Δεν είναι λίγοι αυτοί που, τις τελευταίες ώρες, υποστηρίζουν πως κάθε ώρα που περνά, διευρύνει την διαφορά μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων και ίσως τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ καταφέρει να κατακτήσει την πολυπόθητη αυτοδυναμία. Μια αυτοδυναμία που για να επιτευχθεί, κρίσιμο είναι τα πόσα κόμματα θα καταφέρουν να περάσουν το κατώφλι του 3% και τι ποσοστό θα συγκεντρώσουν τα λεγόμενα λοιπά κόμματα, δηλαδή αυτά που θα μείνουν εκτός του ελληνικού Κοινοβουλίου.
Οι πιο ήπιες φωνές, όμως, τονίζουν πως δύσκολα θα επιτευχθούν ποσοστά αυτοδυναμίας και προβληματίζονται έντονα με τα σενάρια σχηματισμού Κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο προβληματισμός δεν είναι άδικος, αφού τα κουκιά είναι μετρημένα και τα χρονικά περιθώρια στενά.
Εκ πρώτης όψεως πολλοί φαίνονται πρόθυμοι να συνεργαστούν με τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι ΑΝΕΛ έχουν στηρίξει ολόκληρη την προεκλογική τους στρατηγική πάνω στην ενδεχόμενη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα τόσο το ΠΑΣΟΚ, όσο και το ΚΙΔΗΣΟ καλοβλέπουν μια μετεκλογική συνεργασία, κυρίως για να αποφευχθεί μια δεύτερη εκλογική διαδικασία, όπως το 2012. Ακόμη το ΠΟΤΑΜΙ διατυμπανίζει πως είναι έτοιμο να συγκυβερνήσει ανεξαρτήτως πρώτου κόμματος. Ενώ τέλος κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει και έναν μεγάλο συνασπισμό, αναλογισμένος την προηγούμενη συγκυβέρνηση ΝΔ- ΠΑΣΟΚ.
Η μπάλα, όμως, την επόμενη μέρα θα είναι στο γήπεδο του ΣΥΡΙΖΑ και κάπου εδώ τα πράγματα περιπλέκονται. Η πιο πιθανή συνεργασία μοιάζει αυτή με το κόμμα του Πάνου Καμένου, αν καταφέρει τελικά να πιάσει το εκλογικό όριο. Μπορεί μεν να ανήκει αλλού ιδεολογικά, παρά ταύτα έχει κρατήσει μια πιστή αντιμνημονιακή στάση που τον καθιστά εν δυνάμει κυβερνητικό εταίρο.
Οποιαδήποτε άλλη πρόθεση συνεργασίας μοιάζει ικανή να δημιουργήσει τριγμούς στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως γιατί θα προσκρούσει στην αμείλικτη στάση της Αριστερής Πλατφόρμας του κόμματος έναντι σε όποιον έχει ψηφίσει Μνημόνια. Έτσι μια συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου ή με το ΚΙΔΗΣΟ του πρωθυπουργού που έφερε το Μνημόνιο μοιάζει αδιανόητη. Ακόμα η μνημονιακή προδιάθεση του Ποταμιού και η ασαφής πολιτική του τοποθέτηση, δεν φαίνεται να αφήνει και πολλά περιθώρια σύγκλησης. Τέλος η πιθανότητα μεγάλου συνασπισμού τοποθετείται μόνο ως πιθανότητα ακραίων αποτελεσμάτων.
Σίγουρα με τα παραπάνω δεδομένα μοιάζει άλυτο αίνιγμα η αυριανή των εκλογών, η αλήθεια όμως είναι πως δύσκολα η χώρα δεν θα κυβερνηθεί. Πρόθυμοι θα υπάρξουν πολλοί και τα χρονικά περιθώρια για την νέα Κυβέρνηση θα είναι ασφυκτικά περιορισμένα. Άλλωστε την επομένη των εκλογών δεν ξέρουμε πόσοι και ποιοι ηγέτες θα βρίσκονται ακόμα στην θέση τους, γιατί η φυγή μιας παλαιάς ηγεσίας μπορεί να ανοίξει το παράθυρο μιας νέας συνεργασίας.