Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά και η Πλεύση Ελευθερίας συνυπογράφουν την πρόταση δυσπιστίας του ΠΑΣΟΚ. Προηγήθηκαν τηλεφωνικές επικοινωνίες του Νίκου Ανδρουλάκη με τον Σωκράτη Φάμελλο, τον Αλέξη Χαρίτση και τη Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Η πρόταση δυσπιστίας επικεντρώνεται στην τραγωδία των Τεμπών, τόσο σε ό,τι αφορά στις συνθήκες που οδήγησαν στο δυστύχημα, όσο και στους χειρισμούς της κυβέρνησης οι οποίες- σύμφωνα με την αντιπολίτευση- αποσκοπούν στη συγκάλυψη.
«Στην εγκληματική ολιγωρία και αδιαφορία της κυβέρνησης προστέθηκε και η μεθοδευμένη προσπάθεια συγκάλυψης της υπόθεσης και της δημιουργίας ενός πέπλου προστασίας συγκεκριμένων προσώπων», επισημαίνει μεταξύ άλλων το κείμενο της πρότασης δυσπιστίας.
Εν αναμονή της κατάθεσης της πρότασης δυσπιστίας, η ολομέλεια της Βουλής άρχισε τις εργασίες της με τη συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Οικονομικών, που έχει προγραμματιστεί για σήμερα.
Ο Μιχάλης Κατρίνης ζήτησε τον λόγο με την έναρξη της συνεδρίασης. «Έχει προαναγγελθεί η κατάθεση πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, βάσει του άρθρου 84 παρ. 2 του Συντάγματος και του άρθρου 142 του Κανονισμού της Βουλής. Οπότε, επειδή αυτό έχει προαναγγελθεί και υπάρχει και η δημόσια δήλωση από κοινοβουλευτικές ομάδες ότι θα συνυπογράψουν αυτή την πρόταση, θεωρώ ότι μάλλον δεν είναι δόκιμο να ξεκινήσει η διαδικασία της συζήτησης του νομοσχεδίου και λόγω της σοβαρότητας του περιεχομένου της πρότασης δυσπιστίας, η οποία από στιγμή σε στιγμή θα κατατεθεί στο προεδρείο», επεσήμανε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με το ΑΠΕ.
«Όπως ξέρετε, η κατάθεση πρότασης δυσπιστίας προϋποθέτει ολομέλεια εν εξελίξει. Άρα αυτή τη στιγμή προσφέρουμε ολομέλεια εν εξελίξει για να υποβληθεί η πρόταση δυσπιστίας όπως έχει αναγγελθεί. Δεν μπορώ να αντιληφθώ γιατί πειράζει η ολομέλεια εν εξελίξει που είναι η μόνη περίπτωση για να υποβληθεί πρόταση δυσπιστίας», επεσήμανε ο πρόεδρος της Βουλής, Κώστας Τασούλας.
Παράλληλα, εξήγησε ότι μόλις κατατεθεί η πρόταση δυσπιστίας διακόπτεται η διαδικασία του νομοθετικού έργου και οι επιτροπές και καθορίζεται ο χρόνος έναρξης και διεξαγωγής της συζήτησης.