Στην καρδιά του ίδιου του Μεγάρου Μαξίμου φθάνει πλέον η εικόνα κρίσης στην κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία μπορεί, όπως αναμενόταν, να βγήκε αλώβητη από την ψηφοφορία στην Βουλή για την πρόταση δυσπιστίας, είναι σαφές όμως ότι έχει δεχτεί σοβαρό πλήγμα η σχέση της με την ελληνική κοινωνία. Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης έχασε δύο εκ των πιο στενών συνεργατών του, τους Σταύρο Παπασταύρου και Γιάννη Μπρατάκο, οι οποίοι παραιτήθηκαν μετά τις συζητήσεις που προκάλεσαν δημοσιεύματα περί συνάντησής τους με τον επιχειρηματία Βαγγέλη Μαρινάκη, τα οποία επικαλέστηκε στην Βουλή και ο Νίκος Ανδρουλάκης απαντώντας στις επιθέσεις που δέχθηκε από κυβερνητικά στελέχη.
Η τριήμερη συζήτηση στην Βουλή δεν άλλαξε τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, δεν υπάρχει όμως καμία αμφιβολία ότι διαφοροποιεί αρκετές παραμέτρους στο πολιτικό σκηνικό και δημιουργεί νέα δεδομένα στην κούρσα των 75 ημερών που απομένουν ως τις ευρωεκλογές. Η πολιτική σημασία αυτής της εκλογικής αναμέτρησης αναβαθμίστηκε μάλιστα και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό ο οποίος τόνισε πως η ευρωπαϊκή μάχη του Ιουνίου είναι η πιο κρίσιμη από κάθε άλλη στο παρελθόν για το μέλλον της πατρίδας και την συνέδεσε με τον κίνδυνο «πισωγυρίσματος».
Επιχείρηση για αλλαγή ατζέντας
Είναι βέβαιο ότι μετά την ισχυρή πολιτική δοκιμασία της πρότασης δυσπιστίας, ο κ. Μητσοτάκης θα επιχειρήσει από σήμερα να αλλάξει και την ατζέντα της επικαιρότητας με αφετηρία την συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου στην οποία θα ανακοινωθεί και η αύξηση στον κατώτατο μισθό. Η ταυτόχρονη επιστροφή του κ. Μητσοτάκη στην μεταρρυθμιστική ρητορική δεν πρόκειται ωστόσο να μετριάσει τον πολιτικό αντίκτυπο της τραγωδίας των Τεμπών η οποία θα συνεχίσει να αποτελεί διαρκή πολιτική δοκιμασία για την κυβέρνηση.
Και τούτο διότι αρκετά ερωτήματα προς τον πρωθυπουργό έμειναν επί της ουσίας αναπάντητα, ενώ το Μέγαρο Μαξίμου, ταυτισμένο πλήρως με τον πρώην υπουργό Μεταφορών και Υποδομών, Κώστα Καραμανλή, βρίσκεται ήδη αντιμέτωπο και με την επόμενη πρόκληση που αφορά στην στάση που θα τηρήσει απέναντι στο αίτημα για συγκρότηση προανακριτικής επιτροπής. Το ενδεχόμενο να ενταθεί η φθίνουσα πορεία της ΝΔ που αποτυπωνόταν στις δημοσκοπήσεις και πριν ακόμα ξεσπάσει η πολιτική θύελλα για την μονταζιέρα στην τραγωδία των Τεμπών, είναι πλέον ορατό, καθώς η αίσθηση πως η πολιτική κυριαρχία της ΝΔ έχει κλονιστεί επιβεβαιώθηκε και από την διαδικασία της συζήτησης στην Βουλή όπου τον πρωταγωνιστικό ρόλο είχε η αντιπολίτευση.
Το αφήγημα και οι παραιτήσεις
Την ίδια ώρα είναι ξεκάθαρο μετά την χθεσινή ομιλία του πρωθυπουργού ότι ο κ. Μητσοτάκης επιλέγει να πορευθεί προς τις κάλπες προβάλλοντας τον εαυτό του και την κυβέρνηση της ΝΔ ως στόχους ισχυρών επιχειρηματικών συμφερόντων. Όσο και εάν ο συγκεκριμένος ισχυρισμός συγκρούεται με την πραγματικότητα που έχει διακρίνει κάθε πολίτης στην διάρκεια της τελευταίας πενταετίας, είναι σαφές ότι πρόκειται για το τελευταίο καταφύγιο της κυβέρνησης στην προσπάθεια να συσπειρώσει, πέραν των βουλευτών και στελεχών, την εκλογική της βάση και να περιορίσει την φθορά που υφίσταται τους τελευταίους μήνες, με επιταχυντή τις εξελίξεις σε σχέση με την τραγωδία των Τεμπών.
Μηνύματα όπως «δεν θα συγκυβερνήσω με κανένα παράκεντρο» και ότι «στο τιμόνι του τόπου θα είναι αυτοί που τους ψηφίζουν οι πολλοί και όχι οι λίγοι ισχυροί» που εξέπεμψε χθες ο πρωθυπουργός υπηρετούν το συγκεκριμένο αφήγημα, για τις ανάγκες του οποίου υποβλήθηκαν και οι παραιτήσεις των δύο πολύ στενών συνεργατών του πρωθυπουργού με τις οποίες επισφραγίστηκε η εικόνα αναταραχής στην κυβέρνηση της ΝΔ.