Μια κατάσταση που σταδιακά διαμορφώθηκε από την ευρωπαϊκή αντίληψη και εμμονή μεταξύ των άλλων για :
- την απομάκρυνση κάθε παραγωγικής διαδικασίας, αγροτικής και βιομηχανικής, από το ευρωπαϊκό έδαφος στα πλαίσια της μείωσης του κόστους τους και της κλιματικής τους επιβάρυνσης
- την ενδυνάμωση του ρόλου των εθνικών κυβερνήσεων(βλέπε Ευρωπαϊκού Συμβουλίου) με παράλληλη αποδυνάμωση της ίδιας της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε ζητήματα ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και εμβάθυνσης των πολιτικών
- την εθνικοποίηση μεταξύ των άλλων, της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ),που δέσποζε για μια σειρά δεκαετιών μεταξύ των κοινοτικών πολιτικών
- την στασιμότητα των πόρων της ΕΕ ,που καλούνται να καλύψουν με τον ίδιο προϋπολογισμό τις νέες πολιτικές και δράσεις, που προκύπτουν από την γεωπολιτική δραστηριότητα της και των επιπτώσεων αυτής
- την δημοσιονομική σταθερότητα με τους κανόνες περί ελλειμμάτων, να πηγαινοέρχονται στον ευρωπαϊκό διάλογο ανάλογα των κρίσεων, υγειονομικών ,ενεργειακών ,μεταναστευτικών, που δυστυχώς είναι αλυσιδωτές και λαμβάνουν πλέον δομικό χαρακτήρα.
Συνεπώς ,δεν είναι τυχαίο ότι αγροτικές κινητοποιήσεις γίνονται σε πολλές χώρες μέλη της ΕΕ. Ένα παραγωγικό στρώμα που σταδιακά φτωχοποιείται, περιθωριοποιείται, επιφορτίζεται με τις επιπτώσεις των κλιματικών και ενεργειακών συμφωνιών, χωρίς να έχει προετοιμαστεί.
Να επισημανθεί δε, ότι αυτό το παραγωγικό στρώμα-πέρα και έξω από τα διαφορετικά χαρακτηριστικά και οργάνωσης του σε εθνικό επίπεδο-συνδέεται μεν με την διατροφική ασφάλεια αλλά από τη φύση του στην αλυσίδα παραγωγής, δεν έχει πολλές διεξόδους εναλλακτικής απασχόλησης και ευκαιριών. Η ανελαστικότητα αυτή, βγάζει τους αγρότες στους δρόμους, με κοινά συνθήματα και απαιτήσεις.
Συνεπώς, το αγροτικό πρόβλημα και ζήτημα θα πρέπει να απασχολήσει άμεσα τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, όχι φυσικά με «μπαλώματα» όπως έγινε με την αναβολή ορισμένων μέτρων, που μάλιστα δεν αφορούν όλες τις χώρες ,όπως πχ την Ελλάδα.
Στη χώρα μας, όπου με μεγάλη ευκολία από τα «χείλη των κυβερνώντων», εκφράζεται το «περί εισερχομένης κρίσης». Πρόκειται για ένα πολιτικό «στρουθοκαμηλισμό», που κρύβει την αδυναμία ή την επιλογή της κατανόησης του προβλήματος. Με τον τρόπο αυτό δε, αποφεύγεται μια ουσιαστική μεταρρύθμιση του διατροφικού κλάδου, που είναι πολυεπίπεδος και πολυσύνθετος. Ενός κλάδου που σε περίοδο κρίσεων και δη δομικών, όπως αυτής που διάγουμε, επηρεάζει το ισοζύγιο πληρωμών, την ακρίβεια και τον πληθωρισμό, δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνισμό και υπερκέρδη στην εφοδιαστική αλυσίδα, επιδεινώνει τον κρατικό προϋπολογισμό και ροκανίζει το εισόδημα των πολιτών, ως καταναλωτές.
Στη χώρα μας οι αγρότες, είχαν τη μικρότερη εθνική στήριξη σε σχέση με εκείνους άλλων χωρών. Οι αριθμοί το καταμαρτυρούν από τις ευρωπαϊκές εγκρίσεις των εθνικών ενισχύσεων λόγω ενεργειακής κρίσης. Οι εθνικές ενισχύσεις αφορούσαν δισεκατομμύρια ευρώ επιδοτήσεων, για μείωση του κόστους παραγωγής και αγροτικού πετρελαίου.
