Η συνάντηση των δύο ηγετών θα λάβει χώρα το πρωί της Πέμπτης στο Μέγαρο Μαξίμου με την συμμετοχή και των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας, Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν, των διπλωματικών συμβούλων τους Άννας Μαρίας Μπούρα και Τσαγατάι Κιλίτς και αναμένεται να ακολουθήσουν δηλώσεις στον Τύπο.
Το πρωί της Πέμπτης θα πραγματοποιηθούν και διμερείς συναντήσεις μεταξύ των υπουργών Ελλάδας και Τουρκίας, ενώ η Ολομέλεια του Ανώτατου Συμβουλίου υπό τους Κυριάκο Μητσοτάκη και Ταγίπ Ερντογάν, θα πραγματοποιηθεί με τη μορφή γεύματος εργασίας στο Μέγαρο Μαξίμου και σύμφωνα με πληροφορίες είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξει μετά την ολοκλήρωσή του και κοινό ανακοινωθέν.
Στο Ανώτατο Συμβούλιο αναμένεται να λάβουν μέρος 11 υπουργοί από την Ελλάδα και 8 από την Τουρκία, οι οποίοι έχουν τις αντίστοιχες αρμοδιότητες και από την ίδια την σύνθεση των δύο αντιπροσωπειών καταδεικνύεται και το εύρος της θεματολογίας.
Συγκεκριμένα, από ελληνικής πλευράς θα συμμετέχουν οι υπουργοί Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, Προστασίας του Πολίτη Γιάννης Οικονόμου, Μετανάστευσης Δημήτρης Καιρίδης, Ναυτιλίας Χρήστος Στυλιανίδης, Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη και Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης.
Επίσης η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου η οποία χειρίζεται τα ζητήματα πολιτικού περιεχομένου και ο υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για την Οικονομική Διπλωματία και την Εξωστρέφεια Κώστας Φρακογιάννης που διαχειρίζεται τα της "θετικής ατζέντας".
Η "θετική ατζέντα" που ξεκίνησε το 2021 και ο αρμόδιος υφυπουργός, Κ. Φραγκογιάννης την χαρακτήρισε πρόσφατα "γέφυρα επικοινωνίας που πάντα πρέπει να υπάρχει", αποτελεί την βάση αυτής της προσπάθειας επαναπροσέγγισης.
Σε κάθε περίπτωση οι προσδοκίες της ελληνικής πλευράς είναι συγκρατημένες καθώς είναι γνωστές οι διαφωνίες των δύο χωρών. Εκείνο που επιδιώκεται όμως μέσα από την διαδικασία επαναπροσέγγισης που εξελίσσεται μετά από τέσσερα χρόνια όπου οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έφτασαν σε οριακό σημείο έντασης, είναι αυτές οι διαφωνίες να μην παράγουν διμερείς κρίσεις.
Όπως λένε χαρακτηριστικά συνεργάτες του πρωθυπουργού εκείνο που προέχει αυτή την στιγμή είναι να χτιστούν ξανά σχέσεις εμπιστοσύνης με την τουρκική ηγεσία και να αποκατασταθούν οι σχέσεις καλής γειτονίας.
Το Ανώτατο Συμβούλιο της 7ης Δεκεμβρίου συνιστά ορόσημο σε αυτή την προσπάθεια με την προσδοκία να σηματοδοτήσει την αμοιβαία βούληση για συνεργασία προς όφελος των δύο χωρών και για εξομάλυνση των σχέσεων σε πνεύμα αμοιβαίας ειλικρίνειας και σχέσεων καλής γειτονίας.
Όλη αυτή η προσπάθεια για βήμα προς βήμα εδραίωση ενός κλίματος ηρεμίας επιδιώκεται να επισφραγιστεί και με έναν αριθμό συμφωνιών οι οποίες δεν θα αφορούν φυσικά σε ζητήματα που άπτονται του πολιτικού διαλόγου όπου υπάρχουν οι μεγάλες διαφορές και οι ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές από πλευράς της Αθήνας.
Ιδιαίτερη σημασία μεταξύ αυτών αποδίδεται στο μνημόνιο κατανόησης για την εντατικοποίηση της συνεργασίας των δύο χωρών στο μεταναστευτικό, με περισσότερη συνεννόηση του Λιμενικού Ελλάδας και Τουρκίας και με στόχο να περιοριστούν, στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό, οι βάρκες που φεύγουν από τα τουρκικά παράλια.
Το μήνυμα του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ότι θέλουμε να συνεργαστούμε με την Τουρκία η οποία είναι μία χώρα διέλευσης και το κάνουμε τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου το μεταναστευτικό στον πυρήνα του εξακολουθεί να συνιστά ευρωτουρκικό ζήτημα.
Η Αθήνα έχει καταστήσει σαφές ότι βλέπει την συνεδρίαση του Συμβουλίου ως ένα ακόμα βήμα στην πορεία βελτίωσης των σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας που έχει ξεκινήσει από την συνάντηση Μητσοτάκη- Ερντογάν τον περασμένο Ιούλιο, στο Βίλνιους και εξελίσσεται στην βάση ενός οδικού χάρτη που περιλαμβάνει τον πολιτικό διάλογο, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και την θετική ατζέντα.
Η έναρξη των συζητήσεων επί των τριών αυτών αξόνων έγινε τον Οκτώβριο και Νοέμβριο μέσα σε καλό κλίμα, όπως επιβεβαιώθηκε και από τις δύο πλευρές.
Οι χθεσινές δηλώσεις Ερντογάν φανερώνουν ότι εξακολουθεί να υφίσταται μια θετική διάθεση και από την άλλη πλευρά, η Αθήνα παραμένει ωστόσο πάντα σε εγρήγορση και σε ετοιμότητα να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε συνθήκη μπορεί να δημιουργηθεί, όπως σημειώνουν κυβερνητικά στελέχη.