Είναι κοινά αποδεκτό πως στη διάρκεια των τελευταίων κρίσεων είτε άμεσα, είτε με σχετική καθυστέρηση οι Βρυξέλλες ανταποκρίθηκαν, προωθώντας σχέδια και λύσεις προσαρμοσμένες στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.
Τα αποτελέσματα των τελευταίων μετρήσεων κατέδειξαν μια αύξηση στα θετικά ποσοστά σχετικά με το ρόλο που διαδραματίζει η Ενωμένη Ευρώπη και το πως επηρεάζει τη ζωή του κάθε Ευρωπαίου, ανεξάρτητα από τη χώρα προέλευσης.
Είναι ένα βήμα προς τα εμπρός για την αναγκαία ενίσχυση της ευρωπαϊκής δημόσιας σφαίρας, την ώρα δε που τα πραγματικά και πολυάριθμα προβλήματα αυξάνουν εύλογα τους δείκτες αυτοσυντήρησης τόσο στην κοινή γνώμη, όσο και στις εθνικές Κυβερνήσεις.
Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να προσεγγίσουμε το θέμα από την πλευρά των πολιτών και το πώς βλέπουν την προσπάθεια των ευρωπαϊκών θεσμών για τη στήριξη των κοινωνιών μέσα από συγχρηματοδοτούμενα έργα πνοής και αναβάθμισης της ποιότητας ζωής.
Σχετική έρευνα της Κομισιόν υπό τον τίτλο «Ευαισθητοποίηση και αντίληψη των πολιτών για την περιφερειακή πολιτική της Ε.Ε» που είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας δίνει μια σφαιρική εικόνα για τον αντίκτυπο της εφαρμοσμένης πολιτικής στον πυρήνα των κοινωνιών στα κράτη-μέλη.
Ένα πρώτο σχόλιο που θα μπορούσε να κάνει κανείς είναι ότι το awareness έχει μεν αυξηθεί, αλλά υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα περιθώρια για την προσέλκυση του ενδιαφέροντος των πολιτών, πτυχή που προϋποθέτει την περαιτέρω βελτίωση των μηχανισμών επικοινωνίας της Ε.Ε, ώστε το μήνυμα να φτάνει κάθετα στην κοινή γνώμη.
Υπάρχουν επίσης στοιχεία που κρούουν το καμπανάκι, καθώς δείχνουν πως ένα μεγάλο κομμάτι των ερωτηθέντων δεν αντιλαμβάνονται τη σπουδαιότητα των έργων που λαμβάνουν σάρκα και οστά μέσα από θεσμοθετημένες πλατφόρμες ή δεν τα γνωρίζουν καν, όπως είναι παραδείγματος χάριν το Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής.
Μόνο το 16% κατά μέσο όρο λέει ότι έχει ωφεληθεί στην καθημερινή του ζωή από ένα σχετικό έργο. Θετικότερος αντίκτυπος καταγράφεται στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, αλλά και στην Ελλάδα, ενώ χαμηλότερη απήχηση έχουν οι επίμαχες πρωτοβουλίες στις πιο προηγμένες ευρωπαϊκές περιπτώσεις, όπως είναι η Ολλανδία, η Αυστρία, ή το Βέλγιο.
Σε σύγκριση με προηγούμενη έρευνα του 2021, το ποσοστό των ερωτηθέντων που λέει πως έχει ωφεληθεί στην καθημερινή του ζωή από ένα συγχρηματοδοτούμενο έργο έχει αυξηθεί στην Ελλάδα (+10 %) και στην Κροατία (+8%), ενώ το μερίδιο μειώθηκε στην Ιρλανδία (-8%), στην Αυστρία (-5 %) και στην Ιταλία (-5 %).
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ποιοτικά στοιχεία της έρευνας που αφορούν στα μέσα, από τα οποία μεταδίδονται οι σχετικές πληροφορίες και φτάνουν στους αποδέκτες. Η δημόσια τηλεόραση (36%) και το Διαδίκτυο (38%) είναι οι πιο συχνά αναφερόμενες πηγές, με σχεδόν τέσσερις στους δέκα ερωτηθέντες να λένε ότι λαμβάνουν τις πληροφορίες τους από εκεί.
Άλλες πηγές που επιλέχθηκαν από έναν στους πέντε – ή περισσότερους – ερωτηθέντες είναι οι τοπικές και περιφερειακές εφημερίδες (24%, -3% σε σύγκριση με το 2021), οι διαφημιστικές πινακίδες (24%) , προσωπική γνώση (24%) και τοπική ή περιφερειακή τηλεόραση (20%).
Τα παραπάνω στοιχεία δίνουν τροφή για σκέψη, σχετικά με την επικοινωνιακή στρατηγική που χρειάζεται να ακολουθήσει η Ε.Ε την επόμενη μέρα, προκειμένου να αλλάξει τους σχετικούς δείκτες πάντα προς το καλύτερο.
Στην παρούσα φάση υπάρχουν περιπτώσεις χρηματοδοτικών εργαλείων που έχουν γίνει ευρέως γνωστά, όπως όπως το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, αλλά και άλλα που βρίσκονται σχεδόν στην αφάνεια, όπως το Interreg, ενώ το Ταμείο Ανάκαμψης που αποτελεί την ναυαρχίδα της ευρωπαϊκής στήριξης στη μετά-Covid εποχή, χρειάζεται μια ακόμα μεγαλύτερη επικοινωνιακή ώθηση από τους εμπνευστές του.
Εν κατακλείδι, η Ε.Ε οφείλει να στηρίξει πιο αποφασιστικά τους μηχανισμούς επικοινωνίας σε στενότερη συνεργασία με τις εθνικές Κυβερνήσεις, προκειμένου το impact απόντο πολυσχιδές έργο να φτάσει ακόμη πιο βαθιά στον ιστό της ευρωπαϊκής κοινωνίας.