Η λογική του «ξύσαμε τον πάτο του βαρελιού» δεν αρμόζει με την ουσία και τη διάσταση του προβλήματος που είναι πλέον, διαφορετικό από εκείνο πριν δεκαετιών.
Ας ΣΥΜΦΩΝΙΣΟΥΜΕ στη διαπίστωση αυτή.
Ας συμφωνήσουμε ότι υπήρχαν παραλείψεις και λάθη και από τις δύο πλευρές.
Ας συμφωνήσουμε ότι μεσούσης της κινητοποίησης των αγροτών το να βγαίνουν «στοιχεία» πόσο χρωστούν, όταν δεν λειτουργούν ή είναι ανύπαρκτες οι δημόσιες υποδομές για καταμετρήσεις ή είσπραξης οφειλών, δεν έχει καν ούτε δημοσιογραφικό ενδιαφέρον.
Ας συμφωνήσουμε από κοινού για τη στήριξη του διατροφικού κλάδου και της αγροτικής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια. Με άμεσα μέτρα και μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν τη φυσιογνωμία και την ανταγωνιστικότητα του κλάδου. Σε μια δε περίοδο, που η παραγωγός Θεσσαλία, θα βρίσκεται στην «εντατική» για μεγάλη περίοδο. Για την οποία απαιτείται νέο ολοκληρωτικό και ανατρεπτικό σχέδιο ανάπτυξης της.
Οι αγρότες ήρθαν στο κέντρο της Αθήνας. Οι επικοινωνιολόγοι της κυβέρνησης άλλωστε δεν θα το απέτρεπαν.
Αν θέλουμε ως συντεταγμένη πολιτεία να λύσουμε ένα παραγωγικό ζήτημα, που συνδέεται με την επισιτιστική ασφάλεια, εκτός της επιπλέον στήριξης των αγροτικών εκμεταλλεύσεων με το ρεύμα ,το αγροτικό πετρέλαιο και της μείωσης των επιβαρύνσεων από τα αγροτικά εφόδια, θα πρέπει να γίνουν ουσιαστικές παρεμβάσεις.
Μεταξύ αυτών:
- Μηχανισμός Διαχείρισης κινδύνων και στήριξης παραγωγών από τις διακυμάνσεις των αγορών και φυσικών κινδύνων ενεργοποιώντας θεσμούς, διαρθρωτικά ταμεία και νέους πόρους. Πολιτική συμπληρωματική, εκείνων των κινδύνων που καλύπτονται από τις ασφαλιστικές εισφορές των αγροτών για τη συνέχιση της παραγωγικής δραστηριότητα τους και διαχειρίζεται από τον ΕΛΓΑ.
- Αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας των ΤΟΕΒ–ΓΟΕΒ, ώστε να εξασφαλιστεί η ορθολογική διαχείριση μεγάλων και δαπανηρών έργων, η υιοθέτηση σχεδίου εξυγίανσης τους, η σύνδεση του πλαισίου διαχείρισης του συνόλου των υδατικών πόρων της χώρας, με εκείνων της διαχείρισης των αρδεύσεων .
- Σύστημα Διαχείρισης Αγροτικής γης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο με τη σύσταση «κέντρου διαχείρισης αγροτικών γαιών και δικαιωμάτων»
- Κόμβοι αγροτικής καινοτομίας ,αγροδιατροφικά πάρκα και συνεργειών τους, με επιστημονικούς φορείς σε περιφερειακό επίπεδο.
- Ενεργειακές κοινότητες «δεύτερης γενιάς» για τη στήριξη των αγροτών μετά εκείνης του 2010 και των περιφερειακών συστημάτων διαχείρισης αρδευτικών υδάτων. Ήρθε η ώρα για τον σχεδιασµό και την υλοποίηση της δεύτερης γενιάς αγροτικών φωτοβολταϊκών πάρκων, που θα καλύψουν ευρύτερες, αλλά και συλλογικές ενεργειακές αγροτικές ανάγκες.
Ας εκτιμήσουμε την «κατάβαση» των αγροτών στην Αθήνα, ως μια ευκαιρία νέων διαπραγματεύσεων των ευρωπαϊκών πολιτικών και των αναγκαίων παρεμβάσεων και μεταρρυθμίσεων.
Ας μην ξεχαστεί η αγροτική μεταρρύθμιση, μόλις απομακρυνθεί ο βαρύς ήχος των μηχανών των τρακτέρ και γραφούν οι τίτλοι των πρωτοσέλιδων στο Τύπο, περί επιτυχών χειρισμών της ΝΔ!
(Η Κατερίνα Μπατζελή είναι π. υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και ευρωβουλευτής)