Σύμφωνα με τις περισσότερες μετρήσεις που διεξάγονται στα 27 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενόψει των ευρωεκλογών διαπιστώνεται σε πολλές από αυτές μια θεαματική άνοδο της λαϊκιστικής και ευρωσκεπτικιστικής δεξιάς.
Με βάση τις έως τώρα εκτιμήσεις τα κόμματα αυτά αναμένεται να είναι στην πρώτη θέση στη Γαλλία, στην Αυστρία, στο Βέλγιο, στην Ιταλία και στην Ολλανδία ένα υψηλά ποσοστά καταγράφονται στη Γερμανία, τη Σουηδία και την Ισπανία.
Συνολικά αναμένεται ότι η ομάδα των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (ECR) θα αυξήσει τη δύναμη της κατά 18 περίπου έδρες ενώ αντίστοιχη αύξηση προβλέπεται και για την πιο ακραία ευρωπαϊκή δεξιά την ομάδα Ταυτότητας και Δημοκρατίας (ID).
Στον αντίποδα σοβαρές απώλειες αναμένεται να καταγράψουν όλες οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις περιλαμβανομένων των Σοσιαλιστών, των Πρασίνων και της ομάδας Renew. Η επιβεβαίωση των παραπάνω προβλέψεων σηματοδοτεί μία σοβαρή ήττα για το Γάλλο πρόεδρο Μακρόν ενώ ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση για τους Πράσινους που κινδυνεύουν να βρεθούν από την τέταρτη στην έκτη θέση λίγο πιο πάνω από την αριστερά. Συμπερασματικά παρατηρούμε ότι υπάρχει μία σοβαρή μετατόπιση του εκλογικού σώματος προς την δεξιά και την ακροδεξιά σε αντίθεση με ότι κινείται αριστερότερα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (EPP).
Στη χώρα μας η διάλυση της Χρυσής Αυγής οδήγησε σ' ένα πολυκερματισμό των ακροδεξιών δυνάμεων οι οποίες ελλείψη κάποιας ηγετικής φυσιογνωμίας δεν έχουν καταφέρει να συγκροτηθούν σε ένα ενιαίο πολιτικό φορέα. Η αντίδραση τόσο των πολιτικών κομμάτων όσο και του συνόλου του δημοκρατικού κόσμου απέναντι στο φαινόμενο της Χ.Α καθιστά ανέφικτη σε αυτή τη συγκυρία τη μαζική ανασυγκρότηση του εξτρεμιστικού χώρου. Είναι σαφές ότι οι δυνάμεις αυτές συνεχίζουν να υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία είναι όμως πολυδιασπασμένες, απονομιμοποιημένες και καταδικασμένες στη συνείδηση των πολιτών κυρίως λόγω της βίας ακτιβιστικής δράσης που ανέπτυξαν και της ρητορικής μίσους που εξέπεμψαν στα χρόνια του μνημονίου στην Ελλάδα.
Η συγκυρία με την ψήφιση του νομοσχεδίου για τον πολιτικό γάμο των ομόφυλων ζευγαριών φαίνεται να πριμοδοτεί σε κάποιο βαθμό δημοσκοπικά την Ελληνική Λύση του κ. Βελόπουλου, το κόμμα του οποίου εντάσσεται στην ευρωσκεπτικιστική πτέρυγα του ευρωκοινοβουλίου και δεν μπορεί να θεωρηθεί μαζικός υποδοχέας της ακροδεξιάς ψήφου.
Οι υπερσυντηρητικοί της Νίκης και οι επίγονοι της ΧΑ, Σπαρτιάτες δύσκολα μπορούν να αποκτήσουν πρωταγωνιστικό ρόλο αφού απουσιάζει εμφατικά ένα συνολικό πολιτικό πλαίσιο ενώ ακόμα πιο δύσκολη φαντάζει μια μελλοντική σύγκληση μεταξύ των συγκεκριμένων δυνάμεων που περισσότερο φαίνεται να λειτουργούν ως οχήματα των προσωπικών φιλοδοξιών των ηγεσιών τους και λιγότερο ως πιθανοί εκφραστές της ευρωσκεπτικιστικής τάσης.
Τα συγκεκριμένα κόμματα βρίσκονται σε απόσταση από τις δεξαμενές σκέψεις της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς οι οποίες στο σύνολο τους δυσκολεύονται να αρθρώσουν ένα συνεκτικό πολιτικό αφήγημα και περιορίζονται σε μία αντί μεταναστευτική ρητορική ως το μοναδικό σημείο συμπόρευσης.
Η ερμηνεία περί των ηττημένων της παγκοσμιοποίησης που συχνά χρησιμοποιείται για να εξηγήσει την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη είναι μάλλον μονοσήμαντη και δεν έχει εφαρμογή σε κάθε χώρα. Οι εθνικές ιδιαιτερότητες καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την φυσιογνωμία αυτών τον κομμάτων ενώ απουσιάζει η κοινή στόχευση και το συνεκτικό θεωρητικό υπόβαθρο. Είναι π.χ. πολύ διαφορετικές οι πολιτικές και κοινωνικές επιδιώξεις ανάμεσα στα ακροδεξιά κόμματα της Πολωνίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας των Σκανδιναβικών χωρών και του ευρωπαϊκού νότου.
Αυτό που είναι κοινός τόπος σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη σχετίζεται με την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών που έχουν την τάση σε δευτερεύουσας σημασίας εκλογικές αναμετρήσεις όπως οι Ευρωεκλογές να επιλέγουν τέτοιου τύπου κόμματα θέλοντας να εκφράσουν την αποδοκιμασία τους προς τα κόμματα εξουσίας χωρίς όμως να διακινδυνεύουν την άνοδο ακροδεξιών σχηματισμών στην κυβέρνηση.
(Ο Αντώνης Παπαργύρης είναι Διευθυντής Ερευνών GPO- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Παραπολιτικά)