Δεν ξέρουμε τι ακριβώς συζητήθηκε χθες στο Βερολίνο, κατά τη συνάντηση της καγκελαρίου Μέρκελ – ως προέδρου του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών- με τον αρχηγό της Ν.Δ., ωστόσο είναι αξιοσημείωτο ότι στις δηλώσεις του μετά τη συνάντηση ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν χρησιμοποίησε τη λέξη εκλογές! Πράγμα εξαιρετικά σπάνιο για τον ίδιο, αν και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα επικαλεστεί το «εθνικό πρωτόκολλο» που υποτίθεται ότι δεν επιτρέπει να «εξάγεται» στις διεθνείς σχέσεις τις χώρας, και δη στις επίσημες συναντήσεις, η εντός χώρας αντιπολιτευτική τακτική. Ωστόσο, αν επρόκειτο πράγματι για απαρέγκλιτη τήρηση του «εθνικού πρωτοκόλλου» ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν θα χρησιμοποιούσε στις δηλώσεις του μετά τη συνάντηση με τη Μέρκελ εκφράσεις του τύπου « κοινωνία πληρώνει πολύ ακριβά την αποτυχία του κ. Τσίπρα» ή «η κυβέρνηση Τσίπρα δεν έχει κανένα σχέδιο». Και φυσικά αυτό την απουσία δεν την αναπληρώνουν οι διαρροές «κύκλων» ότι η ρητορική των εκλογών παραμένει και θα ενταθεί. Με την επιφύλαξη του τι θα ακολουθήσει τη σημερινή συνάντηση του κ. Μητσοτάκη και του επιτελείου που τον συνοδεύει στο Βερολίνο με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε, αξίζει τον κόπο να παρατηρηθεί προσεκτικά από τούδε και στο εξής αν η ηγεσία της Ν.Δ. θα χρησιμοποιεί τη φράση «εκλογές τώρα» με την ίδια συχνότητα που τη χρησιμοποιούσε μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα. Τουλάχιστον για το διάστημα που παίζεται η τύχη της αξιολόγησης.
«Αδελφικές», αλλά μη ταυτόσημες ανάγκες
Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι η καγκελάριος έδωσε «γραμμή» υποχώρησης και αυτολογοκρισίας στη Ν.Δ. Ωστόσο, ακόμη και η διακριτική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αδελφών κομμάτων για τις συνθήκες υπό τις οποίες δίνει καθένα τη μάχη για να διατηρηθεί (το κόμμα της Μέρκελ) ή να αναρριχηθεί (η Ν.Δ.) στην κυβερνητική εξουσία περιλαμβάνει εκ των πραγμάτων και κάποιες έμμεσες υποδείξεις για το πώς θα επιδείξουν την «αλληλεγγύη» τους το ένα στο άλλο.
Στην προκειμένη περίπτωση, υποθέτουμε, στην επισήμανση του Κυρ. Μητσοτάκη ότι το κόμμα του βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα να αναλάβει τη διακυβέρνηση, να αποκτήσει την πλήρη «ιδιοκτησία» του τρίτου Μνημονίου και να προωθήσει όλες τις αναγκαίες «μεταρρυθμίσεις», η κ. Μέρκελ θα αντέτεινε ότι το δικό της κόμμα είναι υποχρεωμένο να διεξαγάγει έναν διμέτωπο εκλογικό αγώνα αφενός έναντι της ανερχόμενης και πιεστικής ακροδεξιάς AfD και των πρώην κυβερνητικών της εταίρων Ελεύθερων Δημοκρατών που επενδύουν στο Grexit, αφετέρου έναντι των νυν κυβερνητικών της εταίρων, των Σοσιαλδημοκρατών που, με επικεφαλής τον Μάρτιν Σουλτς επικρίνουν με ασυνήθιστη οξύτητα το κόμμα της ότι χρησιμοποιεί το ελληνικό «ζήτημα» θέτοντας σε κίνδυνο τη συνοχή της Ευρωζώνης.
