Από το ξεκίνημα της απρόκλητής ρωσικής εισβολής, η Ευρώπη έχει καταστήσει σαφές ότι θα σταθεί στο πλευρό του ουκρανικού λαού και της ηγεσίας του που μάχεται τον (ρωσικό) αναθεωρητισμό, ένα φαινόμενο που απειλεί και άλλες χώρες στην ευρύτερη περιοχή.
Το κοινό ευρωπαϊκό μέτωπο είναι αρραγές με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως είναι η περίπτωση της Ουγγαρίας, κυβερνητικά στελέχη της οποίας έχουν κατά καιρούς ασκήσει δριμεία κριτική στα ανώτερα κλιμάκια των Βρυξελλών για τους χειρισμούς στην ρωσοουκρανική διένεξη. Δεν ήταν εξάλλου τυχαία η απουσία του Ούγγρου Υπέξ από το χθεσινό ραντεβού στην ουκρανική πρωτεύουσα, γεγονός που καταδεικνύει το χάσμα μεταξύ της Βουδαπέστης και της ηγεσίας των Ευρωπαϊκών θεσμών για το θέμα.
Αν και ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοσέπ Μπορέλ, είχε ανακοινώσει προ εβδομάδων την εν λόγω πρωτοβουλία, εντούτοις δεν είχε δοθεί συγκεκριμένη ημερομηνία προφανώς για λόγους ασφαλείας. Εκτός από την αναγκαία στήριξη της Ε.Ε στην Ουκρανία και στον κ. Ζελένσκι, για να ανταπεξέλθει στις μεγάλες προκλήσεις που συνεπάγεται η πολεμική σύγκρουση με μια υπερδύναμη, όπως είναι η Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν, η χθεσινή κοινή εμφάνιση των Ευρωπαίων Υπουργών Εξωτερικών συνδεόταν ταυτόχρονα με μια βασική επιδίωξη αμφότερων των πλευρών: την ευρωπαική προοπτική της Ουκρανίας.
Η χώρα έχει ήδη λάβει καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη στην Ε.Ε εν μέσω πολέμου. Όμως ο δρόμος για να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος, που εντάσσεται στην ευρύτερη στρατηγική της διεύρυνσης, είναι μακρύς. Υπενθυμίζεται ότι για να γίνει δεκτό ένα νέο μέλος στην ευρωπαϊκή οικογένεια, χρειάζεται προηγουμένως να πληροί συγκεκριμένα προαπαιτούμενα, γνωστά και ως κριτήρια της Κοπεγχάγης.
Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για πολιτικά κριτήρια, όπως είναι η σταθερότητα των θεσμών που εγγυώνται το δημοκρατικό πολίτευμα, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο σεβασμός και η προστασία των μειονοτήτων. Οικονομικά κριτήρια που σχετίζονται με τη λειτουργική οικονομία της αγοράς και την ικανότητα αντιμετώπισης ανταγωνιστικών πιέσεων και δυνάμεων της αγοράς, αλλά και διοικητική και θεσμική ικανότητα, ώστε να εφαρμόσουν αποτελεσματικά το ενωσιακό κεκτημένο (σύνολο κοινών δικαιωμάτων) και ικανότητα να αναλάβουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ιδιότητα του μέλους της ΕΕ.
Αν και η περίπτωση της Ουκρανίας έχει το χαρακτήρα του «κατεπείγοντος», εντούτοις γίνεται αντιληπτό πως η ένταξη της στην Ε.Ε αναμένεται να περάσει από πολλά εμπόδια, πριν γίνει πραγματικότητα. Εξάλλου, πολλές χώρες εντός της κοινής πολιτικής οντότητας έχουν εκφράσει αντιρρήσεις για την ταχύτητα με την οποία προχώρησε η διαδικασία διεύρυνσης τα προηγούμενα χρόνια, με αποτέλεσμα να καταγραφούν αναταράξεις και αρρυθμίες στην ευρωπαϊκή πολιτική. Γι’ αυτό το λόγο η Κροατία παραμένει η τελευταία χώρα, στην οποία δόθηκε το πράσινο φως της ένταξης, από το 2013.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η στρατηγική της «σταδιακής ένταξης» της Ουκρανίας και άλλων υποψήφιων χωρών, δημιουργεί τις απαραίτητες ασφαλιστικές δικλείδες, προκειμένου όλα να προχωρήσουν χωρίς να διαταραχθεί η ομαλότητα, η συνοχή και η σταθερότητα σε ένα πρωτόγνωρο παγκοσμίως πολιτικό επίτευγμα όπως είναι η Ε.Ε.