«Πρόκειται για πολύ μεγάλο νομοσχέδιο, που αφορά και το κομμάτι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και το κομμάτι των μεταβολών στο Λύκειο και της εισαγωγής στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, αλλά και άλλα σημαντικά θέματα, που πρέπει να ρυθμιστούν. Ανάμεσα σε αυτά είναι και η αλλαγή του πλαισίου των Γενικών Αρχείων του Κράτους, για το οποίο έχω και αρμοδιότητα», επισήμανε.
Ερωτηθείσα σχετικά με τη διαβούλευση που προηγήθηκε ανέφερε: «Αυτή η συζήτηση γίνεται περίπου μία διετία. Έχει γίνει επανειλημμένα και στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, έγινε μία προσπάθεια αυτός ο διάλογος να διευρυνθεί και μέσα στα σχολεία, με την κοινωνία των πολιτών. Θα έλεγα ότι αυτό δεν είχε τόσο μεγάλη έκταση όσο θα θέλαμε. Όμως, εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα γίνεται μια διαρκής συζήτηση και διαβούλευση με τα συντεταγμένα συνδικαλιστικά όργανα, τα οποία έχουμε δει επανειλημμένα και έχουμε ζητήσει να καταθέσουν τις προτάσεις τους και η διαβούλευση αυτή θα συνεχιστεί μέχρι την τελική φάση της ψηφοφορίας του νομοσχεδίου».
Σχετικά με τα άρθρα στο νομοσχέδιο που αφορούν τα Πειραματικά Σχολεία η κ. Τζούφη εξήγησε ότι είναι «διατάξεις ρυθμιστικές του καθεστώτος εργασίας των εκπαιδευτικών που υπηρετούν σε αυτά τα σχολεία», ενώ «θα υπάρχει μια μεταβατική περίοδος», αλλά «θα δίνουμε και μία άλλη πιο μακροπρόθεσμη προοπτική σε αυτά τα σχολεία».
«Νέα Τμήματα στα μηχανογραφικά δελτία»
Σχετικά με το πρόγραμμα των Πανελλαδικών Εξετάσεων, που ανακοινώθηκε, η υφυπουργός επισήμανε ότι «φέτος δεν αλλάζει τίποτε, πηγαίνουμε με το προηγούμενο σύστημα» και «οι μεταβολές για τις οποίες συζητούμε θα ισχύσουν από την επόμενη χρονιά». Για τα νέα τμήματα από τις συμπράξεις ΑΕΙ-ΤΕΙ, τα οποία θα περιληφθούν στα μηχανογραφικά δελτία των υποψηφίων, εξήγησε ότι «στα καινούρια μηχανογραφικά θα μπούνε τα τμήματα, όπου έχουν ολοκληρώσει τα Πανεπιστήμια τις μεταβολές στα προγράμματα σπουδών, έτσι ώστε αυτά τα τμήματα πλέον να εμφανιστούν με την καινούρια τους εικόνα, η οποία προβλεπόταν νομοθετικά».
Αναφορικά με τις τελευταίες συμπράξεις μεταξύ ιδρυμάτων, οι οποίες θα ολοκληρώσουν το νέο χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σημείωσε πως «έχουν περάσει από τη νομοπαρασκευαστική επιτροπή, έχουν γίνει κάποιες παρατηρήσεις». Τόνισε, δε, ότι «στα πανεπιστήμια που προχωρούν στον ενιαίο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουν δοθεί επιπρόσθετες θέσεις μελών ΔΕΠ που έχουν ζητηθεί, αλλά και χρηματοδότηση».
Ερωτηθείσα σχετικά με το νέο σύστημα μέσω του οποίου επιλέχθηκαν οι 13 Περιφερειακοί Διευθυντές Εκπαίδευσης, που αναλαμβάνουν καθήκοντα έως την ερχόμενη Τρίτη, η κ. Τζούφη είπε πως «έγιναν και αυτές οι κρίσεις με αξιοκρατικό και αδιάβλητο τρόπο, κανείς δεν αμφισβητεί τη διαδικασία» και «η πρόθεση του υπουργείου είναι να έχει άριστη συνεργασία με τους νέους περιφερειακούς διευθυντές εκπαίδευσης και μάλιστα έχει ήδη πει ο υπουργός ότι θα συναντηθεί μαζί τους, για να συζητήσει τους στόχους της επόμενης μέρας».
Αναφερόμενη στο πρόγραμμα εκπαίδευσης προσφύγων η υφυπουργός τόνισε: «Έχουμε εντάξει 12.000 παιδιά μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτό θεωρείται ότι είναι από τα υψηλότερα ποσοστά και έχουμε κάνει και ειδική νομοθέτηση σε αυτή την κατεύθυνση, σχετικά με τα προσόντα και όλα αυτά που χρειαζόμαστε για το εκπαιδευτικό προσωπικό, ενώ έχει γίνει σημαντική προσπάθεια και για την επιμόρφωσή τους, η οποία όμως πρέπει και να συνεχιστεί. Για όλα αυτά τα παιδιά έχουμε αποφασίσει -και αυτό υλοποιείται- να προηγείται ιατρικός έλεγχος από το ΚΕΕΛΠΝΟ, να είναι εμβολιασμένα, έτσι ώστε να μην υπάρχουν αμφιβολίες στις τοπικές κοινωνίες, όπως επίσης και κλιμάκια του υπουργείου -της αυτοτελούς υπηρεσίας- πάντοτε όταν πρόκειται να ανοίξουν καινούριες δομές συνδιαλέγονται με τις τοπικές κοινωνίες, τους συλλόγους γονέων στην προσπάθεια να άρουν επιφυλάξεις». «Παρόλα αυτά», σημείωσε, «υπάρχουν μεμονωμένα παραδείγματα όπου βλέπουμε αντίρρηση στην ένταξη αυτών των παιδιών», όμως, «εμείς δεν πρόκειται να κάνουμε πίσω από αυτό, θεωρούμε ότι είναι αναφαίρετο δικαίωμα των παιδιών να συμμετέχουν μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία».
«Θα δουλέψουμε για το δεύτερο κομμάτι, στο οποίο φαίνεται αυτή τη στιγμή ότι έχουμε μεγαλύτερες δυσκολίες, που είναι η ένταξη μεγαλύτερης ηλικίας παιδιών, άνω των 15 ετών. Είναι ένα πρόγραμμα το οποίο υλοποιείται σε συνεργασία με το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και το υπουργείο Εργασίας. Αφορά και συνοδευόμενα και ασυνόδευτα παιδιά. Ήδη έχουν δημιουργηθεί δομές υποδοχής αυτών των παιδιών και έχουν πάει ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί, για να παίξουν τον ρυθμιστικό τους ρόλο», γνωστοποίησε.