Δεν υπάρχει περιθώριο για «ατυχήματα»
Βεβαίως, αποκλείουμε η κ. Μέρκελ να εκμυστηρεύτηκε στον κ. Μητσοτάκη ότι, πέρα των δύο μετώπων που έχει να αντιμετωπίσει θα πρέπει να ισορροπήσει απέναντι και σ’ ένα τρίτο, αυτό του Νο 2 στο κόμμα και στην κυβέρνησή της, του Β. Σόιμπλε, ο οποίος πρώτος ενέταξε το ελληνικό «ζήτημα» στη γερμανική προεκλογική αντιπαράθεση. Και μάλιστα, με τη θερμή συνηγορία παραγόντων που εκφράζουν τη βαθιά γερμανική ελίτ, όπως ο κ. Χανς Βέρνερ Ζιν, ο οποίος αποτελεί την αυθεντικότερη έκφραση του «δόγματος Σόιμπλε»: Grexit, ευέλικτη ευρωζώνη με αναγκαστική έξοδο για τους «απροσάρμοστους», αυστηρά περιορισμένη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ. Ωστόσο, από τα συμφραζόμενα, τις παραδοχές και τις αποσιωπήσεις εκ μέρους της καγκελαρίου προκύπτουν μερικά πράγματα σαφή, που οφείλει να τα πάρει υπόψη το εν Ελλάδι «αδελφόν κόμμα»: Πρώτον, ότι απ’ όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις που θα δοκιμάσουν την ευστάθεια της Ευρωζώνης αυτή τη χρονιά προφανώς η απόλυτη προτεραιότητα είναι οι γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβριο. Δεύτερον, ότι οι άλλες εκλογικές αναμετρήσεις, προγραμματισμένες ή έκτακτες, οφείλουν να μην «παρενοχλήσουν» τη «μητέρα όλων των εκλογικών μαχών». Τρίτον, ότι επειδή υπάρχει ήδη αρκετή πολιτική φόρτιση και αβεβαιότητα από τις ήδη προγραμματισμένες εκλογικές αναμετρήσεις καλό είναι να αποφευχθούν οι έκτακτες και τα «ατυχήματα» που θα μπορούσαν να τις προκαλέσουν.
Μετά τον Σεπτέμβριο, βλέπουμε…
Αυτή η τελευταία επισήμανση σημαίνει ότι η γερμανική ηγεσία, για την ακρίβεια το τμήμα της που εκφράζει η Μέρκελ, προτιμά να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση (φυσικά με τους δικούς της όρους). Κι αυτό λίγο πολύ εκφράζει η χθεσινή δήλωση του εκπροσώπου της καγκελαρίου ότι «είναι προσηλωμένη στην εξεύρεση καλής και εποικοδομητικής λύσης» . Απ’ αυτή την άποψη τα συμφέροντα των δυο «αδελφών κομμάτων» (Ν.Δ. και CDU-CSU) δεν συμπίπτουν την περίοδο εκκρεμότητας της αξιολόγησης. Η πολιτική επένδυση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο «ατύχημα» δεν έχει την εύνοια της καγκελαρίας (ακόμη κι αν έχει την εύνοια του Β. Σόιμπλε). Μετά το κλείσιμο της αξιολόγησης η ηγεσία της Ν.Δ. «δικαιούται» να επανέλθει στη δυναμική απαίτηση της προσφυγής σε εκλογές, διεκδικώντας και το «χρίσμα» του Βερολίνου. Βεβαίως, το κλείσιμο της αξιολόγησης αναπόφευκτα θα επηρεάσει το πολιτικό ισοζύγιο στην Ελλάδα κι ίσως περιορίσει τα μεγάλα δημοσκοπικά κέρδη της Ν.Δ. Αλλά το τρίτο Μνημόνιο έχει κι άλλες αξιολογήσεις, κι άλλες δανειακές δόσεις, κι οπωσδήποτε μια ακόμη εκλογική νίκη της Μέρκελ τον Σεπτέμβριο θα δώσει στην επόμενη κυβέρνησή της χώρο και χρόνο να φερθεί με μεγαλύτερη γενναιοδωρία στους εκτός Γερμανίας πολιτικούς φίλους της.
Αυτά όμως αφορούν την ατζέντα της Άνγκελα Μέρκελ. Για την ατζέντα του Β. Σόιμπλε δεν υπάρχει τίποτε δεδομένο κι εγγυημένο.